Υπάρχει μια συγκεκριμένη ημερομηνία που οι Βρυξέλλες τελικά εγκατέλειψαν το διαρκές όνειρό τους να γίνουν η κυρίαρχη παγκόσμια ρυθμιστική αρχή τεχνολογίας που θα χαλιναγωγούσε αμερικανικούς τεχνολογικούς γίγαντες όπως η Google και η Apple.
Αυτό συνέβη την περασμένη Τετάρτη 19 Νοεμβρίου, όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποχώρησε πλήρως από τους κανόνες της για τα δεδομένα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής και έθεσε σε παύση τη ρύθμιση της τεχνητής νοημοσύνης, όλα στο πλαίσιο της προσπάθειας να καταστούν οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες πιο ανταγωνιστικές στην παγκόσμια αναμέτρηση με τις ΗΠΑ και την Κίνα, σημειώνει το Politico.
Αυτό, προσθέτει, ήταν το τέλος του «Φαινομένου των Βρυξελλών» — της ιδέας ότι η ΕΕ θα ήταν πρωτοπόρα στη νομοθεσία για την τεχνολογία και θα έθετε τα παγκόσμια πρότυπα για την ιδιωτικότητα και την τεχνητή νοημοσύνη.
Οι επικριτές υποστηρίζουν ότι η Ουάσιγκτον χαράζει τώρα απορρυθμιστική πορεία, ενώ ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ πλήττει τις φιλοδοξίες της Ευρώπης απειλώντας να επιβάλει δασμούς σε χώρες που κατηγορεί ότι επιτίθενται στις «απίστευτες αμερικανικές τεχνολογικές εταιρείες».
«Δεν ακούω πλέον κανέναν στις Βρυξέλλες να λέει "Είμαστε η σούπερ ρυθμιστική αρχή"», δήλωσε η Μαριέτε Σάκε, πρώην μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ειδική σύμβουλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που διαμόρφωσε τους κανόνες τεχνολογίας της Ευρώπης.
Απλοποίηση ή απορρύθμιση - Οι δύο όψεις
Τη μεγάλη στροφή από τον καθορισμό κανόνων σηματοδότησε η πρόταση για ένα «ψηφιακό πακέτο» την προηγούμενη Τετάρτη — βασικό μέρος του προγράμματος «απλοποίησης» που κατέθεσε η πρόεδρος της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για τη μείωση της γραφειοκρατίας, προκειμένου να καταστεί πιο ανταγωνιστική η Ευρώπη.
«Είτε αποκαλείται απλοποίηση είτε απορρύθμιση, σίγουρα απομακρύνεται η εποχή που η ρύθμιση θεωρούνταν σημαντική», δήλωσε η Άνου Μπράντφορντ, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, η οποία επινόησε τον όρο «Φαινόμενο των Βρυξελλών» το 2012.
Η προσπάθεια απορρύθμισης ακολούθησε μια περίοδο μηνών κατά την οποία η κυβέρνηση Τραμπ άσκησε πιέσεις στην ΕΕ ώστε να αναιρέσει την εφαρμογή των κανόνων της στον τομέα της τεχνολογίας, τους οποίους οι μεγάλοι τεχνολογικοί γίγαντες και ο ίδιος ο Τραμπ θεωρούν «φόρους» που στοχεύουν σε αμερικανικές εταιρείες.
Το ψηφιακό πακέτο (omnibus) ήταν ένα από τα «κύρια σημεία συζήτησης» σε συνάντηση της επικεφαλής τεχνολογίας της ΕΕ Χένα Βιρκούνεν, του υπουργού Εμπορίου των ΗΠΑ Χάουαρντ Λάτνικ και του Αμερικανού εκπροσώπου εμπορίου Τζέιμισον Γκριρ τη Δευτέρα.
«Υιοθετήσαμε ένα σημαντικό πακέτο που θα έχει αντίκτυπο όχι μόνο στις εταιρείες της ΕΕ, αλλά και στις αμερικανικές εταιρείες, επομένως τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να εξηγήσουμε τι κάνουμε», δήλωσε ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Τομά Ρενιέ στους δημοσιογράφους τη Δευτέρα, ερωτηθείς γιατί η Βιρκούνεν συζήτησε το θέμα με τους Αμερικανούς ομολόγους της.
Ο Λάτνικ, ωστόσο, δήλωσε στο Bloomberg ότι η Ουάσιγκτον επιδιώκει κάτι περισσότερο από μια απλή εξήγηση των νόμων της ΕΕ — επιθυμεί αλλαγές στους κανόνες τεχνολογίας της.
Αμερικανικοί γίγαντες όπως η Google και η Meta ασκούν ισχυρές πιέσεις για να αντικατασταθεί η αυστηρή επιβολή της ΕΕ με πιο ήπιους κανόνες.
Πίσω από την προσπάθεια να σπάσουν τα δεσμά για τις τεχνολογικές εταιρείες κρύβεται ο φόβος να χαθεί η υποσχόμενη οικονομική άνθηση που συνδέεται με τις τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης. Οι Βρυξέλλες φαίνονται πρόθυμες να ανταλλάξουν τον ρόλο τους ως παγκόσμιας τεχνολογικής αστυνομίας με ένα εισιτήριο για την κούρσα της τεχνητής νοημοσύνης.
Το GDPR σκόνταψε στην τεχνητή νοημοσύνη
Οι Βρυξέλλες επέδειξαν τη φιλοδοξία τους να ηγηθούν παγκοσμίως στη ρύθμιση του διαδικτυακού χώρου καθ' όλη τη δεκαετία του 2010.
Το 2016 υιοθέτησαν τον Γενικό Κανονισμό για την Προστασία Δεδομένων (GDPR). Έκτοτε, τον νόμο έχουν αντιγραφεί πάνω από 100 χώρες, δήλωσε ο Joe Jones, διευθυντής έρευνας και πληροφοριών στη Διεθνή Ένωση Επαγγελματιών Ιδιωτικού Απορρήτου.
Όταν τέθηκε σε ισχύ ο GDPR, εταιρείες όπως η Microsoft, η Google και το Facebook αναγνώρισαν ότι τις ώθησε να εφαρμόσουν παγκοσμίως τα πρότυπα απορρήτου της ΕΕ.
Αυτό χρησίμευσε ως μια χαρακτηριστική περίπτωση του Φαινόμενου των Βρυξελλών: Κατά τον καθορισμό των κανόνων στις Βρυξέλλες, οι πολυεθνικές εταιρείες εφάρμοζαν πρότυπα σε όλες τις επιχειρήσεις τους πολύ πέρα από τα σύνορα της ΕΕ. Και άλλες κυβερνήσεις αντέγραψαν ορισμένες από τις πρώτες προσπάθειες των Βρυξελλών να θέσουν τους κανόνες.
Μετά τον GDPR, η ΕΕ υιοθέτησε κι άλλους νόμους που φιλοδοξούσαν να περιορίσουν τις μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες, είτε πιέζοντας τις πλατφόρμες να ελέγχουν το παράνομο περιεχόμενο μέσω του Νόμου περί Ψηφιακών Υπηρεσιών είτε εμποδίζοντάς τες να χρησιμοποιήσουν την κυριαρχία τους για να ευνοούν τις δικές τους υπηρεσίες μέσω του Νόμου περί Ψηφιακών Αγορών.
Το τελευταίο εγχειρίδιο κανόνων τεχνολογίας της ΕΕ, ο Νόμος για την Τεχνητή Νοημοσύνη, ήταν η τελευταία προσπάθεια των Βρυξελλών για πρωτοποριακή νομοθεσία, με στόχο να αντιμετωπιστούν κίνδυνοι που αναδύονται από τη νέα τεχνολογία.
«Υπήρχε μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στον κανονισμό της ΕΕ, εν μέρει επειδή η ΕΕ φαινόταν σίγουρη. Αυτή τη στιγμή, που η ΕΕ υποχωρεί, κάθε κυβέρνηση κάνει το ίδιο», δήλωσε ο Μπράντφορντ.
Τραμπική λαίλαπα
Αμέσως μετά την υιοθέτηση του εγχειριδίου κανόνων της ΕΕ για την τεχνητή νοημοσύνη, ο Τραμπ ανέλαβε τα καθήκοντά του και κατήργησε τους κανόνες ασφάλειας περί τεχνητής νοημοσύνης που είχε υιοθετήσει ο προκάτοχός του Τζο Μπάιντεν.
Η αλλαγή φρουράς στην Ουάσιγκτον έγινε ακριβώς τη στιγμή που οι Βρυξέλλες συνειδητοποιούσαν την ανάγκη να είναι ανταγωνιστικές στον παγκόσμιο τεχνολογικό αγώνα δρόμου. Ο Ιταλός πρώην πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι παρουσίασε την έκθεση ανταγωνιστικότητας της ΕΕ το 2024, λίγες εβδομάδες πριν κερδίσει τη δεύτερη θητεία του ο Τραμπ.
«Νομίζω ότι το φαινόμενο των Βρυξελλών είναι ακόμα ζωντανό και καλά στην υγεία του. Απλώς έχει κι ένα κομμάτι του φαινομένου Ντράγκι, υπό την έννοια της γεωπολιτικής καινοτομίας, φαινομένου υπέρ της ανάπτυξης», δήλωσε ο Τζόουνς της IAPP.
Σύμφωνα με τον Γερμανό πολιτικό Γιαν Φίλιπ Άλμπρεχτ, πρώην μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και επικεφαλής αρχιτέκτονα του GDPR, η Ευρώπη δεν βλέπει πια τα οφέλη του κανονιστικού καθεστώτος της που έθεσε τον χρυσό κανόνα.
«Οι Ευρωπαίοι δεν έχουν πλέον αυτοπεποίθηση... Δεν βλέπουν δύναμη στην αγορά τους και στη δική τους ρυθμιστική και καινοτόμο ισχύ», δήλωσε.
Ποιος θα κάνει το κουμάντο
Άλλοι επικριτές της απορρύθμισης προχωρούν ένα βήμα παραπέρα, ισχυριζόμενοι ότι η Ουάσιγκτον έχει εκμεταλλευτεί το Φαινόμενο των Βρυξελλών — αλλά με τους δικούς της όρους.
«Κατά έναν περίεργο τρόπο, ίσως η κυβέρνηση Τραμπ έχει εμπνευστεί από το Φαινόμενο των Βρυξελλών, με την έννοια ότι βλέπει τι σημαίνει να θέτει κανείς παγκόσμια ρυθμιστικά πρότυπα», δήλωσε ο Μπράιαν Τσεν, διευθυντής πολιτικής στον μη κερδοσκοπικό ερευνητικό όμιλο Data & Society.
Απλώς, «θέλουν να θέτουν τα πρότυπα οι ίδιοι», είπε.
Η κυβέρνηση Τραμπ άσκησε πιέσεις στις Βρυξέλλες να μετριάσουν τη ρύθμιση στην τεχνολογία, στο πλαίσιο των δύσκολων εμπορικών συνομιλιών του καλοκαιριού.
Το γεγονός ότι η ΕΕ ακολούθησε την αποκλιμάκωση των τεχνολογικών νόμων ακριβώς τη στιγμή που οι ΗΠΑ την πιέζουν είναι κακή εικόνα, δήλωσε η Σάκε, πρώην βουλευτής. «Το τάιμινγκ του πακέτου απλοποίησης είναι πολύ κακό», είπε.
Υποστήριξε ότι είναι απαραίτητο να αντιμετωπιστεί το περιττό βάρος για τις εταιρείες, αλλά η έκδοση του ψηφιακού omnibus μετά την πίεση των ΗΠΑ «φαίνεται σαν συμμόρφωση σ' αυτή την κριτική».
Ο εκπρόσωπος της Επιτροπής Τομά Ρενιέ αρνήθηκε ότι η ΕΕ ενεργεί υπό την πίεση των ΗΠΑ. «Σχετικά με το ψηφιακό πακέτο, καμία τρίτη χώρα δεν επηρέασε την ατζέντα μας για την απλούστευση. Το πακέτο αφορά την Ευρώπη: λιγότερο διοικητικό βάρος, λιγότερες επικαλύψεις, λιγότερο κόστος», δήλωσε ο Ρενιέ.
«Ήμασταν πάντα σαφείς: η Ευρώπη έχει το κυριαρχικό της δικαίωμα να νομοθετεί», πρόσθεσε. «Τίποτα στο πακέτο δεν αποδυναμώνει την ψηφιακή μας νομοθεσία και θα συνεχίσουμε να την επιβάλλουμε, σταθερά αλλά δίκαια».