Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Τα νοικοκυριά κρατάνε το κλειδί

Αν θα δικαιωθούν η Fitch και η Capital Economics, που βλέπουν ύφεση/στασιμότητα στην Ελλάδα το 2023, ή όλοι οι υπόλοιποι, που προβλέπουν ανάπτυξη, εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από τις καταναλωτικές δαπάνες των νοικοκυριών.

Τα νοικοκυριά κρατάνε το κλειδί

Το βιβλίο της φύσης έχει γραφτεί με τη γλώσσα των μαθηματικών. Είναι η πιο ακριβής και τέλεια γλώσσα που υπάρχει και βασικό συστατικό της είναι οι αριθμοί. Οι πολιτικοί το γνωρίζουν πολύ καλά και γι’ αυτό απευθύνονται στον κόσμο χρησιμοποιώντας γενικόλογες εκφράσεις, ώστε να περάσουν ευκολότερα τα μηνύματά τους.

Κάποιος ίσως ισχυρισθεί ότι αναφερθήκαμε στα μαθηματικά και τους αριθμούς γιατί το αντικείμενο του σημερινού άρθρου δεν φείδεται αριθμών και θα έχουν δίκιο. Ως γνωστόν, οι συγκλίνουσες εκτιμήσεις θέλουν τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας να επιβραδύνεται μεταξύ 1,2% και 3% το 2023 από 5,5% έως 6,5% τη φετινή χρονιά. Εξαίρεση στον κανόνα αποτελούν η Fitch και η Capital Economics, που βλέπουν ήπια ύφεση και στασιμότητα αντίστοιχα του χρόνου. Ακόμη κι έτσι, η ελληνική οικονομία θα τα πάει αρκετά καλύτερα από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, σύμφωνα με τις σημερινές εκτιμήσεις.

Τα αναθεωρημένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2021 δείχνουν ότι οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 24,1% πέρυσι, με τις εισαγωγές να υπολείπονται ενώ η συνολική κατανάλωση αυξήθηκε κατά 4,9% σε πραγματικούς όρους. Θετική συνεισφορά είχαν οι επενδύσεις. Το 1ο εξάμηνο του 2022, το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 7,8% σε ετήσια βάση, με την ιδιωτική κατανάλωση να αυξάνεται κατά 11,4% παρά την κατακόρυφη αύξηση των τιμών καταναλωτή και τη δημόσια κατά 0,3% σε πραγματικούς όρους. Θετική συνεισφορά είχαν οι επενδύσεις με 11,6% και οι εξαγωγές και κυρίως ο τουρισμός. Όμως, οι επενδύσεις αντιστοιχούν μόλις στο 13%-14% του ΑΕΠ. Ακόμη λοιπόν κι αν οι επενδύσεις συνεχίσουν να αυξάνονται με τον ίδιο ρυθμό το 2023, δεν μπορούν να σηκώσουν στους ώμους τους το ελληνικό ΑΕΠ.  

Στο μέτωπο των εξαγωγών που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στον ισχυρό ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας το 2021 και το 2022, η εικόνα δεν μοιάζει τόσο ρόδινη, αν η οικονομία της ευρωζώνης βρεθεί σε αναπτυξιακή ή πραγματική ύφεση. Η Capital Economics σημείωσε ότι τα τουριστικά έσοδα μειώθηκαν κατά 17% μεταξύ 2007 και 2010, λόγω ύφεσης σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ακόμη κι αν τα τουριστικά έσοδα παραμείνουν αμετάβλητα το 2023 σε σύγκριση με το 2022, η ελληνική οικονομία δεν θα λάβει ώθηση από εκεί.

Όλοι λοιπόν οι δρόμοι οδηγούν στα ελληνικά νοικοκυριά. Τα τελευταία βρίσκονται αντιμέτωπα με τις αυξημένες τιμές των τροφίμων, της ενέργειας και άλλων αγαθών ενώ οι όποιες αυξήσεις σε μισθούς, τροφεία κ.λπ. υπολείπονται. Αυτό μεταφράζεται σε μείωση της αγοραστικής δύναμής τους. Φυσικά, οι επιπτώσεις διαφέρουν ανάλογα με τα επίπεδα απασχόλησης και τα ρευστά διαθέσιμα, π.χ. καταθέσεις, μετοχές, ομόλογα, που διαθέτουν. Νοικοκυριά με υψηλά ρευστά διαθέσιμα μπορούν να μη μειώσουν τις δαπάνες τους, σε αντίθεση με άλλα που έχουν χαμηλά ρευστά διαθέσιμα. Το ίδιο ισχύει για νοικοκυριά που έχουν αδήλωτα εισοδήματα. 

Προφανώς, τα νοικοκυριά με υψηλά ρευστά διαθέσιμα δεν θα αντιμετωπίσουν την ίδια πίεση από την αύξηση των επιτοκίων που θα νιώσουν όσα έχουν λάβει, π.χ. στεγαστικό δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο. Επιπλέον, το ρίσκο από μια υποχώρηση της τιμής των στεγαστικών ακινήτων στην Ελλάδα μοιάζει μικρότερο. Αφενός, γιατί η οικονομία δεν αναμένεται να βιώσει βαθιά ύφεση το 2023, σύμφωνα με το χειρότερο σενάριο, αφετέρου, γιατί ο βαθμός υπερχρέωσης των νοικοκυριών στις τράπεζες είναι συγκριτικά μικρότερος. Όμως, η αναμενόμενη αύξηση των επιτοκίων του ευρώ θα πιέσει τα νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα και ρευστά διαθέσιμα και στεγαστικά δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο.

Είναι δύσκολο να εκτιμήσει κάποιος τις δαπάνες των νοικοκυριών, ιδίως σε μια χρονιά με αρκετές αβεβαιότητες και επιπλέον εθνικές εκλογές. Το καλό σενάριο της μικρής αύξησης των δαπανών ίσως συγκεντρώνει περισσότερες πιθανότητες, π.χ. 60%, αυτή τη στιγμή. Και πάλι όμως, αν μεγάλο κομμάτι των δαπανών πάει για εισαγωγές, η τελική επίπτωση στο ΑΕΠ θα είναι μικρότερη. Όμως, τα νοικοκυριά κρατάνε κυρίως το κλειδί της ανάπτυξης στα χέρια τους, από τη στιγμή που η ιδιωτική κατανάλωση αντιπροσωπεύει το 68% του ΑΕΠ.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v