Νοιάζεται κανείς για το μέλλον;

Οι εξαγγελίες του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ προεξοφλούν χαλαρή δημοσιονομική πολιτική το 2021 και δείχνουν ότι το πρωτογενές έλλειμμα της χώρας θα «κοκκινίσει» ξανά. Ενδιαφέρεται κανείς;

Νοιάζεται κανείς για το μέλλον;

Πριν από μερικά χρόνια, ο τότε αρμόδιος αναπληρωτής υπουργός είχε «κατσαδιάσει» τη στήλη με το επιχείρημα «κι εσένα τι σε ενδιαφέρει», όταν του είχε υποβάλει ερώτηση-ένσταση σχετικά με μια παροχή προς συγκεκριμένη ομάδα (ένστολους) σε κατ’ ιδίαν συνομιλία.

Και τότε η ελληνική οικονομία βρισκόταν σε ύφεση όπως και τώρα, το πρωτογενές αποτέλεσμα του προϋπολογισμού ήταν ελλειμματικό και το δημόσιο χρέος ως προς το ΑΕΠ βρισκόταν σε άνοδο.

Γιατί τα αναφέρουμε όλα αυτά;

Γιατί η στήλη θα πάει (πάλι) σήμερα κόντρα στο ρεύμα, με αφορμή τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ.

Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν αναγνωρίζουμε την ανάγκη δραστικής μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών και την κατάργηση του φόρου αλληλεγγύης, που υποτίθεται πως θα ήταν προσωρινό μέτρο και έχει μονιμοποιηθεί. Πολύ περισσότερο, όταν η οικονομία βρίσκεται σε βαθιά ύφεση και χρειάζεται δημοσιονομική ώθηση.

Οι συγκλίνουσες εκτιμήσεις οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 3 μονάδες στον ιδιωτικό τομέα οδηγεί σε μείωση των εισφορών κατά 800 εκατ. ευρώ.

Σ’ αυτό το ποσό θα πρέπει να προστεθούν οι απώλειες από την κατάργηση του φόρου αλληλεγγύης για μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα, αγρότες και ελεύθερους επαγγελματίες που είναι ανάλογου μεγέθους.

Δηλαδή συνολικά απώλειες κάπου 1,6 δισ. ευρώ από τις ασφαλιστικές εισφορές και τον φόρο αλληλεγγύης.

Θα πρέπει επίσης να προσθέσουμε τις στρατιωτικές δαπάνες για τα αεροπλάνα Ραφάλ που θα παραλάβουμε το 2021. Αν υποθέσουμε μια μέση τιμή 90 εκατ. ευρώ για τα 18 νέα και μεταχειρισμένα αεροσκάφη, το ποσό φθάνει το 1,5-1,6 δισ. ευρώ. Ακόμη κι αν δεν τα παραλάβουμε όλα, η δαπάνη δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 1 δισ. ευρώ.

Κοινώς, ο προϋπολογισμός του 2021 θα ξεκινήσει με μείον 2,6 δισ. ευρώ ή 3,1 δισ. κατά μέγιστο.

Κι όλα αυτά προερχόμενος από μια χρονιά που το πρωτογενές έλλειμμα μπορεί να ανέλθει στο 6% του ΑΕΠ ή 10 δισ. έναντι στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% πριν από την πανδημία.

Ακόμη κι αν μερικές έκτακτες δαπάνες για την Covid-19 δεν επαναληφθούν του χρόνου, η επαναφορά σε μικρό, έστω, πρωτογενές πλεόνασμα είναι εξαιρετικά δύσκολη έως αδύνατη. Μάλιστα, το πιο πιθανό είναι να υπάρχει έλλειμμα.

Αυτό σημαίνει πως οι τόκοι των 6 δισ. ευρώ περίπου θα επιβαρύνουν το δημόσιο χρέος αφού δεν θα αποπληρωθούν από το πρωτογενές πλεόνασμα.

Αυτά τα χρέη θα πρέπει να αποπληρωθούν στο μέλλον, περιορίζοντας την κατανάλωση.

Φυσικά, πολλοί θα πουν γιατί ασχολείσαι, από τη στιγμή που οι ετήσιες δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους, τοκοχρεολύσια ως προς το ΑΕΠ θα παραμείνουν χαμηλές μέχρι το 2032 και ο νέος δανεισμός γίνεται με χαμηλά επιτόκια λόγω ΕΚΤ.

Η απάντηση είναι γιατί δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι η Ελλάδα χρεοκοπεί κάθε μισό αιώνα περίπου κατά μέσο όρο και το δημόσιο χρέος της εκτιμάται πως θα πλησιάσει προς το 200% του ΑΕΠ φέτος.

Κατανοούμε ότι ελάχιστοι δείχνουν να ανησυχούν ή έστω να νοιάζονται για τις συνέπειες.

Αντίθετα, το πιθανότερο είναι να υπάρξει πλειοδοσία από άλλα πολιτικά κόμματα.

Δυστυχώς, οι Έλληνες, όπως οι αγορές, έχουν βραχεία μνήμη.



Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v