Οι αξιολογήσεις των αναλυτών για μετοχές αποτελούν τακτικό θέμα στα οικονομικά ρεπορτάζ. Οι αναβαθμίσεις, οι υποβαθμίσεις και οι αλλαγές στις τιμές στόχους μπορούν συχνά να δημιουργήσουν αστάθεια στην ημερήσια κίνηση των τιμών και να προσελκύσουν την προσοχή των επενδυτών.
Ωστόσο οι επενδυτές θα πρέπει να είναι επιφυλακτικοί με αυτές τις εκθέσεις ειδημόνων από μεγάλες εταιρείες, που βρίσκονται στα πρωτοσέλιδα. Οι μακροπρόθεσμες επενδυτικές επιπτώσεις μπορεί να μην είναι αυτό που περιμένουν. Μάλιστα, αν ακολουθήσει κανείς τις συμβουλές ενός αναλυτή που προτείνει «sell», μπορεί να χάσει τα χρήματά του.
Η εταιρεία μου ανέλυσε τις πληροφορίες που μπορούν να αντληθούν από τις αξιολογήσεις αναλυτών, τις αλλαγές στις αξιολογήσεις και στις τιμές-στόχους. Έχουν καμιά αξία αυτά; Η σύντομη απάντηση είναι: δεν έχουν.
Η συνοπτική βαθμολογία της αξιολόγησης των αναλυτών της S&P Capital IQ για τις συστάσεις των ειδικών που βρίσκονται στην πλευρά sell κυμαίνεται μεταξύ του ένα και του πέντε και μετρά πόσο αγαπητή ή μισητή είναι μια μετοχή από την κοινότητα της πλευράς sell. Βρήκαμε πως οι μετοχές με τις καλύτερες επιδόσεις τα τελευταία 25 χρόνια είναι εκείνες που βρίσκονται στο χαμηλότερο πεμπτημόριο.
Επιπλέον, τα τελευταία 24 χρόνια, αν αγόραζες τις μετοχές που είχαν την υψηλότερη αξιολόγηση από τους αναλυτές της πλευράς sell και σόρταρες τις μετοχές με τον χαμηλότερο αριθμό των αξιολογήσεων buy, θα έχανες χρήμα –περίπου 30% σωρευτικά, με σημαντική μεταβλητότητα.
Ενα παράδειγμα που δείχνει ότι το να ακολουθεί κανείς τις αξιολογήσεις buy δεν είναι πάντα το καλύτερο, αποτελεί η Microsoft. Την 1η Οκτωβρίου του περασμένου έτους, υπήρχαν 53 συστάσεις buy, τρεις hold και καμία sell. Η μετοχή υστερεί έναντι του S&P 500 κατά περισσότερο από 10 ποσοστιαίες μονάδες έκτοτε.
Οι αποδείξεις είναι ξεκάθαρες πως οι επενδυτές δεν θα πρέπει να ψάχνουν για επενδυτικές ιδέες με βάση ένα υψηλό ποσοστό συστάσεων buy από αναλυτές της πλευράς sell.
Τι γίνεται με τη μεταβολή ενός σημείου data και όχι του επιπέδου του; Αυτό συχνά είναι πιο σημαντικό στην ανάλυση των μετοχών. Μια δίκαιη επόμενη ερώτηση θα μπορούσε να είναι: και αν οι αναλυτές αλλάξουν τη γνώμη τους;
Αν κάτι μεταβάλλεται τόσο ώστε να προκαλέσει μια αλλαγή στην αξιολόγηση ενός αναλυτή, αυτό το outlook μπορεί να έχει σημασία. Έτσι, μελετήσαμε την μηνιαία αλλαγή στις αξιολογήσεις αναλυτών και βρήκαμε πως αυτή η μέτρηση δεν είναι ένα αποτελεσματικό εργαλείο πρόβλεψης επακόλουθης απόδοσης. Τα τελευταία 20 χρόνια, οι μετοχές που είχαν πρόσφατα αναβαθμιστεί από αναλυτές δεν υπεραπέδωσαν εκείνων που είχαν προσφάτως υποβαθμιστεί.
Εκτός από τη χρήση της βαθμολόγησης της S&P Capital IQ, χρησιμοποιήσαμε και μια άλλη κοινή προσέγγιση θεσμικών επενδυτών, κοιτάζοντας τις αξιολογήσεις buy, hold και sell στο Bloomberg. Ορίσαμε το «ποσοστό buy» ως τον αριθμό των αναλυτών με συστάσεις «buy» σε μια μετοχή διαιρούμενο με τον συνολικό αριθμό των αναλυτών που καλύπτουν μια μετοχή. Ψάξαμε τότε για μετοχές που είχαν πρόσφατα γίνει αγαπημένες και εκείνες που «αγαπήθηκαν σταδιακά», όπως υποδηλώνει ένας αυξημένος αριθμός αξιολογήσεων buy, και συγκρίναμε την επακόλουθη επίδοση της μετοχής με εκείνες που είχαν τις περισσότερες υποβαθμίσεις σε μηνιαία βάση.
Αυτές μετοχές που «αγαπήθηκαν σταδιακά» ξεπέρασαν εκείνες που έπεσαν σταδιακά σε δυσμένεια από το 2001 μέχρι το 2013, αλλά δεν παρήγαγαν επιπλέον απόδοση τα τελευταία δώδεκα χρόνια. Οι προσφάτως αναβαθμισμένες μετοχές δεν υπεραποδίδουν σε σχέση με τις προσφάτως υποβαθμισμένες μετοχές, άρα το να ψάχνουμε για αλλαγές στις αξιολογήσεις επίσης δεν είναι μια γόνιμη επενδυτική άσκηση.
Όσο για τις τιμές στόχους, υπάρχει μια ιδέα πως αν οι αναλυτές δουν τρομακτικό περιθώριο ανόδου σε μια μετοχή, ορίζουν τις τιμές στόχους πολύ υψηλότερα από εκεί που διαπραγματεύεται μια μετοχή, ως σήμα της πεποίθησής τους πως ο τίτλος θα ανατιμηθεί.
Θα πρέπει οι επενδυτές να ξεχάσουν τις αξιολογήσεις και τις αλλαγές σε αυτές, αντί απλά να ψάχνουν για μετοχές που προβλέπεται να έχουν μεγάλα κέρδη; Ούτε αυτό είναι καλή στρατηγική. Οι μετοχές με πολύ «περιθώριο ανόδου» από την τρέχουσα τιμή σε σχέση με την μέση τιμή στόχο μπορεί να εκληφθούν ως μετοχές για τις οποίες οι αναλυτές είναι bullish. Αλλά, είναι συχνά μετοχές για τις οποίες οι αναλυτές ήταν προηγουμένως υπερβολικά bullish, όπως υποδεικνύει το κακό μομέντουμ στις τιμές.
Η προοπτική μιας μετοχής που σημείωνε πρόσφατα πτώση μπορεί να είναι ουσιαστικά διαφορετική από αυτήν μιας μετοχής που διαπραγματεύεται στα υψηλά, ακόμα και αν και οι δυο έχουν υψηλές τιμές στόχους που έχουν τεθεί από τους αναλυτές. Οι μετοχές με υψηλές τιμές στόχους είχαν τις καλύτερες επιδόσεις από το 2009 έως το 2016, αλλά το σήμα έχει ελαττωθεί την τελευταία δεκαετία.
Βρήκαμε μέτρια αξία στην μεταβλητότητα των τιμών στόχων για μια μεμονωμένη μετοχή. Οι εταιρείες με τη χαμηλότερη τυπική απόκλιση γύρω από τις τιμές στόχους των αναλυτών τους τείνουν να υπεραποδίδουν έναντι αυτών με υψηλή ποικιλία στους στόχους. Ωστόσο, η αποτελεσματικότητα της μέτρησης αυτής κορυφώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2022 και δεν έχει μεγάλη χρηστικότητα έκτοτε.
Γενικά όμως, η στήριξη στις αξιολογήσεις αναλυτών και στις αλλαγές αξιολογήσεων δεν υπήρξε ιστορικά μια καλή στρατηγική –ούτε και σήμερα είναι. Οι αναλυτές της πλευράς sell, βεβαίως, προσφέρουν διορατική πρωτότυπη κλαδική έρευνα και ποσοτική ανάλυση που είναι πολύτιμη για τους επενδυτές. Αλλά θα προτείναμε να κοιτάξετε πέραν των εντυπωσιακών αξιολογήσεων και των τιμών-στόχων.
* Ο συγγραφέας του άρθρου είναι ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Trivariate Research
© The Financial Times Limited 2025. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation