Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ποιες εισηγμένες πλήττονται από τον πόλεμο στην Ουκρανία

Οι άμεσες αρνητικές συνέπειες και οι... έμμεσες επιπτώσεις για τις ελληνικές εταιρείες από τη ρωσική εισβολή. Ποιες επιχειρήσεις έχουν έντονη παρουσία στην Ουκρανία, ποιες πλήττονται από αυξημένα κόστη.

Ποιες εισηγμένες πλήττονται από τον πόλεμο στην Ουκρανία

Οι επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία (ψαλίδισμα του ρυθμού ανόδου του ΑΕΠ) και στις εισηγμένες εταιρείες του ΧΑ από την εισβολή των Ρώσων στην Ουκρανία θα είναι υπαρκτές και το μέγεθός τους θα εξαρτηθεί από τη διάρκεια και την τροπή που τελικά θα λάβει το συγκεκριμένο γεωπολιτικό ζήτημα, υποστηρίζουν γνωστοί παράγοντες της αγοράς.

Σύμφωνα με τις ίδιες εκτιμήσεις, πολύ μεγαλύτερες αναμένεται να είναι οι έμμεσες επιπτώσεις που θα προκαλέσει στις εισηγμένες εταιρείες του ΧΑ η ρωσική εισβολή, παρά οι όποιες άμεσες αρνητικές συνέπειες προκύψουν για τους ελληνικούς ομίλους από τις πωλήσεις και τις δραστηριότητές τους στις δύο αυτές χώρες.

Σε ό,τι αφορά τις άμεσες επιπτώσεις, ενδεικτικά παραδείγματα επηρεασμού είναι αυτά των εταιρειών Coca-Cola HBC (έχει παρουσία και στις δύο χώρες), Sarantis (διαθέτει θυγατρική στην Ουκρανία), Πλαστικών Κρήτης (μέσω της θυγατρικής τους παραγωγικής εταιρείας Global Colors στη Ρωσία εμφάνισαν στο πρώτο μισό του 2021 πωλήσεις 9,93 εκατ. και προ φόρων κέρδη 2,07 εκατ. ευρώ), ΕΛΤΟΝ Χημικά (διαθέτει μια μικρή θυγατρική στην Ουκρανία), Cenergy (υπάρχει ένα μικρό joint venture των Σωληνουργείων Κορίνθου στη Ρωσία), Ικτίνος Μάρμαρα (κάτω από το 1% των πωλήσεων κατευθύνεται στη Ρωσία) και των εισηγμένων αλευροβιομηχανιών (Λούλης, Κεπενός, Σαραντόπουλος), που εισάγουν σημαντικό τμήμα των πρώτων υλών τους από τις δύο συγκεκριμένες χώρες.

Αν και κάθε περίπτωση εταιρείας είναι ξεχωριστή, δεν αναμένεται στις πλείστες των περιπτώσεων οι άμεσες επιπτώσεις στις ελληνικές εισηγμένες να είναι μεγάλες, ιδίως στην περίπτωση που σχετικά σύντομα αποκλιμακωθεί η κατάσταση και οι δύο χώρες αρχίσουν να μπαίνουν σε μιας κάποιας μορφή «κανονικότητα».

Αντίθετα, υπάρχει φόβος για σαφώς μεγαλύτερες επιπτώσεις που θα προέλθουν έμμεσα στην ελληνική και ευρωπαϊκή οικονομία, άρα και στις εισηγμένες εταιρείες του Χρηματιστηρίου.

Για παράδειγμα, μένει να δούμε το πόσο θα επηρεαστούν οι φετινές τουριστικές ροές από τα δύο αυτά κράτη, αλλά και από το πληθωριστικό κύμα που πλήττει την παγκόσμια οικονομία, με ό,τι αυτό θα μπορούσε να σημάνει για εταιρείες που επηρεάζονται έντονα από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα (π.χ. κλάδοι μεταφορών, ξενοδοχείων, ενοικιάσεων αυτοκινήτων, σκαφών αναψυχής).

Οι επιπτώσεις στις ακτοπλοϊκές και στις αεροπορικές εταιρείες αναμένεται να είναι πολύ σημαντικές σε περίπτωση που το κόστος των καυσίμων συνεχίσει να κυμαίνεται στα τρέχοντα επίπεδα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες και πόσο μάλλον αν αυξηθεί περαιτέρω.

Αναμφίβολα, κατάσταση προβληματισμού επικρατεί στα επιτελεία των επιχειρήσεων που περιμένουν να τρέξει μια σειρά από επενδύσεις στην οικονομία, προκειμένου να ανεβάσουν τις οικονομικές τους επιδόσεις.

Πρόκειται για εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε κλάδους όπως το τσιμέντο, τα μέταλλα, το ξύλο και οι μικρομεσαίες κατασκευές. Αρκετά τέτοια projects είχαν προγραμματιστεί αρχικά να ξεκινήσουν κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2021, πλην όμως είχαν αναβληθεί για τη φετινή άνοιξη, με την ελπίδα ότι οι τιμές των βασικών πρώτων υλών θα είχαν αποκλιμακωθεί στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα. Ωστόσο, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία φαίνεται ότι μειώνει τις πιθανότητες μιας τέτοιας εξέλιξης, οπότε ενδέχεται να δούμε να αναβάλλεται εκ νέου η εκκίνηση αρκετών έργων.

Στον κλάδο των πετρελαιοειδών (διυλιστήρια, εταιρείες εμπορίας), οι προσδοκίες για τη φετινή ζήτηση ήταν σαφώς ανοδικές, καθώς δεν επαναλήφθηκαν τα περυσινά περιοριστικά μέτρα που είχαν ληφθεί για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Η τρέχουσα εκτίναξη της τιμής του πετρελαίου, όμως, έχει προβληματίσει έντονα τους παράγοντες του κλάδου.

Μετά το +6,5% στον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του Ιανουαρίου, παράγοντες της αγοράς προέβλεπαν αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, με την εκτίμηση ότι αυτός θα έκλεινε κοντά στο 2% έως το τέλος του έτους. Μετά όμως και τις τελευταίες εξελίξεις, οι προαναφερθείσες εκτιμήσεις βρίσκονται στον… αέρα και η ουσία είναι πως όσο ο πληθωρισμός εξακολουθεί να κυμαίνεται στα ύψη, τόσο περισσότερο θα επηρεάζονται αρνητικά το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, το ύψος των καταθέσεων σε πραγματικές τιμές, αλλά και η καταναλωτική συμπεριφορά των πολιτών (με ό,τι αυτό μπορεί να σημάνει για τις εταιρείες που διαθέτουν καταναλωτικά προϊόντα).

Αντίθετα, περιορισμένες φαίνεται ότι θα είναι οι επιπτώσεις στο κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων, καθώς όλα δείχνουν ότι θα αφορά μόνο τις νέες χορηγήσεις και όχι τις προϋπάρχουσες. Και αυτό, γιατί τα πλείστα επιχειρηματικά δάνεια είναι συνδεδεμένα με το Euribor (συν περιθώριο, ανάλογα με την εταιρεία) και η ΕΚΤ δεν δείχνει διατεθειμένη να ανεβάσει μέσα στη φετινή χρονιά σε θετικό επίπεδο το βασικό παρεμβατικό της επιτόκιο.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v