Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ο μοιραίος εθισμός

Η αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας ενέχει δύο προκλήσεις. Την ελαχιστοποίηση των βραχυχρόνιων συνεπειών από τη μια πλευρά και των μεσοπρόθεσμων από την άλλη. Όμως, η θεραπεία μπορεί να αποδειχθεί χειρότερη από την ασθένεια.   

Ο μοιραίος εθισμός

Πότε θα τελειώσουν τα λεφτά που δαπανούν οι κυβερνήσεις; Ή μήπως δεν τελειώνουν;

Ο περισσότερος κόσμος θέλει να στηριχθούν οι άνεργοι και οι επιχειρήσεις που υποφέρουν λόγω της πανδημίας από τη δημοσιονομική και τημνομισματική πολιτική. Η πανδημία θα τελειώσει σε κάποιο σημείο, είτε μέσα στο 2021 είτε στις αρχές του 2022, σύμφωνα με τους πιο απαισιόδοξους. Όμως, θα πρέπει να προβληματισθούμε για την επόμενη μέρα και τις συνέπειες των σημερινών προγραμμάτων στήριξης στην οικονομική ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια.

Τα λεφτά δεν θα τελειώσουν, όμως δανειζόμαστε από το μέλλον και στο τέλος θα πρέπει να επιστραφούν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Το πρόβλημα είναι τεράστιο. Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης, η παγκόσμια οικονομία υποχώρησε κατά 0,4% το 2009. Η Κίνα και η Ινδία αναπτύχθηκαν με ισχυρούς ρυθμούς τότε, βάζοντας φρένο στην πτώση. Η ύφεση ήταν πολύ μεγαλύτερη πέρυσι. Οι συγκλίνουσες εκτιμήσεις θέλουν το παγκόσμιο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) να συρρικνώθηκε 4% περίπου το 2020, λόγω των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας.

Για να αντιμετωπίσουν τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της κρίσης του 2008-2009, οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες μείωσαν δραστικά τα επιτόκια και ξεκίνησαν τις μαζικές αγορές ομολόγων (QE) από τη δευτερογενή αγορά. Για να τονώσουν τον ρυθμό ανάπτυξης και να αποφύγουν την παγίδα του αποπληθωρισμού, η Fed, η ΕΚΤ κ.λπ. συνέχισαν τις αγορές τίτλων και μηδένισαν τα επιτόκια παρέμβασης ή τα οδήγησαν σε αρνητικό έδαφος ακόμη κι όταν οι οικονομίες βγήκαν από τη Μεγάλη Ύφεση.  

Το αποτέλεσμα; Αντί για τον πληθωρισμό στα προϊόντα και στις υπηρεσίες, οι κεντρικές τράπεζες τροφοδότησαν τον πληθωρισμό στις τιμές των κινητών αξιών και ιδιαίτερα των μετοχών. Το πολυετές ράλι στις χρηματιστηριακές αγορές που ακόμη συνεχίζεται μέχρι σήμερα, το αποδεικνύει, διογκώνοντας εν μέρει τις ανισότητες καθώς το 10%-15% του πληθυσμού με τον μεγαλύτερο πλούτο έχει μεγαλύτερη έκθεση στα χρηματιστήρια. 

Όλοι σχεδόν έχουν εθιστεί στα χαμηλά επιτόκια και τα προγράμματα αγοράς ομολόγων των μεγάλων κεντρικών τραπεζών, που δείχνουν ανήμπορες να αντιδράσουν. Ο εθισμός σ’ αυτή την πολιτική έχει οδηγήσει σε μεγάλη αύξηση του δημόσιου χρέους και πλέον είναι κρίσιμης σημασίας να διατηρηθούν τα επιτόκια σε χαμηλά επίπεδα, για να μην εκτροχιασθούν οι προϋπολογισμοί πολλών κρατών. 

Όμως, υπάρχει κάτι ακόμη. Τα χαμηλά επιτόκια ευνοούν την αύξηση των εταιρειών-ζόμπι, δηλ. εκείνων που βγάζουν αρκετά λεφτά για να πληρώνουν τους τόκους στο χρέος τους και τίποτε άλλο. Αυτές οι εταιρείες θα είχαν χρεοκοπήσει χωρίς τα μηδενικά επιτόκια ενώ  «κλέβουν» παραγωγικότητα από την υπόλοιπη οικονομία, υπονομεύοντας τον ρυθμό ανάπτυξης. Η Ιαπωνία είναι η πλέον γνωστή τέτοια περίπτωση χώρας. Μελέτες όπως του Caballero και άλλων το 2008 ή του Adalet McGowan το  2017 έχουν βρει πως τα «ζόμπι» μπορούν να αποδυναμώσουν μια οικονομία. Πώς το κάνουν, σύμφωνα με τις μελέτες; Συμπιέζουν τις τιμές των προϊόντων που πουλάνε οι υγιείς ανταγωνίστριες εταιρείες και αυξάνουν τους μισθούς και το κόστος χρηματοδότησης των δεύτερων καθώς τις ανταγωνίζονται για πόρους.

Όλα αυτά είναι απόρροια του εθισμού των κυβερνήσεων, εταιρειών και αγορών στα χαμηλά επιτόκια και το QE. Αυτός ο μοιραίος εθισμός θα έχει κάποιου είδους τέλος, αργά ή γρήγορα. Εν τω μεταξύ, με τις χρηματιστηριακές αγορές  υπερτιμημένες, η έμφαση στη μερισματική πολιτική ίσως είναι μια λογική επιλογή.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v