Σε πολύτιμο «πουγκί», για την ταχεία αποκλιμάκωση του δημοσίου χρέους και την πρόωρη αποπληρωμή των μνημονιακών δανείων, αναδεικνύεται το αποθεματικό των περίπου 45 δισ. ευρώ που έχει «χτίσει» η χώρα μας τα τελευταία χρόνια.
Το περιβόητο «μαξιλάρι» σε συνδυασμό με τη δημοσιονομική πειθαρχία (υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα), και τους υψηλότερους- σε σχέση με το μέσο όρο της Ε.Ε.- ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, αντικατοπτρίζεται πλέον στην …καμπύλη του χρέους, αλλάζοντας άρδην την εικόνα της Ελλάδας στις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Σύμφωνα με τη UBS η Ελλάδα εμφανίζει την καλύτερη δυναμική αποκλιμάκωσης δημόσιου χρέους στον κόσμο, παρά το γεγονός ότι διατηρεί ένα από τα υψηλότερα επίπεδα χρέους.
Την τελευταία εξαετία η χώρα μείωσε το δημόσιο χρέος της κατά περίπου 50 ποσοστιαίες μονάδες (από το 205% του ΑΕΠ «έπεσε» στο 153,6% το 2024) και έπεται συνέχεια, αν τηρηθεί αταλάντευτα η «γραμμή» της δημοσιονομικής σταθερότητας.
Όπως δήλωσε την περασμένη Παρασκευή ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης στο Bloomberg, η Ελλάδα θα αποπληρώσει δέκα χρόνια νωρίτερα τα δάνεια του πρώτου μνημονίου, από το αρχικά προβλεπόμενο χρονοδιάγραμμα.
Τα δάνεια αυτά θα εξοφληθούν στο σύνολο τους μέχρι το 2031. Σήμερα, η χώρα οφείλει 31,6 δισ. ευρώ από τα αρχικά 52,9 δισ. ευρώ της Δανειακής Διευκόλυνσης του 2010, ενώ η επιτάχυνση των πληρωμών αναμένεται να συμβάλει στη σταδιακή εξομάλυνση του προφίλ χρέους μετά το 2032.
Η συνέχιση των πρόωρων αποπληρωμών, θα επιταχύνουν την αποκλιμάκωση του χρέους, το οποίο το 2026 θα περιοριστεί στο 137,6% του ΑΕΠ, με προοπτική να υποχωρήσει σε επίπεδα κάτω του 120% πριν από το 2030.
Ο ρόλος του αποθεματικού
Ωστόσο, πολύ λιγότερα θα είχαν γίνει στο μέτωπο του χρέους αν δεν υπήρχε το «μαξιλάρι» των περίπου 45 δισ. ευρώ, το οποίο είναι αποτέλεσμα μιας δεκαετίας δημοσιονομικών επιλογών, δανεισμού και χρηστής διαχείρισης μετά την καταστροφική κρίση χρέους, η οποία οδήγησε τη χώρα σε χρεοκοπία.
Η δημιουργία του «κουμπαρά» ξεκίνησε ουσιαστικά στο τέλος των μνημονίων, το 2018, όταν η χώρα ολοκλήρωσε το πρόγραμμα στήριξης του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM). Τότε, με συνεννόηση της κυβέρνησης και των ευρωπαϊκών θεσμών, αποφασίστηκε να σχηματιστεί ένα ταμειακό απόθεμα ασφαλείας που θα εξασφάλιζε την ομαλή έξοδο στις αγορές και θα λειτουργούσε ως «ασπίδα» σε ενδεχόμενες αναταράξεις.
Από το συνολικό ποσό, τα 15,697 δισ. ευρώ προήλθαν από το τελευταίο δάνειο του ESM, τα οποία δόθηκαν αποκλειστικά για τον σκοπό αυτό. Τα χρήματα αυτά κατατέθηκαν στον Ενιαίο Λογαριασμό Θησαυροφυλακίου στην Τράπεζα της Ελλάδος και παραμένουν δεσμευμένα, διαθέσιμα μόνο για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους. Από αυτά έχουν απομείνει περίπου 10,697 δισ. ευρώ μετά τις πρόωρες αποπληρωμές δανείων, καθώς μετά από τη σύμφωνη γνώμη των πιστωτών χρησιμοποιήθηκαν κεφάλαια και από αυτή τη «δεξαμενή» ρευστότητας.
Πρόωρες αποπληρωμές
Από το 2022 η Ελλάδα επιτάχυνε τις πρόωρες αποπληρωμές σβήνοντας χρέος 2,645 δισ. ευρώ. Το 2023 εξοφλήθηκαν νωρίτερα 5,29 δισ. ευρώ και τον Δεκέμβριο του 2024 διαγράφηκαν υποχρεώσεις ύψους 7,935 δισ. ευρώ. Για τον επόμενο μήνα προγραμματίζεται η πρόωρη αποπληρωμή άλλων δανείων 5,290 δισ. ευρώ, τα οποία λήγουν μεταξύ 2033 και 2041.
Επιπλέον, το ελληνικό Δημόσιο διαθέτει 1,145 δισ. ευρώ από ειδικά δικαιώματα ανάληψης (SDR) που παρέχει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, καθώς και κεφάλαια που αντλήθηκαν από τα ευρωπαϊκά ταμεία.
Το 2025, η χώρα έλαβε 3,1 δισ. ευρώ, δάνεια και επιχορηγήσεις, από το Ταμείο Ανάκαμψης, τα οποία ενσωματώθηκαν στο ταμειακό απόθεμα, προσφέροντας πρόσθετη ασφάλεια στις δημόσιες χρηματοδοτικές ανάγκες. Έτσι, τα πραγματικά διαθέσιμα του Δημοσίου, μαζί με αυτά που διατηρεί διαχρονικά ο κρατικός προϋπολογισμός, ανέρχονται σε 24 δισ. ευρώ.
Σημαντικό τμήμα του «μαξιλαριού», περίπου 20,9 δισ. ευρώ, προέρχεται από τα ταμειακά διαθέσιμα των φορέων της γενικής κυβέρνησης, όπως ασφαλιστικά ταμεία, νοσοκομεία και οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης.
Αυτά τα κεφάλαια τοποθετούνται μέσω συμφωνιών επαναγοράς (repos) - βραχυπρόθεσμων δανείων του κράτους από τους ίδιους τους φορείς, με ανταπόδοση τόκων. Η πρακτική αυτή, αν και αυξάνει προσωρινά τη ρευστότητα του Δημοσίου, απαιτεί συνεχή διαχείριση, καθώς αυξάνει το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους.
Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, από τα 20,4 δισ. ευρώ των φορέων, περίπου 14,5 δισ. ευρώ βρίσκονται τοποθετημένα στον λογαριασμό της Τράπεζας της Ελλάδος και δεν έχουν ακόμη μετατραπεί σε repos, ενώ 6,4 δισ. ευρώ παραμένουν εκτός ΤτΕ.
Η σταδιακή αύξηση του αποθέματος οφείλεται επίσης στη δημοσιονομική προσαρμογή των τελευταίων ετών και στα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα που καταγράφηκαν από το 2017 και εντεύθεν. Αυτά έδωσαν τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να καλύπτει τις ανάγκες εξυπηρέτησης του χρέους (τόκοι) χωρίς συνεχή δανεισμό, διατηρώντας τα έσοδα του προϋπολογισμού σε επίπεδο που επέτρεψε την ενίσχυση του ταμειακού αποθέματος, το οποίο ανέρχεται σήμερα σε περίπου 45 δισ. ευρώ.