Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

H νέα παγκοσμιοποίηση: Δημοκρατία vs απολυταρχία

Η ταχεία ανάπτυξη «κλειστών καθεστώτων» με όπλο την παγκοσμιοποίηση και τις δυτικές επενδύσεις. Πώς διαμορφώνονται τα νέα δεδομένα και ποιες τάσεις είχαν ξεκινήσει πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία. Γράφει ο Αθ. Χ. Παπανδρόπουλος.

H νέα παγκοσμιοποίηση: Δημοκρατία vs απολυταρχία

Δεν χρειάζεται να είναι κανείς οικονομική ιδιοφυΐα για να καταλάβει ότι το καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής είναι χωρίς αντίπαλο και διαθέτει μοναδικά μέσα δημιουργίας πλούτου. Και από την άποψη αυτή, ο Κάρολος Μαρξ υπήρξε ο πρώτος διδάξας.

Σήμερα, μαρξίζοντες οικονομολόγοι, όπως για παράδειγμα ο Μπράνκο Μιλάνοβιτς και ο Σάμιουελ Μπόλους, αναγνωρίζουν ότι το καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής, πριν απ’ όλα, αλλάζει τους τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι κερδίζουν τα απαραίτητα μέσα για τη συντήρησή τους. Τα λοιπά έπονται.

Οι αλλαγές αυτές, όμως, πραγματοποιούνται υπό διαφορετικούς κανόνες του παιχνιδιού, υπό διαφορετικές διαδικασίες και κοινωνικές σχέσεις από αυτές που ίσχυσαν στις αποκαλούμενες «προκαπιταλιστικές κοινωνίες». Οι παραγωγικές κοινωνίες, για να λειτουργήσουν αποτελεσματικά, σε όλα τα επίπεδα, πρέπει να είναι ανοικτές, γιατί έτσι αποφεύγονται οι συγκρούσεις που δημιουργεί η παραγωγή πλούτου και η μονομερής συσσώρευσή της.

Στη βάση αυτής της γνήσιας μαρξικού τύπου διαπίστωσης, όταν οι κλειστές κοινωνίες θέλησαν να ενσωματωθούν στον δυτικό τρόπο παραγωγής, είχαν ένα σοβαρό πρόβλημα εξουσίας. Δεν ήταν δυνατόν οι άνθρωποι που μιλούσαν την ξύλινη γλώσσας της αυτάρκειας και του ενιαίου τρόπου ζωής, ξαφνικά να ομιλούν για διαφορετικότητα και ελεύθερες επιλογές. Αν κάτι τέτοιο συνέβαινε στην Κίνα για παράδειγμα, εκ των πραγμάτων θα ακυρωνόταν η περίοδος της μαοϊκής τραγωδίας, η οποία όμως εμφανιζόταν ως «χρυσή εποχή».

Είναι αυτονόητο πως η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας θα έφερνε και αντίστοιχη διεθνοποίηση της δημοκρατίας, κάτι πολύ κακό για καθεστώτα που νομίζουν ότι κρατούν το μονοπώλιο της «προόδου» και της «δικαιοσύνης». Ήταν απαραίτητο έτσι να παγκοσμιοποιηθεί η κατασυκοφάντηση θεσμών που δημιουργούν πλούτο αλλά και ανισότητες. Με τις τελευταίες να είναι προϊόν της απληστίας και της πνευματικής γελοιότητας αρκετών παραγωγών πλούτου. Ο ιδεολογικός πόλεμος έτσι είχε για τους αυταρχικούς ηγέτες καλά αποτελέσματα.

Έτσι, σε παγκόσμιο επίπεδο, το μερίδιο των πολιτικών καθεστώτων που ήταν φιλελεύθερες δημοκρατίες, από 11% το 1970, πέρασε στο 19% το 1993 και το 26% το 2004. Αυτός ο διπλασιασμός των δημοκρατικών καθεστώτων στον πλανήτη κτυπά συναγερμό! Έξοδος ανθρώπων από τη φτώχεια, άνοδος του προσδόκιμου ζωής, διεύρυνση της εκπαίδευσης, καλύτερη προστασία της υγείας και άλλα ακόμα, είναι φαινόμενα που προκαλούν πανικό στις φαιοκόκκινες δυνάμεις. Την ίδια στιγμή όμως, δημιουργούν και μια αλαζονική ευφορία στις άπληστες, απαίδευτες και ανόητες δυνάμεις του νεοπλουτισμού.

Η ασύλληπτη άνοδος της χρηματοοικονομίας, στους κόλπους της οποίας κινούνται στην παγκόσμια οικονομία πάνω από 900 δισ. δολ. την ημέρα, δίνει μια ισχυρή ώθηση στην προσοδοθηρία εις βάρος της παραγωγικής δραστηριότητας.

Παρατηρούνται έτσι φαινόμενα καθοριστικά για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας. Από τη μια πλευρά, αρχίζει να φθίνει ο αριθμός των κρατών δικαίου στον διεθνή χώρο, παράλληλα όμως στην Αμερική αυξάνεται ο τυφλός ατομισμός εις βάρος των κοινοτήτων.

Όταν το 2007 ξεσπά στις ΗΠΑ η κρίση των μη ασφαλών ενυπόθηκων δανείων, που ταχύτατα γίνεται παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση, πάνω από 2,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο ζουν σε κλειστά πολιτικά συστήματα, με κυρίαρχο αυτό της Κίνας. Ακόμα χειρότερα, απολυταρχίες όπως η τουρκική για παράδειγμα, βρίσκονται σε άνοδο, τροφοδοτώντας ταυτοχρόνως και τον θρησκευτικό φανατισμό, ειδικότερα στον ισλαμικό κόσμο.

Η εξέλιξη αυτή έχει σημαντικές οικονομικές προεκτάσεις. Χρησιμοποιώντας δεδομένα από την Παγκόσμια Τράπεζα, το ΔΝΤ και άλλες πηγές, χωρίζουμε την παγκόσμια οικονομία στα δύο. Εκτιμούμε ότι σήμερα ο αντιφιλελεύθερος κόσμος (δηλαδή οι αυταρχικές κοινωνίες) αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 30% του παγκόσμιου ΑΕΠ, υπερδιπλάσιο μερίδιο από το αντίστοιχο στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Το μερίδιο επίσης του αυταρχικού κόσμου στις παγκόσμιες εξαγωγές διπλασιάστηκε κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Η συνδυασμένη αγοραία αξία των εισηγμένων εταιρειών του ήταν μόλις 3% του παγκόσμιου συνόλου το 1989. Τώρα είναι 30%.

Μέσα λοιπόν στο νέο παγκόσμιο οικονομικό τοπίο, η Κίνα είναι μακράν η μεγαλύτερη μη δημοκρατία από οικονομική άποψη, με ΑΕΠ σε δολάρια περίπου τα δύο τρίτα από αυτό της Αμερικής και το ήμισυ όλων των απολυταρχιών. Αλλά άλλες χώρες, όπως η Τουρκία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Βιετνάμ, έχουν επίσης ενισχυθεί οικονομικά τις τελευταίες τρεις δεκαετίες.

Αυταρχισμός και επενδύσεις

Τα αυταρχικά καθεστώτα είναι πλέον ο σοβαρότερος αντίπαλος των κρατών δικαίου και αντλούν μεγάλες καινοτομικές επενδύσεις. Όπως επισημαίνει το βρετανικό «The Economist», το 2020 οι κυβερνήσεις και οι επιχειρήσεις τους επένδυσαν 9 τρισεκατομμύρια δολάρια σε οτιδήποτε, από μηχανήματα και εξοπλισμό μέχρι την κατασκευή δρόμων και σιδηροδρόμων. Οι δημοκρατίες έχουν επενδύσει 1,3 τρισεκατομμύρια δολάρια.

Οι απολυταρχίες δέχθηκαν περισσότερες άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ) από τις δημοκρατίες μεταξύ 2018 και 2020. Και από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, το μερίδιό τους στις αιτήσεις για διπλώματα ευρεσιτεχνίας αυξήθηκε από 5% σε πάνω από 60%. Η Κίνα κυριαρχεί στα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, αλλά σχεδόν σε κάθε άλλο μέτρο μας, η οικονομική δύναμη των απολυταρχιών εκτινάχθηκε στα ύψη, ακόμη και μετά τον αποκλεισμό της Κίνας από τους υπολογισμούς του ΔΝΤ

Πολλές απολυταρχίες παρέμειναν σταθερά εμπορικές. Η Κίνα, για παράδειγμα, άνοιξε τις εγχώριες αγορές της όπου της ταίριαζε, αλλά κράτησε ολόκληρους τομείς κλειστούς για να επιτρέψει στους εθνικούς ηγέτες να αναπτυχθούν. Ωστόσο, οι απολυταρχίες έχουν ενσωματωθεί με τις δημοκρατίες σε βαθμό που θα ήταν αδιανόητο κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Το Βιετνάμ, το οποίο κυβερνήθηκε από ένα μόνο κόμμα για δεκαετίες, για παράδειγμα, έχει γίνει ένας ζωτικός κρίκος στην παγκόσμια αλυσίδα εφοδιασμού της παραγωγής. Τα βασίλεια και τα εμιράτα της Μέσης Ανατολής είναι ζωτικής σημασίας πηγές πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Εκτιμούμε ότι περίπου το ένα τρίτο των εισαγωγών αγαθών των δημοκρατιών προέρχεται από άλλα πολιτικά καθεστώτα. Η αλληλεξάρτηση ορισμένων αγορών είναι προφανής. Οι δημοκρατίες παράγουν περίπου τα δύο τρίτα του πετρελαίου που χρειάζονται για να καλύψουν τις καθημερινές τους ανάγκες. Τα υπόλοιπα πρέπει να έρθουν από αλλού. Ο μισός καφές που γεμίζει ευρωπαϊκά φλιτζάνια προέρχεται από μέρη όπου οι άνθρωποι έχουν αδύναμα πολιτικά δικαιώματα. Και αυτό πριν ακόμα φτάσουμε στα πολύτιμα μέταλλα και τις σπάνιες γαίες.

Η ολοκλήρωση υπερβαίνει κατά πολύ το εμπόριο. Οι πολυεθνικές των ΗΠΑ απασχολούν 3 εκατομμύρια ανθρώπους εκτός δημοκρατιών, σημειώνοντας αύξηση 90% την τελευταία δεκαετία (η συνολική απασχόλησή τους στο εξωτερικό έχει αυξηθεί κατά ένα τρίτο). Οι επενδυτές στις δημοκρατίες κατέχουν περισσότερο από το ένα τρίτο του συνολικού αποθέματος άμεσων ξένων επενδύσεων στον αυταρχικό κόσμο. Οι απολυταρχίες δημιούργησαν τεράστια συναλλαγματικά αποθέματα, τα οποία σήμερα ανέρχονται σε περισσότερα από 10 τρισεκατομμύρια δολάρια και συχνά εκφράζονται σε «ελεύθερα» νομίσματα όπως το δολάριο και το ευρώ.

Ενα σπασμένο όνειρο

Αυτή η κάποτε ειδυλλιακή κατάσταση απειλείται πλέον από την εμφάνιση μιας τρίτης, πιο σκοτεινής περιόδου. Ακόμη και πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία, ισχυρές χώρες έχασαν το ενδιαφέρον τους για ένα πραγματικά παγκόσμιο σύστημα. Η παγκοσμιοποίηση της δημοκρατίας, για κάποιες από αυτές είναι εφιάλτης. Αντίθετα, έτσι, προσπάθησαν να βασιστούν περισσότερο στις ίδιες δυνάμεις τους ή να κυριαρχήσουν στην άμεση γεωγραφική τους περιοχή. Ο νέος τρόπος σκέψης τους εδράζεται ολοένα και περισσότερο στη στρατηγική και την πολιτική τους επιβίωση μακράν δημοκρατικών θεσμικών μεταβολών.

Η απώλεια της όρεξης για παγκοσμιοποίηση της δημοκρατίας έχει πολλές αιτίες. Η μία, λόγου χάρη, είναι η αυξημένη ευαισθητοποίηση των δυτικών καταναλωτών για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε χώρες όπως η Κίνα και το Βιετνάμ. Δημοσκοπήσεις που γίνονται τακτικά σε δυτικές χώρες αποκαλύπτουν ότι ένα μεγάλο ποσοστό των ερωτηθέντων είναι υπέρ του μποϊκοτάρισματος των κινεζικών προϊόντων (αν το κάνουν πραγματικά ή όχι είναι ένα άλλο ερώτημα). Οι δυτικές εταιρείες ωθούνται έτσι να προμηθεύονται από αλλού. Οι ανησυχίες σχετικά με τις επιπτώσεις του εμπορίου και των επενδύσεων στην εθνική ασφάλεια, συμπεριλαμβανομένης της βιομηχανικής κατασκοπείας, έχουν επίσης αυξηθεί.

Οι απολυταρχίες έχουν τις δικές τους ανησυχίες. Πιστεύουν, όχι άδικα, ότι η υπερβολική ενσωμάτωση στο διεθνές σύστημα μπορεί να κάνει τη δυτική κουλτούρα να διαπεράσει τα σύνορα, αποδυναμώνοντας την αυταρχική εξουσία. Ο ίδιος ο Ντενγκ εντόπισε αυτό το δίλημμα: «Αν ανοίξεις το παράθυρο για να πάρεις καθαρό αέρα, πρέπει να περιμένεις να μπουν μύγες», έλεγε κάποτε με νόημα.

Μια άλλη, πιο σημαντική ανησυχία είναι η εξουσία. Το να είσαι μέρος των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού σημαίνει ότι είσαι ευάλωτος σε κυρώσεις. Αυτό ήταν ξεκάθαρο από την αρχή. Το 1989, η Κίνα αντιμετώπισε κυρώσεις μετά την καταστολή της πλατείας Τιενανμέν. Το επόμενο έτος, οι Ηνωμένες Πολιτείες έθεσαν την Κούβα, το Ελ Σαλβαδόρ, την Ιορδανία, την Κένυα, τη Ρουμανία και την Υεμένη υπό κυρώσεις για διάφορες παραβάσεις. Αρκετοί γύροι δυτικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας, πρώτα το 2014 και ξανά σήμερα, στέλνουν το μήνυμα ακόμη πιο δυναμικά.

Υπάρχουν ήδη στοιχεία για απότομο διαχωρισμό. Το 2014, η Αμερική απαγόρευσε στη Huawei, μια κινεζική εταιρεία τεχνολογίας, να υποβάλλει προσφορές για συμβόλαια της αμερικανικής κυβέρνησης. Το 2018, ο κ. Τραμπ εξαπέλυσε έναν εμπορικό πόλεμο με την Κίνα, με στόχο να την αναγκάσει να αλλάξει αυτό που η Αμερική αποκαλεί «αθέμιτες εμπορικές πρακτικές», συμπεριλαμβανομένης της κλοπής πνευματικής ιδιοκτησίας. Οι άμεσες επενδυτικές ροές μεταξύ Κίνας και Αμερικής είναι τώρα μόλις 5 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, από σχεδόν 30 δισεκατομμύρια δολάρια πριν από πέντε χρόνια.

Οι πολιτικές ανακοινώσεις και οι πρόσφατες εμπορικές συμφωνίες ρίχνουν φως στην πιθανή κατεύθυνση της παγκοσμιοποίησης, με τις πιο ισχυρές δημοκρατίες και απολυταρχίες του κόσμου να απομακρύνονται η μία από την άλλη. Αντίθετα, οι χώρες υπογράφουν μικρότερες περιφερειακές εμπορικές συμφωνίες. Οι δημοκρατίες εδραιώνονται, όπως και οι απολυταρχίες και πολλές χώρες επιδιώκουν επίσης να αυξήσουν την αυτονομία τους, μέσω εισβολών για παράδειγμα σε πλούσιες γειτονικές τους περιοχές.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v