Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Το φάσμα της... αχρηστίας απειλεί τους εργαζόμενους στη Δύση

Η ανάδειξη της κοινωνίας των δεξιοτήτων και πώς τροφοδοτεί πλουσιοπάροχα λαϊκισμό και δημαγωγία. Η πραγματικότητα της σημερινής αγοράς εργασίας, το πρόβλημα των 50άρηδων και οι δύσκολες απαντήσεις.

Το φάσμα της... αχρηστίας απειλεί τους εργαζόμενους στη Δύση

Την ώρα που, ως φαίνεται, ο λαϊκισμός κερδίζει έδαφος παγκοσμίως, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε πολιτικό επίπεδο, μήπως όλοι όσοι θεωρούν την ανοικτή κοινωνία ύπατη πολιτική αξία θα πρέπει να ξανασκεφτούν το περιεχόμενό της;

Μήπως «περίεργες» πολιτικές επιλογές και συμπεριφορές υπαγορεύονται από πολύπλοκα συναισθήματα που συνδέονται άμεσα με τις νέες μορφές που αναδύονται στην οικονομία και την κοινωνία, ιδιαιτέρως δε στον αναπτυγμένο κόσμο; Με διαφορετικά λόγια, δεν θα πρέπει να αναρωτηθούμε σε ποιον βαθμό οι αναπτυγμένες κοινωνίες, στο μέτρο που αναπτύσσονται τεχνολογικά, δημιουργούν ένα περιβάλλον απομόνωσης, το οποίο από μόνο του οδηγεί σε νέες μορφές ανισοτήτων; Ανισότητες που χαρακτηρίζονται από την αντιπαράθεση ανθρώπων ταλαντούχων με όλους αυτούς που απειλούνται από το φάσμα της αχρηστίας.

Το θέμα είναι τεράστιο, εξόχως επίκαιρο και ελάχιστα συζητημένο, ίσως γιατί οι ειδικοί δεν θέλουν να το δουν, βγάζοντας τα γυαλιά του παρελθόντος.

Υπάρχει όμως ένας συγγραφέας που έκανε την προσπάθεια αυτή. Πρόκειται για τον γνωστό καθηγητή Ρίτσαρντ Σένετ (Richard Sennett), ο οποίος, στο βιβλίο του «Η Κουλτούρα του Νέου Καπιταλισμού» (το οποίο πρωτοεκδόθηκε το 2006 στις ΗΠΑ και το 2008 στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Σαββάλα), θέτει το πρόβλημα των αλλαγών στην εργασιακή οργάνωση και ηθική, υπό το πρίσμα των νέων πεποιθήσεων και αξιών που αποδίδονται στο ταλέντο.

Κάνει λόγο έτσι για την ανάδυση μίας «κοινωνίας δεξιοτήτων», στους κόλπους της οποίας πολλοί από εκείνους που βρίσκονται αντιμέτωποι με την προοπτική της ανεργίας είναι μορφωμένοι και ειδικευμένοι. Πλην, όμως, η εργασία που επιθυμούν έχει «μεταναστεύσει» σε μέρη του κόσμου όπου είναι φθηνότερη. Επομένως, απαιτούνται δεξιότητες εντελώς διαφορετικού είδους και στενά δεμένες με την εκπαίδευση και τη διαπαιδαγώγηση.

Συμβαίνει, ωστόσο, η ταχύτατα αναδυόμενη οικονομία των δεξιοτήτων να αφήνει πίσω την πλειοψηφία. Σε πολλές αναπτυγμένες χώρες, τα εκπαιδευτικά συστήματα παράγουν πολλούς μη απασχολήσιμους μορφωμένους νέους -μη απασχολήσιμους τουλάχιστον στους τομείς για τους οποίους έχουν εκπαιδευτεί.

Στο πλαίσιο αυτό, μπορεί κανείς να υποθέσει ότι η κοινωνία των δεξιοτήτων χρειάζεται απλώς σχετικά λίγους μορφωμένους ανθρώπους που διαθέτουν ταλέντο. Ειδικότερα δε σε τομείς αιχμής, όπως τα χρηματοοικονομικά μεγάλης κλίμακας, η προηγμένη τεχνολογία και η παροχή εξελιγμένων υπηρεσιών. Η οικονομική μηχανή μπορεί να λειτουργεί επικερδώς και αποτελεσματικά, στηριζόμενη σε μία συνεχώς μικρότερη ελίτ.

Προκύπτει, έτσι, το αποκαλούμενο από τον καθηγητή Ρ. Σένετ «φάσμα της αχρηστίας», το οποίο διαμορφώνουν τρεις δυνάμεις: η παγκόσμια προσφορά εργασίας, ο αυτοματισμός και η διαχείριση του γήρατος. Κάθε μία από τις δυνάμεις αυτές, όμως, δεν είναι αυτό που φαίνεται εκ πρώτης όψεως. Και αυτός είναι ο λόγος που πολύπλοκα φαινόμενα αποτελούν πηγή λαϊκισμού μέσω υπεραπλουστευμένων ερμηνειών -που είναι και η πρώτη ύλη ενός διεθνούς «εμπορίου φόβου».

Έτσι, όταν τα μέσα μαζικής επικοινωνίας προβάλλουν ιστορίες φόβου για την παγκόσμια προσφορά εργασίας, τονίζοντας ότι αφαιρεί θέσεις απασχόλησης από τις πλούσιες περιοχές και τις μεταφέρει στις φτωχές, το όλο θέμα παρουσιάζεται συνήθως ως «ανταγωνισμός προς τα κάτω» μόνον όσον αφορά τους μισθούς. Τονίζεται κατά κόρον ότι ο καπιταλισμός αναζητά εργατικό δυναμικό οπουδήποτε αυτό είναι φθηνότερο. Ωστόσο, κατά τον Ρίτσαρντ Σένετ, αυτή είναι μόνον η μισή αλήθεια.

«Η άλλη μισή είναι ότι συντελείται επίσης ένα είδος πολιτισμικής επιλογής, μέσω της οποίας οι θέσεις απασχόλησης εγκαταλείπουν τις χώρες με υψηλούς μισθούς, όπως οι ΗΠΑ και η Γερμανία, και μεταναστεύουν σε οικονομίες με χαμηλούς μισθούς και ειδικευόμενους εργαζόμενους, οι οποίοι διαθέτουν μερικές φορές περισσότερα από τα απαιτούμενα προσόντα.

Τα τηλεφωνικά κέντρα της Ινδίας είναι ένα καλό παράδειγμα. Οι εργασίες σε αυτά τα κέντρα εκτελούνται από άτομα που είναι τουλάχιστον δίγλωσσα και έχουν τελειοποιήσει τις γλωσσικές τους δεξιότητες σε τέτοιο βαθμό, ώστε αυτός που καλεί, δεν γνωρίζει αν έχει συνδεθεί με το Χάρτφορντ ή τη Βομβάη. Πολλοί εργαζόμενοι σε τηλεφωνικά κέντρα έχουν διετή ή τριετή πανεπιστημιακή εκπαίδευση, διαθέτουν δε επιπλέον πολύ καλή πρακτική εξάσκηση.

Τα ινδικά τηλεφωνικά κέντρα δίνουν έμφαση στην ελαστική μάθηση, που σημαίνει να έχεις τόσες πληροφορίες στο μυαλό σου ώστε να είσαι σε θέση να απαντήσεις γρήγορα σε όσο περισσότερες ερωτήσεις μπορεί να διανοηθεί κανείς. Αυτό γίνεται προκειμένου να εναλλάσσονται γρήγορα οι κλήσεις. Το κέντρο εκπαιδεύει επίσης τους εργαζόμενους στη διαχείριση ανθρώπινων δεξιοτήτων έτσι ώστε η ανυπομονησία, για παράδειγμα, να μην είναι ποτέ έκδηλη στον σαστισμένο καλούντα. Οι Ινδοί εργαζόμενοι εκπαιδεύονται και καταρτίζονται καλύτερα από τους εργαζόμενους σε τηλεφωνικές υπηρεσίες στη Δύση, με εξαίρεση την Ιρλανδία και τη Γερμανία, που λειτουργούν περίπου με τα ινδικά πρότυπα», γράφει ο γνωστός καθηγητής.

Οι μισθοί γι' αυτή τη δουλειά είναι πολύ χαμηλοί, αλλά καταβάλλονται σε πολύ ικανούς ανθρώπους. Κάποιοι από αυτούς, έτσι, μπορούν και δημιουργούν τις δικές τους μικροεπιχειρήσεις στο εσωτερικό μεγάλων μονάδων.

Συνεπώς, η κοινωνική θέση των ατόμων αυτών είναι ανώτερη από αυτήν αντίστοιχων ατόμων στον αναπτυγμένο κόσμο, παρότι δεν αμείβονται τόσο καλά. Διαθέτουν, όμως, επιχειρηματικό πνεύμα που διευκολύνει την ανάληψη υπεργολαβιών από μεγάλες ξένες εταιρείες, οι οποίες καταβάλλουν μικρότερο κόστος από το αντίστοιχο της μισθωτής εργασίας στον αναπτυγμένο κόσμο.

Ουσιαστικά, συνεπώς, στον αναπτυσσόμενο κόσμο οι εταιρείες έχουν εργαζόμενους με υψηλό επίπεδο δεξιοτήτων, που κοστίζουν όμως φθηνότερα από έναν μισθωτό στη Δύση -ο οποίος, επιπροσθέτως, δεν διαθέτει και το επιχειρηματικό ταλέντο του ανταγωνιστή του π.χ. στην Ινδία ή στο Βιετνάμ. Αυτό σημαίνει ότι ο μισθωτός στη Δύση θα πρέπει να αυξήσει το ανθρώπινο κεφάλαιό του για να είναι ανταγωνιστικός, πράγμα δύσκολο.

Έτσι, στον αναπτυγμένο κόσμο, ταλαντούχοι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο να μην είναι πια αναγκαίοι, φαινόμενο που οδηγεί στην αίσθηση της αχρηστίας -με ό,τι αυτή συνεπάγεται. «Το φάσμα της αχρηστίας διασταυρώνεται εν προκειμένω με την ξενοφοβία, η οποία, κάτω από το κέλυφος των απλών εθνικών ή φυλετικών προκαταλήψεων, υποκρύπτει την ανησυχία ότι οι ξένοι μπορεί να είναι καλύτερα εφοδιασμένοι για εργασίες επιβίωσης. Η ανησυχία αυτή δεν είναι εντελώς αστήρικτη. Η παγκοσμιοποίηση υποδηλώνει, μεταξύ άλλων, την αντίληψη ότι οι πηγές ανθρώπινης ενέργειας μετατοπίζονται και ως εκ τούτου αυτοί που βρίσκονται στον ήδη αναπτυγμένο κόσμο μπορεί να μείνουν απέξω», γράφει ο Ρ. Σένετ.

Προσθέτει δε πολύ εύστοχα ότι, στο ήδη εξαιρετικά πολυσύνθετο αυτό φαινόμενο, έρχονται να προστεθούν δύο άλλοι παράγοντες δημιουργίας αχρηστίας: ο αυτοματισμός και το γήρας. 

Το πεδίο της αχρηστίας διευρύνεται, καθώς οι μηχανές κατασκευάζουν πράγματα με οικονομική αξία που δεν μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι -οι οποίοι, έναντι της μηχανής υστερούν τόσο σε ακρίβεια όσο και σε ταχύτητα. Από την άλλη πλευρά, ιδιαίτερα στη Δύση, το γήρας αποτελεί εκτεταμένο τομέα αχρηστίας, φαινόμενο που συντονίζεται απόλυτα και με το πνεύμα της σύγχρονης οικονομίας. Σε μία εποχή όπου το μέσο προσδόκιμο ζωής συνεχώς ανεβαίνει, αλλά οι γνώσεις διπλασιάζονται κάθε πέντε με οκτώ χρόνια, εργαζόμενοι ηλικίας 40-50 ετών θεωρούνται άχρηστοι, ενώ έχουν μπροστά τους ακόμα 35 με 45 χρόνια ζωής κατά μέσον όρο. Στο μέτρο δε που η απόσβεση δεξιοτήτων επιταχύνεται και επεκτείνεται σε όλα σχεδόν τα επαγγέλματα, η οικονομία της αγοράς εργασίας γίνεται όλο και πιο καταστροφική για τους πενηντάρηδες εργαζόμενους.

Μία εκτίμηση για τους επισκευαστές υπολογιστών και για τους γιατρούς είναι ότι πρέπει να μάθουν και να ξαναμάθουν τις δεξιότητές τους το λιγότερο τρεις φορές στη διάρκεια της καριέρας τους. Αυτό σημαίνει ότι η απόκτηση δεξιοτήτων δεν είναι κάτι που έχει πλέον μεγάλη διάρκεια, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο της αχρηστίας.

Υπό αυτές τις συνθήκες, τα προβλήματα που προκύπτουν για τα αναπτυγμένα κράτη προνοίας είναι τεράστια και πολύπλοκα, σίγουρα δε δεν αντιμετωπίζονται με παρωχημένες ιδεοληψίες και προσεγγίσεις. Απαιτούν νέες ιδέες, οι οποίες προϋποθέτουν και μυαλά ικανά να συλλάβουν τις πραγματικότητες.

Όχι εύκολο άθλημα…


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v