Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

«Ζητούμενο ένα ισορροπημένο μείγμα αιολικών - φωτοβολταϊκών»

Τις κρίσιμες παραμέτρους για την ομαλή ενεργειακή μετάβαση καταγράφει ο επικεφαλής της ΕΛΕΤΑΕΝ Π. Παπασταματίου στο Euro2day.gr. Οι περικοπές στην πράσινη ενέργεια, τα «απάτητα βουνά» και το αίτημα για την επόμενη κυβέρνηση.

«Ζητούμενο ένα ισορροπημένο μείγμα αιολικών - φωτοβολταϊκών»

Δεν είναι καινούρια συζήτηση η μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ και οι συνέπειές της στην ευστάθεια του συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας. Από το 2010 είχαν προβλεφθεί περικοπές ενέργειας λόγω αυτής της διείσδυσης. Αυτό που δεν έγινε στα χρόνια που μεσολάβησαν, ήταν οι αναγκαίες δράσεις και μεταρρυθμίσεις, ώστε το θέμα να μη λάβει την έκταση που πάει να λάβει.

Αυτό τονίζει ο γενικός διευθυντής της Ελληνικής Επιστημονικής Ένωσης Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ) και Διευθυντής Ανάπτυξης της ΕΝΤΕΚΑ Α.Ε. Παναγιώτης Παπασταματίου. Στη συνέντευξη που παραχώρησε στο Euro2day.gr, επισημαίνει την ανάγκη η ενεργειακή μετάβαση να γίνει με ισορροπημένο μείγμα αιολικών-φωτοβολταϊκών, διότι αυτό θα οδηγήσει σε μικρότερες περικοπές και επιπλέον δεν θα απαιτηθεί να γίνουν περισσότερες επενδύσεις σε αποθήκευση.

Αυτή η ισορροπία θα πρέπει να επιδιωχθεί και στο νέο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), προσθέτει, ώστε να ενισχυθούν οι εξαγωγές με οικονομικό όφελος για τη χώρα. Για τις νέες επενδύσεις ΑΠΕ υποδεικνύει ότι δεν θα πρέπει να υπάρχουν περιοχές αποκλεισμού αλλά να αξιολογούνται αυστηρά, τάσσεται υπέρ της άμεσης απόσυρσης των έκτακτων μέτρων που έλαβε η πολιτεία για την ενεργειακή κρίση και ζητά από την επόμενη κυβέρνηση για την περαιτέρω ανάπτυξη της πράσινης ενέργειας «να επιδείξει θάρρος και πνεύμα ηγεσίας, ώστε να αντισταθεί στον λαϊκισμό και στην ευθυνοφοβία».

Να ξεκινήσουμε με το πρόσφατο πρόβλημα που ανέδειξε ο ΑΔΜΗΕ για την ευστάθεια του Συστήματος Ηλεκτρισμού. Η μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ είναι γεγονός, αλλά φαίνεται ότι προκαλεί πονοκεφάλους, συνδυαστικά με τη μείωση της κατανάλωσης. Συμφωνείτε με τις περικοπές πράσινης ενέργειας, ως αναγκαία λύση;

Η πορεία προς τη μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ δεν ξεκίνησε χθες. Είναι μια πολιτική που εξελίσσεται τις προηγούμενες δύο δεκαετίες και η οποία μάλιστα, αν είχε εφαρμοσθεί ορθά και με συνέπεια, σήμερα θα είχε οδηγήσει σε μεγαλύτερη ανάπτυξη των ΑΠΕ. Θυμίζω ότι πριν από 13 χρόνια, στο ν. 3851/2010, περιλήφθηκαν διατάξεις σχετικά με τις περικοπές ενέργειας για λόγους πολύ μεγάλης διείσδυσης ΑΠΕ. Άρα δεν πρόκειται για μια καινούργια συζήτηση που πρέπει να εκπλήσσει. Αντιθέτως, εδώ και χρόνια μιλάμε -και όχι μόνο εμείς- για τις αναγκαίες δράσεις, επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις, ώστε αυτό το θέμα να μη λάβει την έκταση που φαίνεται ότι πάει να λάβει. Σε αυτή την πορεία της ενεργειακής μετάβασης, όλοι υπηρετούν κάποιο ρόλο. Οι επιχειρήσεις και ο επιστημονικός κόσμος αναπτύσσουν και υλοποιούν επενδύσεις όσο το δυνατό ταχύτερα, ανάλογα με τα σήματα που λαμβάνουν από το θεσμικό πλαίσιο. Σχηματικά θα έλεγα ότι είναι η «επαναστατική» δύναμη. Αυτή που τραβά το κάρο. Από την άλλη πλευρά, οι Διαχειριστές είναι -και οφείλουν εκ του ρόλου τους να είναι- η «συντηρητική» δύναμη, αυτή που θα πρέπει να διαθέτει τα εργαλεία ώστε η πράσινη επανάσταση να εξελίσσεται με ασφάλεια για το Σύστημα.

Για να είναι χρυσή αυτή η ισορροπία, πρέπει να τηρούνται ορισμένες αρχές: Πρώτον, οι περικοπές πράσινης ενέργειας πρέπει να είναι οι ελάχιστες δυνατές. Αυτό προϋποθέτει δράσεις σε διάφορα επίπεδα, π.χ. κατάλληλα δίκτυα, ευέλικτο μείγμα συμβατικής ηλεκτροπαραγωγής κ.λπ. Και βέβαια απαιτεί μείγμα τεχνολογιών ΑΠΕ με πολύ περισσότερα αιολικά και όχι υπερβολική μονοκαλλιέργεια μιας τεχνολογίας. Δεύτερο, ο περιορισμός των περικοπών πρέπει να επιτυγχάνεται με το λιγότερο κόστος και το μέγιστο οικονομικό όφελος για τον καταναλωτή. Και εδώ ισχύει «το προλαμβάνειν κρείττον εστί του θεραπεύειν». Δηλαδή, στην Ελλάδα είναι προτιμητέο να πετύχουμε την ενεργειακή μετάβαση με ισορροπημένο μείγμα αιολικών - φωτοβολταϊκών, διότι αυτό οδηγεί στις μικρότερες ανάγκες περικοπής, παρά με μονοκαλλιέργεια φωτοβολταϊκών και να προσπαθούμε να περισώσουμε τις αυξημένες περικοπές επενδύοντας περισσότερα σε παραπάνω αποθήκευση από ό,τι θα χρειαζόταν. Και τρίτον, οι όποιες περικοπές γίνονται πρέπει να γίνονται με σαφείς, γνωστές και διαφανείς διαδικασίες και κανόνες. Αυτό ισχύει προφανώς για κάθε είδους περικοπή αλλά εδώ μιλάμε κυρίως για αυτές που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε συστηματικές, δηλ. αυτές που ξέρουμε ότι θα υπάρξουν και δεν οφείλονται απλώς σε έκτακτα και απρόβλεπτα γεγονότα ή βλάβες. Δεν είναι μια εύκολη άσκηση. Αντιθέτως, υπάρχουν πολλές και συνεχείς προκλήσεις που απαιτούν συνεργασία όλων.

Η πολιτεία έχει θέσει, μέσω του νέου ΕΣΕΚ, φιλόδοξους στόχους για το 2030. Χρειάζεται επιλογή μείγματος τεχνολογιών ΑΠΕ για να επιτευχθούν και ποιος θα πρέπει να είναι ο ρόλος της αποθήκευσης και των διασυνδέσεων;

Αναμένουμε να δούμε το κείμενο του νέου ΕΣΕΚ με την τελική πρόταση της Πολιτείας για να τοποθετηθούμε. Έως τώρα δεν αντιμετωπίσαμε θετικά το σενάριο που παρουσίασε πριν λίγους μήνες το ΥΠΕΝ και το οποίο είχε πολύ λίγα αιολικά. Εξηγήσαμε ότι αυτό ήταν σε βάρος των καταναλωτών και ότι δεν λάμβανε υπόψη τη δυναμική της αγοράς. Ελπίζουμε το νέο ΕΣΕΚ να περιέχει ένα ισορροπημένο μείγμα αιολικών - φωτοβολταϊκών. Η Ελλάδα διαθέτει αιολικό δυναμικό υψηλότερο από τις γειτονικές χώρες, οι οποίες είναι πιθανότερο να βασίσουν τη δική τους μετάβαση μάλλον στα φωτοβολταϊκά. Αν λοιπόν η Ελλάδα αναπτύξει πολλά αιολικά πάρκα, θα είναι σε θέση να παράγει πολλή ενέργεια καθ’ όλη τη διάρκεια του 24ώρου, δηλαδή και τις ώρες εκτός του μεσημεριού κατά τις οποίες τα φωτοβολταϊκά των γειτονικών χωρών θα υποπαράγουν ή δεν θα παράγουν καθόλου. Τις ώρες αυτές, η ενέργεια θα είναι πολύτιμη γι’ αυτές και η Ελλάδα θα μπορεί να εξάγει την παραπάνω αιολική ενέργεια αποκομίζοντας σημαντικά οικονομικά οφέλη. Στην περίπτωση μεγάλης ανάπτυξης αιολικών πάρκων αποκτά μεγαλύτερο νόημα η μέγιστη δυνατή αύξηση των διεθνών ηλεκτρικών διασυνδέσεων, ώστε να αυξάνονται οι εξαγωγές μας. Μαζί με τις διασυνδέσεις, απαιτείται και η ανάπτυξη μονάδων αποθήκευσης, αντλησιοταμίευσης αλλά και μπαταριών. Και πάλι, φαίνεται ότι η βελτιστοποίηση επιτυγχάνεται όταν η αποθήκευση υποστηρίζει ένα ισορροπημένο μείγμα αιολικών - φωτοβολταϊκών, χωρίς υπερβολές.

Η ανάπτυξη των ΑΠΕ σκοντάφτει πολλές φορές στις αντιδράσεις τοπικών κοινωνιών, αλλά και περιβαλλοντικών οργανώσεων. Επιπλέον, η πολιτεία επέβαλε ζώνες αποκλεισμού και προστατευόμενες περιοχές. Πώς μπορούν να συνδυαστούν όλα αυτά για να μη δυσφημιστεί η επέκταση των ΑΠΕ;

Όταν πάει να γίνει κάτι νέο σε έναν τόπο, προκαλεί πάντα ανησυχία και προβληματισμούς και σε ορισμένες περιπτώσεις αντιδράσεις. Είναι ένα χαρακτηριστικό όλων σχεδόν των παραγωγικών επενδύσεων και όχι μόνο των ΑΠΕ. Υπάρχουν αντιρρήσεις που είναι εύλογες αλλά και πάρα πολλές που είναι κακόπιστες και στηρίζονται σε απίθανα ψεύδη. Υποχρέωση όλων, και της Πολιτείας και των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων, είναι να προσεγγίζουν τις τοπικές κοινωνίες με σεβασμό, να κάνουν εξαντλητικό διάλογο και ενημέρωση ώστε να απομονώνονται τα ψεύδη και να διορθώνονται τα λάθη. Από την άλλη πλευρά, ευθύνη των τοπικών κοινωνιών είναι να αναζητούν την αλήθεια και να κρίνουν, θετικά ή αρνητικά, με ψυχραιμία σε πλαίσιο δημοκρατίας και διαλόγου, χωρίς να παρασύρονται από τον λαϊκίστικο λόγο που είναι εύπεπτος και χαϊδεύει τα πιο ταπεινά μας ένστικτα.

Εξίσου σημαντικό είναι το δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας: Δυστυχώς στο θέμα της χωροθέτησης των ΑΠΕ εντός προστατευόμενων περιοχών, η Πολιτεία πελαγοδρομεί και στέλνει αντιφατικά μηνύματα. Εμφανίζεται για παράδειγμα η τάση γενικές -και πολλές φορές εξαιρετικά ελλιπείς- μελέτες όπως είναι οι Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες (ΕΠΜ) να θεωρούνται ως τα απόλυτα εργαλεία χωροθέτησης ενώ είναι ακατάλληλες για αυτό. Άλλο παράδειγμα είναι τα λεγόμενα «απάτητα» βουνά, μια μη θεσπισμένη πρωτοβουλία που οδηγεί στο, τουλάχιστον διετές, «κλείδωμα» κάποιων περιοχών -άγνωστο ποιων και άγνωστο πότε- όχι μόνο για τις ΑΠΕ αλλά για το οτιδήποτε. Τρίτο παράδειγμα είναι η θέσπιση των στόχων διατήρησης των ειδών, κάτι για το οποίο η χώρα έχει καθυστερήσει απαράδεκτα και ίσως για αυτό τώρα η κυβέρνηση σπεύδει να τους ορίσει με αιφνιδιαστικές διαδικασίες, χωρίς διαβούλευση και υποκύπτοντας στον πειρασμό του δήθεν φιλοπεριβαλλοντικού μαξιμαλισμού.

Η δική μας θέση είναι απλή: όταν προτείνεται ένα νέο αιολικό πάρκο, πρέπει να αξιολογείται αυστηρά κατά την εθνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία και να γίνεται δέουσα εκτίμηση των επιπτώσεών του, με βάση τα συγκεκριμένα και πραγματικά χαρακτηριστικά της πρότασης και του τόπου, συνεκτιμώντας και τις συνεργιστικές επιπτώσεις. Αν από αυτή την κατά περίπτωση αξιολόγηση αποδεικνύεται επιστημονικά ότι η υλοποίησή του θα επιφέρει μη αναστρέψιμες αρνητικές επιπτώσεις σε κάποιο προστατευόμενο αντικείμενο υψηλής αξίας, οι οποίες δεν μπορούν να μετριασθούν ή να αντισταθμιστούν, τότε η πρόταση πρέπει να απορρίπτεται. Δεν μπορεί όμως να απορρίπτεται μια, κατ’ αρχήν φιλοπεριβαλλοντική, επένδυση όπως είναι ένα αιολικό πάρκο, με βάση γενικές πιθανολογήσεις. Ούτε μπορεί να μην επιτρέπεται καν να υποβληθεί πρόταση δια του προκαθορισμού εκτεταμένων ζωνών αποκλεισμού μέσω γενικών μελετών όπως είναι οι ΕΠΜ ή τα λεγόμενα «απάτητα» βουνά. Για αυτό είναι λάθος να καθορίζονται a priori ζώνες αποκλεισμού, και μάλιστα σε εκτεταμένες περιοχές ασχέτως της διαβάθμισης της ευαισθησίας τους.

Η ενεργειακή κρίση έφερε τις υψηλές τιμές της ενέργειας. Πώς κρίνετε την επιδοματική πολιτική της κυβέρνησης και τις παρεμβάσεις της; Θα επανέλθουμε στα προ κρίσης επίπεδα και πώς μπορούμε να αποφύγουμε ανάλογες καταστάσεις;

Κατά την προηγούμενη περίοδο, η εκτόξευση της τιμής του φυσικού αερίου συμπαρέσυρε τις τιμές του ηλεκτρισμού. Από την αρχή της κρίσης, η κυβέρνηση διοχέτευσε 8,5 δισ. ευρώ για επιδοτήσεις των λογαριασμών ρεύματος. Αυτό που πρέπει να διευκρινίζει η κυβέρνηση είναι ότι μόνο 1,6 δισ. ευρώ προήλθε από τον προϋπολογισμό, δηλ. από τους φόρους μας. Το μέγιστο μέρος των επιδοτήσεων, δηλ. 4,8 δισ. ευρώ, προήλθε χάρη στις ΑΠΕ, το δε συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος αυτού του ποσού προήλθε χάρη στα αιολικά πάρκα που πωλούν την ενέργειά τους με χαμηλές και σταθερές τιμές. Δηλαδή, αν δεν είχαμε τα αιολικά πάρκα, η κρίση για τους καταναλωτές θα ήταν ακόμα μεγαλύτερη.

Εκτός από αυτό, η κυβέρνηση παρενέβη στη λειτουργία της χονδρικής αγοράς. Για να είμαστε δίκαιοι οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι η παρέμβαση στην Ελλάδα ήταν από τις πιο ήπιες και πιο αποτελεσματικές σε σχέση με άλλα μοντέλα παρεμβάσεων που εφαρμόσθηκαν στις ευρωπαϊκές χώρες. Δεν παύει όμως να είναι παρέμβαση, που αλλοιώνει τα σήματα του Χρηματιστηρίου Ενέργειας προς τους επενδυτές και έτσι κλονίζει την εμπιστοσύνη και οδηγεί σε μη βέλτιστη κατανομή των πόρων. Ως τέτοια μπορεί να είναι ανεκτή μόνο επειδή είναι προσωρινή και μικρής διάρκειας. Η συνέχισή της για μακρό χρονικό διάστημα μπορεί, σε ένα ακραίο σενάριο, να οδηγήσει σε υστέρηση επενδύσεων, π.χ. στην αποθήκευση, που υπό άλλες συνθήκες θα ήταν πιο βιώσιμες και τώρα θα απαιτούν μεγαλύτερες επιδοτήσεις, δηλ. και άλλες κρατικές παρεμβάσεις, για να υλοποιηθούν. Ασχέτως των ανωτέρω, όσο τέλεια κι αν είναι μια αγορά ή όσο καλοσχεδιασμένες κι αν είναι οι κρατικές παρεμβάσεις, η μόνιμη λύση για να μην επανακάμψει η κρίση είναι οι ΑΠΕ. Διότι μόνο αυτές αντιμετωπίζουν την αιτία της κρίσης στη ρίζα της, αφού είναι εγχώριες και παράγουν ενέργεια με σταθερή τιμή. Άρα δεν μπορεί να γίνουν γεωπολιτικό όπλο στα χέρια κανενός.

Βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο. Τι ζητά η αγορά των ΑΠΕ από την επόμενη κυβέρνηση;

Οι ΑΠΕ απολαμβάνουν τη διακομματική στήριξη από όλα τα κόμματα που έχουν κυβερνήσει, τουλάχιστον σε επίπεδο κεντρικού προγραμματικού λόγου. Η επόμενη κυβέρνηση θα πρέπει να κάνει πολιτική πράξη αυτόν τον προγραμματικό λόγο. Γι’ αυτό χρειάζεται γνώση, σταθερή πολιτική γραμμή χωρίς αντιφάσεις και διαρκής θεσμικός διάλογος με τους φορείς της αγοράς όπως η ΕΛΕΤΑΕΝ, σε πλαίσιο διαφάνειας και εμπιστοσύνης. Κυρίως όμως η επόμενη κυβέρνηση πρέπει να επιδείξει θάρρος και πνεύμα ηγεσίας, ώστε να αντισταθεί στον λαϊκισμό και στην ευθυνοφοβία.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v