Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Εισηγμένες: 3+1 λόγοι ανεβάζουν το κόστος χρηματοδότησης

Πώς προχωρούν οι αναχρηματοδοτήσεις εισηγμένων και μη επιχειρήσεων. Ποιες εταιρείες καλούνται να επιβαρυνθούν με αυξημένο κόστος χρηματοδότησης και ποιες εμφανίζονται... ευνοημένες από τη συγκυρία.

Εισηγμένες: 3+1 λόγοι ανεβάζουν το κόστος χρηματοδότησης

Σημαντική αύξηση στο κόστος χρηματοδότησής τους καλούνται να αντιμετωπίσουν φέτος οι εισηγμένες (και όχι μόνο) εταιρείες στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, πριν καν έρθουν αντιμέτωπες με την ανοδική τάση που ευρύτερα παρατηρείται στο μέτωπο των επιτοκίων (π.χ. yields στους κρατικούς τίτλους, ή στα εταιρικά ομόλογα).

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, τα επιτόκια χορηγήσεων στα παλαιότερα δάνεια δεν έχουν μεταβληθεί (με δεδομένο ότι το Euribor δεν έχει περάσει ακόμη σε θετικό έδαφος), ενώ δεν είναι βέβαιο ότι και οι νέες χρηματοδοτήσεις γίνονται με αυξημένο κόστος για τις επιχειρήσεις.

«Υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις, όπου οι αναχρηματοδοτήσεις γίνονται με ευνοϊκότερους όρους και αυτό αφορά κυρίως τις επιχειρήσεις που βελτίωσαν τους δείκτες ρευστότητας και κεφαλαιακής τους διάρθρωσης. Επίσης, οι τράπεζες είναι αυτή την περίοδο πολύ πρόθυμες να δανείσουν περισσότερα κεφάλαια εταιρείες με υψηλή πιστοληπτική ικανότητα, οπότε δεν δίνουν έμφαση στο μέτωπο των επιτοκίων, προκειμένου να διοχετεύσουν σε σίγουρες τοποθετήσεις την υπερβάλλουσα ρευστότητά τους. Όλα αυτά βέβαια συμβαίνουν έως σήμερα, γιατί σύντομα ενδέχεται να δούμε αλλαγές σε ένα τόσο ευμετάβλητο εξωτερικό περιβάλλον», δηλώνει στο Euro2day.gr οικονομικός διευθυντής εισηγμένης εταιρείας.

Πέρα όμως από το ζήτημα του επιτοκίου, υπάρχουν ακόμη τρεις λόγοι για τους οποίους οι επιχειρήσεις καλούνται φέτος να επιβαρυνθούν με αυξημένο κόστος χρηματοδότησης.

Ο πρώτος λόγος αφορά το υψηλότερο κεφάλαιο κίνησης που απαιτείται εξαιτίας της εκτίναξης των τιμών των πρώτων υλών και των πολλών άλλων συντελεστών κόστους. Από τα διυλιστήρια και τις εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών έως τις μεταλλουργίες, τις κλωστοϋφαντουργίες, τα εργοστάσια ξύλου, τις χημικές βιομηχανίες, αλλά και τις εμπορικές επιχειρήσεις, η διατήρηση σταθερών αποθεμάτων συνεπάγεται δέσμευση πολύ περισσότερων κεφαλαίων σε σχέση με πέρυσι, τα οποία προέρχονται είτε από τη μείωση των διαθεσίμων είτε -στις πλείστες των περιπτώσεων- μέσα από την αύξηση του τραπεζικού δανεισμού των εταιρειών (άνοδος κόστους χρηματοδότησης, παρά τη διατήρηση του επιτοκίου στο ίδιο ύψος).

Πέραν αυτού ωστόσο, υπάρχει ένας ακόμη λόγος για τον οποίον ο τραπεζικός δανεισμός πολλών εταιρειών έχει εκτιναχθεί κατά το πρώτο φετινό εξάμηνο και αφορά τα σοβαρά ζητήματα που παρατηρούνται στο μέτωπο της εφοδιαστικής αλυσίδας.

Ειδικότερα, ενώ άλλες επιχειρήσεις δεν έχουν προϊόντα για να εξυπηρετήσουν την υπάρχουσα ζήτηση, πολλές εταιρείες φόρτωσαν τις αποθήκες τους με υπερβάλλοντα αποθέματα προκειμένου να μπορέσουν μέσα στη φετινή χρονιά να εξυπηρετήσουν απρόσκοπτα τους πελάτες τους και ενδεχομένως να κερδίσουν μερίδια αγοράς, σε περίπτωση που κάποιοι ανταγωνιστές τους δεν μπορέσουν να βρουν αντίστοιχες λύσεις. Ενδεικτικά είναι τα παραδείγματα της ElvalHalcor, που αύξησε φέτος δραστικά τα αποθέματά της, όπως επίσης και της AS Company, που γέμισε τις αποθήκες της, διπλασιάζοντας το περυσινό της στοκ.

Τέλος, πολλές επιχειρήσεις, σε μια προσπάθειά τους να περιορίσουν το ρίσκο ενός πολύ αυξημένου κόστους χρηματοδότησης κατά τα επόμενα χρόνια, έσπευσαν να «κλειδώσουν» από τώρα τα επιτόκια δανεισμού τους, καταβάλλοντας κάποιο υπερτίμημα. Αν για παράδειγμα η τρέχουσα επιβάρυνσή τους είναι Euribor +3% (δηλαδή με βάση τις τρέχουσες συνθήκες, 3%), «κλειδώνουν» μια σταθερή επιβάρυνση της τάξεως π.χ. του 4% για την επόμενη πενταετία. Σε τέτοιου είδους κινήσεις έχουν προχωρήσει αρκετές εταιρείες για ένα τμήμα του δανεισμού τους.

Σύμφωνα με παράγοντα της αγοράς, «το υπερτίμημα σήμερα του κλειδώματος των επιτοκίων κυμαίνεται γύρω στο +1,5%, ενώ για όποιους είχαν σπεύσει από πέρυσι σε μια τέτοια κίνηση έχουν επιβαρυνθεί χαμηλότερα, μόλις κοντά στο +0,5%. Είναι προφανές ότι το κλείδωμα αυτό του επιτοκίου μπορεί να περιορίζει το μελλοντικό ρίσκο του δανειακού κόστους, από την άλλη πλευρά όμως, οδηγεί σε αύξηση των καταβαλλόμενων χρεωστικών τόκων από φέτος, πριν δηλαδή ανέβουν τα επιτόκια για τις άλλες επιχειρήσεις. Για τον λόγο αυτό άλλωστε, οι εταιρείες προχώρησαν στις πλείστες των περιπτώσεων σε τέτοιες κινήσεις για ένα τμήμα και όχι για το σύνολο των τραπεζικών τους υποχρεώσεων.

Στους ωφελημένους ομίλους συγκαταλέγονται εκείνοι που προχώρησαν πέρυσι ή και το πρώτο φετινό δίμηνο σε εκδόσεις εταιρικών ομολόγων, διασφαλίζοντας χαμηλά επιτόκια για τα επόμενα πέντε ή και επτά έτη.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v