Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Το δόγμα Μπάιντεν στην εξωτερική πολιτική και η μεσαία τάξη

Η δύσκολη μετάβαση των ΗΠΑ από το «Πρώτα η Αμερική» στο δόγμα «εξωτερική πολιτική για τη μεσαία τάξη». Ο φόβος της Κίνας και η ανάγκη για εμπορικές συμφωνίες. Πώς ορίζει το περιθώριο κινήσεων η κοινή γνώμη.

Το δόγμα Μπάιντεν στην εξωτερική πολιτική και η μεσαία τάξη
  • του Edward Luce

Αν υπάρχει ένα δεδομένο στο οποίο ο Joe Biden και ο περισσότερος κόσμος θα συμφωνούσαν, είναι η αποτυχία της εξωτερικής πολιτικής «Πρώτα η Αμερική» του Donald Trump. Το έλλειμμα του παγκόσμιου εμπορίου των ΗΠΑ αυξήθηκε κατά σχεδόν 40% κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Trump -και αυτό ήταν το μέτρο που τον ενδιέφερε περισσότερο.

Αντιθέτως, ο Biden έχει υιοθετήσει ένα πολύ πιο «θολό» μέτρο για τη διπλωματική του επιτυχία -την υγεία της μεσαίας τάξης της Αμερικής. Κάθε βήμα θα αξιολογείται από την επίπτωσή του στους κοινούς Αμερικανούς.

Η «εξωτερική πολιτική για τη μεσαία τάξη» του Biden ακούγεται ελκυστική. Όπως όλα τα καλά slogan, ανανεώνει το brand. Δεν είναι, όμως, ξεκάθαρο το πόσο διαφορετικό θα είναι το προϊόν του στην πραγματικότητα.

Ένας σκεπτικιστής θα έλεγε την προσέγγιση αυτή τραμπισμό με ανθρώπινο πρόσωπο. Η εξωτερική πολιτική για τη μεσαία τάξη, με άλλα λόγια, μπορεί απλά να είναι ένας ευφημισμός για το ότι δεν κλείνει καμία εμπορική συμφωνία. Κάποιος λιγότερο προκατειλημμένος θα έλεγε πως ο Biden κάνει ό,τι χρειάζεται για να ξαναχτίσει τη λαϊκή εμπιστοσύνη σε μια παγκοσμίως αφοσιωμένη Αμερική. 

Τι θα είναι από τα δύο; Μια από τις εντυπωσιακότερες πτυχές της κυβέρνησης Biden είναι το χάσμα που υπάρχει στους τόνους μεταξύ της εξωτερικής και της εσωτερικής πολιτικής της.

Στο εσωτερικό, ο Biden βάζει στην άκρη τις επιφυλάξεις. Σε αντίθεση με τους φόβους για μεγάλο διχασμό στο κόμμα των Δημοκρατικών, η αριστερά πτέρυγα χαίρεται ιδιαίτερα για τα ριζοσπαστικά σχέδια του ηγέτη τους για το εσωτερικό.

Το αντίθετο ισχύει για τη σχετικά επιφυλακτική προσέγγισή του προς τον υπόλοιπο κόσμο. Μεταξύ άλλων, οι φιλελεύθεροι διαμαρτύρονται για τη σκληρή στάση του Biden ως προς την επανένταξη στην πυρηνική συμφωνία του Ιράν, την ήπια αντιμετώπιση του Σαουδάραβα διαδόχου πρίγκιπα Mohammed bin Salman και την επιθετική του στάση έναντι της Κίνας.  

Ο Biden αντιμετωπίζει δύο προβλήματα στην προβολή της διπλωματίας του δημοσίως. Πρώτον, οι σύμμαχοι των ΗΠΑ ζητούν περισσότερη οικονομική εμπλοκή. Αυτό σημαίνει εμπορικές και επενδυτικές συμφωνίες. Ο Biden θα μπορούσε να διαφοροποιηθεί από προηγούμενες συμφωνίες επικεντρώνοντας την προσοχή του σε ζητήματα του 21ου αιώνα όπως το 5G και η πράσινη τεχνολογία, σε αντίθεση με τη μανία του Trump με τη σόγια και τον χάλυβα.

Αλλά αν οι ΗΠΑ δεν είναι έτοιμες να αντιμετωπίσουν τους Ασιάτες και Ευρωπαίους εταίρους, τότε η Κίνα θα συνεχίσει να «κατατρώει» το μερίδιο αγοράς των ΗΠΑ. Αυτό θα έβλαπτε και την αμερικανική μεσαία τάξη αλλά και τη θέση των ΗΠΑ παγκοσμίως. Οι περισσότεροι Ασιάτες εταίροι της Αμερικής έχουν περισσότερο εμπόριο με την Κίνα παρά με τις ΗΠΑ.

Δεύτερον, οποιεσδήποτε εμπορικές συζητήσεις αντιμετωπίζονται τώρα ως τοξικές στην αμερικανική πολιτική, εν μέρει επειδή πολλοί Αμερικανοί κατηγορούν την παγκοσμιοποίηση για τα πιεσμένα εισοδήματά τους. Ο Jake Sullivan, ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Biden -και ένας από τους αρχιτέκτονες της εξωτερικής πολιτικής της μεσαίας τάξης- υποστηρίζει πως οι ΗΠΑ είχαν επιτρέψει στην Goldman Sachs και τις μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες να υπαγορεύουν τους όρους των προηγούμενων εμπορικών συμφωνιών. Αυτό είναι αναμφισβήτητο. Τα επιχειρηματικά lobbies πάντα είχαν πολύ μεγαλύτερη «βαρύτητα» στην Ουάσιγκτον από τα συνδικάτα των εργαζομένων, τις περιβαλλοντικές ομάδες και άλλους συμμετόχους.

Κατά την άποψη του Sullivan, ως εκ τούτου, ο μόνος τρόπος για να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη στις εμπορικές συμφωνίες είναι να αναγκαστούν οι Αμερικανοί κατασκευαστές να ξαναφέρουν στις ΗΠΑ την παραγωγή και να κλείσουν τα φορολογικά καταφύγια του εξωτερικού. Αλλά δεν είναι η χαμηλού κόστους Κίνα που παράγει τα περισσότερα φάρμακα των ΗΠΑ. Σε όρους αξίας, είναι η Ελβετία και η Ιρλανδία.

Και πάλι, ο Sullivan είναι κοντά στην αλήθεια. Το πρόβλημα είναι πως θα χρειάζονταν χρόνια για να αρχίσουν τέτοιου είδους μέτρα να αλλάζουν τις αντιλήψεις της μεσαίας τάξης, εάν πράγματι μπορεί να τα εφαρμόσει ο Biden. Η μεγαλύτερη δοκιμασία για το αν είναι έτοιμος να τα βάλει οικονομικά με την Κίνα, είναι η συμφωνία TPP, μια εμπορική συμφωνία που σε μεγάλο βαθμό είχε διαπραγματευτεί ο Barack Obama.

Θα ήταν πολιτική αυτοκτονία αν ο Biden επανεντασσόταν σε αυτή τη φάση στην TPP. Όμως θα ήταν γεωπολιτική καταστροφή για τις ΗΠΑ, αν η Κίνα ενταχθεί στην ομάδα, όπως έχει πει ότι μπορεί να θελήσει να κάνει. Η προοπτική δεν είναι τόσο παρατραβηγμένη. Ενώ η Αμερική το σκέφτεται, η Κίνα κάνει κινήσεις κλείνοντας παγκόσμιες εμπορικές και επενδυτικές συμφωνίες.

Ο υπόλοιπος κόσμος δεν είναι σε θέση να αλλάξει τη γνώμη των Αμερικανών ψηφοφόρων. Αυτός είναι ο ρόλος που έχουν οι Αμερικανοί ηγέτες. Το καλύτερο άνοιγμα για τον Biden θα ήταν να στοχεύσει στον όλο και βαθύτερο φόβο του αμερικανικού λαού για την Κίνα, που άγγιξε το 43% πέρυσι σύμφωνα με το Pews, ενώ η στήριξη για το εμπόριο γενικότερα παραμένει απρόσμενα υψηλή.

Οι Αμερικανοί δεν φοβούνται αυτόματα το περισσότερο εμπόριο παρά μόνον το εμπόριο με την Κίνα. Ο Biden θα μπορούσε να προσθέσει πως η περισσότερη διάβρωση των αμερικανικών θέσεων εργασίας στη βιομηχανία προκλήθηκε από την τεχνολογία και όχι το εμπόριο, καθώς και από την απουσία ομοσπονδιακής στήριξης προς αυτούς που χάνουν από το εμπόριο. Η Ουάσιγκτον έκανε τα στραβά μάτια στην αποφυγή εταιρικής φορολόγησης για πολλές δεκαετίες. Η γενναιόδωρη αντιμετώπιση μετόχων ήταν τόσο μεγάλη, όσο η αδιαφορία για τη μοίρα των εργαζόμενων.

Δεδομένου του πολιτικού κλίματος της Αμερικής, θα με σόκαρε αν ο Biden εντασσόταν και πάλι στην TPP ή ξεκινούσε εμπορικές συζητήσεις πέραν της Ευρώπης. Ωστόσο οι σύμβουλοί του γνωρίζουν πως οι συνέπειες της αδράνειας των ΗΠΑ θα είναι κάθε άλλο παρά «αριστούργημα».

Ο Sullivan έγραψε πως η μοίρα του ανταγωνισμού μεγάλων δυνάμεων της Αμερικής με την Κίνα «τελικά θα εξαρτηθεί από το πόσο αποτελεσματικά θα εκπροσωπήσει η κάθε χώρα την εθνική της οικονομία και θα διαμορφώσει την παγκόσμια οικονομία».

Έχει επίσης πει πως η έλλειψη εγχώριων επενδύσεων είναι μια «μεγαλύτερη απειλή για την εθνική ασφάλεια απ’ ό,τι το εθνικό χρέος των ΗΠΑ». Το κλειδί για την τύχη των ΗΠΑ έγκειται τώρα στο με πόση δεξιοτεχνία θα μπορέσει ο Biden να κάνει δυο πράγματα ταυτόχρονα: να ενισχύσει τη μεσαία τάξη των ΗΠΑ, υπερφαλαγγίζοντας ταυτόχρονα την Κίνα στην παγκόσμια οικονομική σκηνή.

Τα καλά νέα είναι πως ο Biden σημειώνει πρόοδο στο πρώτο θέμα. Τα κακά νέα είναι πως δεν μπορεί να περιμένει μέχρι την υποτιθέμενη επανεκλογή του για να αναλάβει πολιτικά ρίσκα στο δεύτερο θέμα. Η παγκόσμια οικονομία δεν θα περιμένει για το πότε θα αποφασίσει ο Biden τι θα κάνει.

© The Financial Times Limited 2021. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v