Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Η νέα δύσκολη συμβίωση με τον Ερντογάν

«Έχτισε» επάνω σε ιδεολογήματα όπως η «γαλάζια πατρίδα» και τα «σύνορα της καρδιάς μας». Τι θα τον κάνει να τα εγκαταλείψει σήμερα; Εντέλει, γιατί τρέφουμε φρούδες ελπίδες στην Ελλάδα;

Η νέα δύσκολη συμβίωση με τον Ερντογάν

Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!

Προς όσους, ενδεχομένως, τρέφουν ακόμη αμφιβολίες ως προς την τροπή που θα λάβουν τα ελληνοτουρκικά μετά την επανεκλογή Ερντογάν στη θέση του προέδρου της γείτονος, θα αρκούσε, ίσως, η υπόμνηση δύο τινών: πρώτον, της εκπεφρασμένης πρόθεσής του για την αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάνης και δεύτερον, του λεγόμενου δόγματος της «γαλάζιας πατρίδας».

Δύο πολιτικών επί των οποίων ο Ερντογάν κεφαλαιοποίησε το εθνικιστικό συναίσθημα στην Τουρκία και βρέθηκαν στον βασικό κορμό του ιδεολογήματος στο οποίο στηρίχθηκε η πολιτική του έναντι της χώρας μας.

Ασφαλώς, εκ των πραγμάτων, διανύουμε την τρέχουσα περίοδο, αν όχι «μήνα του μέλιτος», τουλάχιστον περίοδο ηρεμίας με τη γείτονα. Απουσία παραβιάσεων αλλά και συνολικά προκλήσεων εκ μέρους της Τουρκίας. Αυτό όμως οφείλεται σε χαρακτηριστικά της τρέχουσας -εκλογικής, οικονομικής και ευρύτερης- συγκυρίας και δεν είναι το αποτέλεσμα εφαρμοσμένων πολιτικών, είτε από τη μία πλευρά του Αιγαίου είτε από την άλλη.

Αντίθετα, η πενταετής περίοδος που μόλις άρχισε για τον επανεκλεγέντα πρόεδρο της Τουρκίας είναι, κατά πάσα βεβαιότητα, εκείνη στη διάρκεια της οποίας θα στηριχθούν η υστεροφημία του και το όποιο αφήγημα θα θελήσει να της προσδώσει. Υπ’ αυτό το πρίσμα, κατά πόσον είναι πιθανό ένας άνθρωπος ο οποίος καλλιέργησε τόσο μεθοδικά τις βλέψεις του τόσο για την αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάνης όσο και για την υλοποίηση του ιδεολογήματος των «συνόρων της καρδιάς μας» και της «γαλάζιας πατρίδας» να εγκαταλείψει αυτές του τις στοχεύσεις;

Ακόμη κι αν η παρούσα δυσμενής οικονομική συγκυρία στην Τουρκία αναγκάσει τον Ερντογάν να αποταθεί στη Δύση για χείρα βοηθείας, μετριάζοντας έτσι τις βλέψεις του έναντι της χώρας μας για το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, το μέλλον παραμένει άδηλο στα ελληνοτουρκικά.

Για την ακρίβεια, το μόνο γνωστό και σαφές στοιχείο ως προς τις σχέσεις μας με τη γείτονα είναι οι συνεχείς και διαρκώς αυξανόμενες διεκδικήσεις της έναντι της Ελλάδας. Διεκδικήσεις οι οποίες ακυρώνουν στην πράξη οποιαδήποτε σκέψη διευθέτησης στη Χάγη ή οποιοδήποτε άλλο διεθνές δικαστήριο, της μίας και μόνης διαφοράς που η Αθήνα αναγνωρίζει έναντι της Τουρκίας. Αυτή της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ.

Αποτελεί, δε, σχήμα οξύμωρο, η πρόσφατη παραδοχή του προέδρου της ΝΔ Κυριάκου Μητσοτάκη, σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή της Κυριακής», ότι θα μπορούσαμε να «πάμε στη Χάγη» για την επίλυση της μόνης διαφοράς που αναγνωρίζουμε ότι έχουμε με την Τουρκία, ενώ η ίδια διατηρεί ακέραιο έναν μακρύ κατάλογο διεκδικήσεων έναντι της Ελλάδας.

Όπως δήλωσε προς τον Α. Παπαχελά, ο κ. Μητσοτάκης: «Το μόνο θέμα που μπορούμε να συζητήσουμε με την Τουρκία και ενδεχομένως να πηγαίναμε και στη Χάγη είναι η οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών, δηλαδή ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας. Όλα τα άλλα ζητήματα δεν μπορούν να συζητηθούν, απλά. Είναι εκτός ατζέντας και το θέμα της αποστρατιωτικοποίησης και προφανώς όλα τα ζητήματα που αφορούν την ελληνική κυριαρχία στα νησιά του Αιγαίου. Είναι κάτι που η Τουρκία πρέπει να το αντιληφθεί, αλλιώς πολύ απλά δεν θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε».

Εάν, όμως, έχουν έτσι τα πράγματα, από τη μία πλευρά, οι διαρκώς αυξανόμενες διεκδικήσεις της Τουρκίας και από την άλλη, η μία και μόνη διαφορά που η χώρα μας αναγνωρίζει, γιατί θα έπρεπε να ελπίζουμε σε μία ομαλή «συμβίωση» με τη γείτονα κατά την επόμενη πενταετία;


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v