Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Η πλειοδοσία παροχών δεν βγάζει σε καλό

Το εγχώριο πολιτικό σύστημα είναι εθισμένο να υπόσχεται παροχές με δανεικά για να κερδίσει τη συμπάθεια των πολιτών, ιδίως σε προεκλογικές χρονιές. Δεν εκπλήσσει λοιπόν που η ιστορία επαναλαμβάνεται ακόμη μια φορά φέτος στη ΔΕΘ.

Η πλειοδοσία παροχών δεν βγάζει σε καλό

Πριν από μία εβδομάδα περίπου, είχαμε αναφερθεί στα μέτρα ύψους 5,5 δισ. ευρώ που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός από το βήμα της ΔΕΘ, συνεχίζοντας την παράδοση. Τα έκτακτα μέτρα ύψους 1,5 δισ. ευρώ αφορούσαν την ενίσχυση νοικοκυριών και επιχειρήσεων για το ενεργειακό κόστος και έκτακτα επιδόματα μέχρι το τέλος του 2022. Τα υπόλοιπα μόνιμα μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της κατάργησης της εισφοράς αλληλεγγύης, ύψους 3,5 δισ. ευρώ περίπου, επιβάρυναν το 2023 και τα υπόλοιπα χρόνια. Όμως, τα 2 δισ. ήταν ήδη ενσωματωμένα στο Σύμφωνο Σταθερότητας.    

Σύμφωνα με το σκεπτικό που αναπτύξαμε, τα έκτακτα μέτρα που ανακοινώθηκαν για το υπόλοιπο του 2022 δεν θέτουν σε κίνδυνο τον στόχο για πρωτογενές έλλειμμα 2% του ΑΕΠ φέτος. Τα πρόσφατα στοιχεία που δείχνουν ότι το πρωτογενές ισοζύγιο ήταν ίσα βάρκα, ίσα νερά στο 8μηνο δείχνουν να δικαιώνουν την ανωτέρω θέση. Όμως, όπως αναφέραμε, δεν είμαστε καθόλου σίγουροι ότι θα επιτευχθεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 1% του ΑΕΠ στο Πρόγραμμα Σταθερότητας το 2023 και 2,1%  το 2024 κ.λπ, λόγω της δημοσιονομικής επιβάρυνσης που συνεπάγονται τα μόνιμα μέτρα και των αβεβαιοτήτων, π.χ. ενεργειακή κρίση, πολιτικό ρίσκο κ.λπ.

Σημειώνουμε ότι η επίτευξη των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών στόχων συνδέεται με τις εκταμιεύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης. Το τελευταίο θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί το 2026. Επίσης, η επίτευξη ή μη των δημοσιονομικών στόχων επηρεάζει την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους (DSA) που διενεργεί ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM). Εμμέσως επηρεάζει επίσης το κόστος δανεισμού της χώρας στις αγορές και την κρίση των οίκων αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας. Θυμίζουμε ότι η Ελλάδα δυσκολεύεται ήδη να βγει στις αγορές.  Με άλλα λόγια, θα ήταν παρακινδυνευμένο να παραβλεφθεί η σημασία της συμμόρφωσης με τους στόχους του Προγράμματος Σταθερότητας.

Χθες, ήλθε η σειρά του προέδρου του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης να ανακοινώσει το πακέτο μέτρων που προτείνει και το οποίο περιλαμβάνει μόνιμες δαπάνες ύψους 9,5 δισ. ευρώ και έσοδα 3,74 δισ. με καθαρή δημοσιονομική επιβάρυνση 5,6 δισ. ευρώ το 2023. 

Για το 2024 και μετά δεν γίνεται αναφορά, αλλά είναι σαφές ότι οι μόνιμες δαπάνες θα εξακολουθήσουν τα επόμενα χρόνια. Επίσης, δημιουργούνται ερωτήματα για τα έσοδα καθώς τα περισσότερα προέρχονται από τα υπερκέρδη των εταιρειών ενέργειας. Με δεδομένη την πρόθεση να μπει πλαφόν στη λιανική τιμή του ρεύματος, από πού θα προέλθουν τα υπερκέρδη για να φορολογηθούν με συντελεστή 90%;             

Δεν θέλουμε να αναφερθούμε διεξοδικά στην κόντρα κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης για την κοστολόγηση των μέτρων. Απλά, θα αναφέρουμε ότι η αξιωματική αντιπολίτευση έχει δίκιο στην εκτίμηση για το καθαρό κόστος 1,3 δισ. σε περίπτωση που εφαρμοσθεί η αυτόματη τιμαριθμική προσαρμογή (ΑΤΑ) στους μισθούς του δημοσίου. Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση έχει δίκιο για το εκτιμώμενο κόστος της μείωσης του ΦΠΑ στα τρόφιμα στο 6% από 13% σήμερα, δηλ. 7 μονάδες χαμηλότερα. Κι αυτό γιατί είτε πάρουμε τα έσοδα ύψους 2,2 δισ. ευρώ του 2019 είτε τα εκτιμώμενα 2,5 δισ. ευρώ φέτος και τα πολλαπλασιάσουμε με 7/13, το νούμερο κυμαίνεται από 1,18 δισ. μέχρι 1,35 δισ. ευρώ. 

Όσον αφορά την κρατικοποίηση της ΔΕΗ, οφείλουμε να πούμε ότι είναι στη διακριτική ευχέρεια κάθε κυβέρνησης να εφαρμόσει την πολιτική της. Αν πάντως η ΔΕH κρατικοποιηθεί, θα πρέπει να γίνει κατανοητό  ότι θα ανήκει στη Γενική  Κυβέρνηση. Επομένως, με βάση τους κανόνες της Eurostat, οι ζημιές της, σε περίπτωση που επιβληθεί πλαφόν στην τιμή του ρεύματος στα προ κρίσης επίπεδα, θα επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό. Ο τελευταίος επιβαρύνεται ήδη με 5,6 δισ. ευρώ το 2023 -αν δεχθούμε τις εκτιμήσεις των στελεχών  του ΣΥΡΙΖΑ-, χωρίς να υπολογίζουμε ενδεχόμενες ζημιές της ΔEΗ σε περίπτωση πλαφόν. 

Αν λοιπόν μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν πάρει πίσω τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες που ισοδυναμούν με 800 εκατ. ευρώ και την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης, δηλ. 1,2 δισ. ευρώ, η επίτευξη των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών στόχων δεν είναι εφικτή. Οι συνέπειες έχουν περιγραφεί πιο πάνω.

Υπό αυτές τις συνθήκες, η πολιτική των πλούσιων παροχών με δανεικά που υιοθετούν παραδοσιακά τα πολιτικά κόμματα στη ΔΕΘ δεν μπορεί να έχει θετική κατάληξη σε μια υπερχρεωμένη χώρα όπως η Ελλάδα.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v