Το 2033 θα υπερβεί τα προ κρίσης επίπεδα το κατά κεφαλή ΑΕΠ, σύμφωνα με τις προβλέψεις του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή που περιλαμβάνονται στο κείμενο εργασίας «Οι κινητήριοι μοχλοί της ανάπτυξης και οι τάσεις της παραγωγικότητας στην Ελλάδα την περίοδο 1960-2024».
Ένα κείμενο το οποίο κωδικοποιεί τις 5 περιόδους οικονομικής ανάπτυξης της χώρας κατά τις τελευταίες έξι δεκαετίες, διερευνά τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, εντοπίζει τις προκλήσεις για την ανάκαμψη του κεφαλαιακού αποθέματος και αναπτύσσει δύο σενάρια, σύμφωνα με τα οποία το κατά κεφαλήν ΑΕΠ αναμένεται να ξεπεράσει τα προ κρίσης επίπεδα έως το 2033.
Υπέρβαση του προ κρίσης κατά κεφαλήν ΑΕΠ έως το 2033
Το κείμενο εργασίας του Γραφείου Προϋπολογισμού προχωρά σε μία εκτενή ανάλυση των μακροπρόθεσμων αναπτυξιακών προοπτικών της Ελλάδας, στο πλαίσιο της οποίας εξετάζει δύο σενάρια:
- Στο 1ο σενάριο, με συντηρητικό ετήσιο ρυθμό αύξησης των επενδύσεων της τάξεως του 4% σε συνδυασμό με ετήσιο ρυθμό αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας κατά 1,38% (που παραμένει χαμηλότερος από την ιστορική τάση του 1,46% η οποία κατεγράφη την περίοδο 1974-2007), η οικονομία προβλέπεται να φθάσει στο πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ του 2007 έως το 2032.
- Στο 2ο σενάριο, με ισχυρότερη αύξηση των επενδύσεων κατά 6,6% ετησίως και ετήσιο ρυθμό αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας κατά 1,85%, η ελληνική οικονομία ξεπερνά το επίπεδο του πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ του 2007 δύο χρόνια νωρίτερα, δηλαδή έως το 2030.
Προβλέψεις για το Κατά Κεφαλήν ΑΕΠ: Ελλάδα, 2025-2033

Σημειώσεις: Το γράφημα αυτό απεικονίζει το προβλεπόμενο πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Ελλάδα για την περίοδο 2025–2033 σύμφωνα με υπολογισμούς του ΓΠΚΒ. Οι προβλέψεις ενσωματώνουν ποικίλους ρυθμούς αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας, αντανακλώντας τις διαφορές στον ρυθμό ανάκαμψης του κεφαλαίου. Εξετάζονται δύο σενάρια: (i) το Σενάριο Ήπιας Ανάκαμψης Κεφαλαίου (πορτοκαλί διακεκομμένη γραμμή), το οποίο υποθέτει σταδιακή επιστροφή της συσσώρευσης κεφαλαίου στο επίπεδο του 2007, με ετήσιο ρυθμό αύξησης των επενδύσεων 4,0%. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ετήσιο ρυθμό αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας 1,38%, ο οποίος υπολείπεται της ιστορικής τάσης που παρατηρήθηκε κατά την περίοδο 1974-2007· και (ii) το Σενάριο Ισχυρής Ανάκαμψης Κεφαλαίου (κόκκινη διακεκομμένη γραμμή), όπου η συσσώρευση κεφαλαίου επιστρέφει ταχύτερα στο επίπεδο του 2007, υποθέτοντας ετήσιο ρυθμό αύξησης των επενδύσεων 6,6%. Σε αυτήν την περίπτωση, η παραγωγικότητα της εργασίας αυξάνεται κατά 1,85% ετησίως, υπερβαίνοντας τον ιστορικό μέσο όρο.
Πηγές: Στοιχεία Eurostat και υπολογισμοί των συγγραφέων
Και στα δύο σενάρια, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας προβλέπεται να υπερβεί τα επίπεδα του 2007 και του 2010 έως το 2033, έχοντας ως κινητήριους μοχλούς για την επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας που υποστηρίζεται από τις επενδύσεις και την εμβάθυνση του κεφαλαίου, δηλαδή την αύξηση του ποιοτικού κεφαλαίου ανά εργαζόμενο.
Ακολουθήστε το Euro2day.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του Euro2day.gr
FOLLOW USΑκολουθήστε τη σελίδα του Euro2day.gr στο LinkedinΤα ευρήματα αυτά υπογραμμίζουν την ανάγκη εντατικοποίησης των προσπαθειών για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις οι οποίες ενισχύουν την ανάπτυξη με στόχο την αύξηση της παραγωγικότητας, την ενίσχυση των επενδύσεων κεφαλαίου και την προώθηση μιας πιο δυναμικής αγοράς εργασίας.
Διερευνώντας τις μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης της Ελλάδας έως το 2033, το κείμενο εργασίας εντοπίζει και αναλύει μία αξιοσημείωτη απόκλιση στην ανάκαμψη του κεφαλαιακού αποθέματος μετά την κρίση: ενώ παρατηρείται ισχυρή ανάκαμψη των επενδύσεων σε μηχανήματα και εξοπλισμό την περίοδο 2017-2024 (+9,3% ετησίως κατά μέσο όρο), διαπιστώνεται συνεχιζόμενη υστέρηση στα κτίρια και τις κατασκευές (-0,1% ετησίως κατά μέσο όρο).
«Οι σχετικά υποτονικές επιδόσεις των επενδύσεων σε κτίρια και κατασκευές αναδεικνύουν τους περιορισμούς που εξακολουθούν να υφίστανται στον κατασκευαστικό τομέα, συμπεριλαμβανομένων των κανονιστικών εμποδίων, των προκλήσεων χρηματοδότησης και του περιορισμένου αποθέματος βιώσιμων έργων. Αυτή η απόκλιση υποδηλώνει μια μη ισορροπημένη ανάκαμψη που μπορεί να περιορίσει το εύρος της μακροπρόθεσμης παραγωγικής ικανότητας», σχολιάζουν οι συντάκτες του δοκιμίου και συμπληρώνουν:
«Η διατήρηση της δυναμικής των επενδύσεων σε εξοπλισμό -ιδίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε εμπορεύσιμους τομείς- φαίνεται πολύ σημαντική, ενώ ο εντοπισμός και η σταδιακή αντιμετώπιση των πιο δεσμευτικών περιορισμών στον κατασκευαστικό τομέα μπορεί να συμβάλει ώστε να ξεκινήσει η ανάκαμψη των επενδύσεων στα κτίρια. Ωστόσο, οποιεσδήποτε τέτοιες παρεμβάσεις θα πρέπει να ιεραρχηθούν προσεκτικά και να ευθυγραμμιστούν με τις ευρύτερες δημοσιονομικές και μακροοικονομικές συνθήκες».
*Διαβάστε το πλήρες κείμενο δεξιά στη στήλη Συνοδευτικό Υλικό.