Το υπαρξιακό δίλημμα της CVC στον δρόμο για το Χρηματιστήριο

Η εποχή της «μυστικότητας» έχει παρέλθει, ακόμη και για τα funds. Ενώπιον της απόφασης για εισαγωγή σε ευρωπαϊκό χρηματιστήριο το private equity με την έντονη ελληνική παρουσία. Κόντρα στη φιλοσοφία του, αλλά με μεγάλη δυναμική επιτυχίας.

Το υπαρξιακό δίλημμα της CVC στον δρόμο για το Χρηματιστήριο

Στο μεγαλύτερο στοίχημα της ιστορίας της ποντάρει σήμερα η CVC Capital Partners: με κάποια από τα πιο επιτυχημένα deals ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων στο πολυετές ενεργητικό της, ακολουθώντας τη συνταγή της άκρας ιδιωτικότητας έως και μυστικότητας, σήμερα σκέφτεται να διαβεί το κατώφλι της δημόσιας διαπραγμάτευσης. Είναι μεν στις καλύτερες στιγμές της, ωστόσο το σταυροδρόμι μπροστά της είναι κρίσιμο, σχεδόν υπαρξιακό, αν θέλει να διατηρήσει τη φόρα της στο μέλλον.

Στο επενδυτικό fund με την ισχυρή παρουσία στην Ελλάδα και τη δεσπόζουσα παγκόσμια δραστηριότητα, σε τομείς όπως το εμπόριο, ο αθλητισμός, τα τρόφιμα, η υγεία, ο τουρισμός και η ενέργεια, αναφέρεται εκτενές δημοσίευμα των Financial Times: από τα χρόνια που αναδύθηκε στους κόλπους της Citicorp και τη θριαμβευτική πορεία επί Θάτσερ, στην αυτονόμηση του 1993, τις δικαστικές διαμάχες και εντέλει στο σημερινό δίλημμα για αλλαγή φιλοσοφίας, ακριβώς για να διατηρήσει τον αέρα νικητή.

Σχεδόν τρεις δεκαετίες μετά την απόσχιση από τη Citibank του Λονδίνου, η εταιρεία των 700 ατόμων και των περιουσιακών στοιχείων που αγγίζουν τα 133 δισ. ευρώ σκέφτεται την είσοδο σε χρηματιστήριο. Τον ίδιο δρόμο έχουν ακολουθήσει μείζονες επενδυτικοί οργανισμοί, όπως οι Blackstone, KKR και Carlyle. Κίνητρα; Να διατηρήσει τα ηνία έναντι Ευρωπαίων ανταγωνιστών, όπως η EQT που έχει αναπτυχθεί ραγδαία μετά την εισαγωγή στο χρηματιστήριο, ίσως και να δοθεί η δυνατότητα σε μεγάλες κεφαλές του ομίλου να ρευστοποιήσουν τα μερίδιά τους.

Από την άλλη, η εισαγωγή στο χρηματιστήριο συνεπάγεται έναν βαθμό ελέγχου -κόκκινο πανί στην κουλτούρα του fund, στο άλλο άκρο από τη συνταγή της μακράς επιτυχίας.

Φιλοσοφία υψηλού ρίσκου και μηχανισμοί πληρωμής

Οι ιδιωτικοί έως ατομικιστικοί μηχανισμοί πληρωμής στη CVC ανταμείβουν τους winners αλλά πληγώνουν όσους αποτυγχάνουν. Αν το deal πάει καλά, ικανό μέρος των κερδών πηγαίνει κατευθείαν στον dealmaker. Και αντιστρόφως.

Από τα γεννοφάσκια της και με συνέπεια, η εταιρεία ακολουθεί αυτό το μοντέλο υψηλού κινδύνου και υψηλών ανταμοιβών. Τώρα, ο «μάγος επενδυτής», που αν ποντάρει στην κότα με τα χρυσά αυγά θα ανταμειφθεί και με το παραπάνω, πώς θα χωρέσει σε μια αχανή δομή και σε γραφειοκρατικά καλούπια;

Ανταγωνιστές της CVC, αντιθέτως, συμψηφίζουν κινδύνους και ανταμοιβές, ώστε τα κέρδη μιας καλής συμφωνίας να αντισταθμίζουν απώλειες από αλλού. Αλλά με το win win, αντιτείνουν οι σκληροπυρηνικοί της κουλτούρας CVC, χάνεται η γοητεία και το ρίσκο. «Αν χάσεις χρήματα, πρέπει να πληρώσεις. Στη CVC παλεύουμε για να σώσουμε τις εταιρείες στα δύσκολα, και γι' αυτό σπάνια αποτυγχάνουμε».

Απόφαση ειλημμένη με μεγάλα ζητούμενα

Οι συνθήκες που μετά την οικονομική κρίση της περασμένης δεκαετίας έδωσαν πρωταγωνιστικό ρόλο στα private equity έχουν διασαλευθεί. Ωστόσο, ο πόλεμος στην Ουκρανία έφερε μια ανάπαυλα στα σχέδια και στη σχετική περισυλλογή.

Βέβαια, η εισαγωγή στο χρηματιστήριο του Άμστερνταμ είναι απόφαση ειλημμένη, λένε οι πηγές. Το ερώτημα είναι πότε -καθώς και αν μπορεί να εκσυγχρονιστεί ένας από τους παλαιότερους ομίλους private equity στην Ευρώπη, βαρύς στις αλλαγές. Οι μεγαλύτεροι ανταγωνιστές έχουν ήδη μετατραπεί σε asset managers, υιοθετώντας μεγαλύτερη ποικιλομορφία στρατηγικών. Κομβική η στιγμή συνολικά για τη βιομηχανία των ιδιωτικών συμμετοχών.

Τα στελέχη του ομίλου, που έχει την έδρα του στο Λουξεμβούργο, αν και η μεγάλη βάση παραμένει το Λονδίνο, υπερασπίζονται τα οφέλη της ιδιωτικότητας, όπως η ελευθερία από τον έλεγχο τριμήνου ή από κάθε λογής αναλυτές.

«Διατηρούν χαμηλό προφίλ και χαμηλούς τόνους επειδή βγάζουν πολλά χρήματα», λέει ανταγωνιστής. Η παρουσία σε δημόσια αγορά μπορεί να επιφέρει ελέγχους στο εργασιακό περιβάλλον, στην πολιτική ορθότητα, ακόμη και στις πολιτικές φύλου, μέρες που είναι. Η CVC παραμένει fund ισχυρά ανδροκρατούμενο, λένε. Μπορεί να φέρει και λογοδοσία σχετικά με τη φήμη εταιρειών που εντάσσονται στο χαρτοφυλάκιό της.

Επίσης, αντίθετα με την έμφυτη ροπή των funds προς τις επικερδείς συναλλαγές, οι μέτοχοι νοιάζονται περισσότερο για τους όγκους των συναλλαγών παρά για την επιτυχία των επενδύσεων. Δεν είναι ευκαταφρόνητο το 2% που χρεώνουν οι όμιλοι ως τέλος διαχείρισης.

Αφού εισέλθουν στο χρηματιστήριο όμως, τα private equity εστιάζουν λιγότερο στα κέρδη από μεμονωμένες συμφωνίες και περισσότερο στη συγκέντρωση κεφαλαίων και συσσώρευση περιουσιακών στοιχείων. Και η CVC έχει ξεκινήσει τη σχετική διαδικασία, έχοντας δημιουργήσει credit business ήδη από το 2005, ενώ έχει εισέλθει και στη δευτερογενή αγορά. Ωστόσο, δεν μπορεί να χωνέψει ότι άλλοι εισηγμένοι ανταγωνιστές δεν είναι προσηλωμένοι στα κέρδη από τις συναλλαγές. Εδώ πρόκειται για modus vivendi.

Σταθερές προμήθειες στους μετόχους, κέρδη-κίνητρα στους partners

Η ιδέα για εισαγωγή στο χρηματιστήριο προϋποθέτει ότι θα διατηρηθεί η επιβράβευση των χρυσοφόρων deals: σταθερές προμήθειες στους μετόχους, αλλά ροή κερδών-κίνητρο στους partners. Πόσο εύκολα όμως θα μπορούσε να εξισορροπηθεί με τις προσδοκίες των μετόχων;

Στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, καταλήγουν οι Financial Times, τα πράγματα είναι πιο φλου. Ανταγωνιστές όπως η Bridgepoint και η EQT δεν έχουν αποκαλύψει πόσα χρήματα βγάζουν οι διευθύνοντες σύμβουλοί τους. Αυτό ταιριάζει στη CVC. Ή μήπως, τονίζει το δημοσίευμα, είναι και μια ευκαιρία για τους ιστορικούς συνιδρυτές ή για άλλους συμμέτοχους, όπως η νομισματική αρχή του Χονγκ Κονγκ και της Σιγκαπούρης ή η επενδυτική αρχή του Κουβέιτ, να ρευστοποιήσουν; Σύμφωνα με την Blue Owl, 15 δισ. ευρώ είναι αυτά...

Προς το παρόν, η στιγμή δεν κρίνεται ιδανική για εισαγωγή στο χρηματιστήριο. Το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους αυξάνεται, οι οικονομίες συρρικνώνονται, οι αξίες μειώνονται καθώς σφίγγουν τα επιτόκια, ενώ οι μετοχές των EQT και Bridgepoint έχουν χάσει πάνω από 50% φέτος. Είναι η πιο δύσκολη στιγμή από την κρίση του 2008. Αλλά άλλη επιλογή δεν έχει η CVC, αν θέλει να μεγαλώσει -όπως ακριβώς έχει μάθει να κάνει εδώ και δεκαετίες.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v