Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Ο τηλεοπτικός φακός «συνέλαβε» χθες τον Γάλλο πρόεδρο Εμ. Μακρόν να βαδίζει σκεπτικός στις όχθες του Σηκουάνα, λίγο μετά την υποβολή της παραίτησης του Σεμπαστιάν Λεκορνί, από τη θέση του πρωθυπουργού.
Ο Γάλλος πρόεδρος είχε κάθε λόγο να είναι σκεπτικός. Ο Λεκορνί δεν είχε κλείσει καν τρεις εβδομάδες στην πρωθυπουργική καρέκλα και πριν από αυτόν είχαν προηγηθεί άλλες τέσσερις παραιτήσεις από την ίδια καρέκλα, επί Μακρόν, την τελευταία διετία (Ελιζαμπέτ Μπορν, Γκαμπριέλ Ατάλ, Μισέλ Μπαρνιέ και Φρανσουά Μπαϊρού).
Στο επίκεντρο αυτού του ποταμού παραιτήσεων, τι άλλο, παρά η άρνηση της Γαλλίας να αλλάξει, παρά τη φόρα που έχει ήδη πάρει προς τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό. Για την ακρίβεια, η άρνησή της, όπως αυτή εκφράζεται από την αντιπολίτευση, αριστερή και δεξιά, αλλά βεβαίως και των συνδικάτων και ενός κατά τα φαινόμενα πλειοψηφικού τμήματος της κοινής γνώμης, στα μέτρα λιτότητας που οφείλει να συμπεριλάβει ο προϋπολογισμός. Μέτρα τα οποία κόστισαν τις παραιτήσεις τόσο του Λεκορνί όσο και του Μπαϊρού, δίχως βεβαίως να ψηφιστεί ο προϋπολογισμός, μολονότι η δημοσιονομική εικόνα της Γαλλίας (δημόσιο χρέος στο 112,7% του ΑΕΠ και δημοσιονομικό έλλειμμα στο 5,8% για το 2024) τα καθιστά μονόδρομο.
Ως αποτέλεσμα, το spread των γαλλικών 10ετών ομολόγων εμφανίζεται να οδεύει προς τις 100 μονάδες βάσης έναντι των γερμανικών και συνολικά τα γαλλικά στοιχεία ενεργητικού δεν διανύουν την… καλύτερη περίοδό τους στις αγορές, καθώς οι επενδυτές «βλέπουν» αστάθεια και πιθανό εκτροχιασμό.
Την ίδια ώρα, εδώ στην Ελλάδα και ενώ το προσχέδιο του Προϋπολογισμού, με προβλέψεις για ισχυρή ανάπτυξη και επενδύσεις, βρίσκεται ήδη στη Βουλή και αναμένεται να ψηφιστεί, κατά τα ειωθότα, ελέω της άνετης κυβερνητικής πλειοψηφίας, ασχολούμεθα με άλλα τινά στην πολιτική ζωή του τόπου.
Ασχολούμαστε με το εάν και το πότε ο Α. Τσίπρας θα κάνει κόμμα, τώρα που παραιτήθηκε από βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, εάν θα κάνει κόμμα ο Α. Σαμαράς και εάν θα τραβήξει κι άλλο το σχοινί ο φίλτατος Ν. Δένδιας. Όπως αντίστοιχα ασχολούμαστε με τους λόγους για τους οποίους εξακολουθεί να μην «τραβάει» ο Ν. Ανδρουλάκης και με το πότε θα εκπνεύσει η προθεσμία του Π. Γερουλάνου, ως προς τις δημοσκοπήσεις.
Κυρίως, όμως, ασχολούμαστε, με το «πώς θα πέσει ο Μητσοτάκης;». Ένα ερώτημα το οποίο, ενδεχομένως, βρίσκει την απάντησή του αφενός στην απουσία βιώσιμης εναλλακτικής πρότασης εκ μέρους της αντιπολίτευσης αλλά και στο γεγονός ότι “we never had it so good”, όπως λένε στην ελληνική επαρχία, μετά την περίοδο των μνημονίων, στην Ελλάδα.
Η ανεργία πέφτει εξακολουθητικά και πλέον δεν ξεπερνά το 8,1% ενώ βρισκόταν στο 18%, η αύξηση του ΑΕΠ είναι από τις ταχύτερες στην Ευρωζώνη και βεβαίως οι επενδύσεις και δη εκ του εξωτερικού συνεχίζουν να έρχονται. Αντίστοιχα, αποπληρώνουμε πρόωρα το δημόσιο χρέος, ώστε να μην το βρούμε μπροστά μας.
Θα πείτε, ίσως και κατά πάσα βεβαιότητα θα έχετε δίκιο, «μα η ακρίβεια τσακίζει τον κόσμο και η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν κάνει -σχεδόν- τίποτα για αυτό». Ε, για αυτό, λοιπόν, δεν μπορεί και ο Μητσοτάκης να ξεκολλήσει τη ΝΔ από τα δημοσκοπικά επίπεδα στα οποία βρίσκεται τόσο καιρό, παρά τις παροχές και τις φοροελαφρύνσεις.
Σύμφωνοι. Η σταθερότητα που συνοδεύει την παρούσα -αυτοδύναμη- κυβέρνηση, όμως, μας επιτρέπει, μέσα στην ασφάλεια της οικονομικής ανάπτυξης που βιώνει ο τόπος, να κοιτάμε αμέριμνοι τον Μακρόν και τους πρωθυπουργούς που παρελαύνουν στη γαλλική πολιτική σκηνή.
Ας το έχουμε αυτό κατά νου, όταν θα ζητούν την ψήφο μας παλαιά και νέα κόμματα, από τα δεξιά και τα αριστερά του πολιτικού φάσματος, στις επόμενες εκλογές.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.