Η παραίτηση από την θέση του παγκόσμιου αστυνόμου είναι πιο δύσκολη απ’ ότι φαίνεται. Όταν ξέσπασαν οι μάχες μεταξύ της Ινδίας και του Πακιστάν την περασμένη εβδομάδα, η πρώτη αντίδραση των ηγετικών μορφών στην κυβέρνηση Τραμπ ευθυγραμμίζονταν με τις αρχές του «Πρώτα η Αμερική».Ο Τζ. Ντ. Βανς είπε πως οι ΗΠΑ δεν θα εμπλακούν σε μια σύγκρουση που «θεμελιωδώς δεν είναι δουλειά μας». «Δεν μπορούμε να ελέγξουμε αυτές τις χώρες… η Αμερική δεν μπορεί να πει στους Ινδούς να καταθέσουν τα όπλα τους. Δεν μπορούμε να πούμε στους Πακιστανούς να καταθέσουν τα όπλα τους», συνέχισε ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ. Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ σχολίασε ασαφώς πως οι δυο χώρες «θα τα βρουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο».
Αυτή η ψηλομύτικη αδιαφορία δεν κράτησε για πολύ. Καθώς εντάχθηκαν οι μάχες μεταξύ της Ινδίας και του Πακιστάν -με τον Πακιστάν να ρίχνει βαριές σπόντες για πυρηνικά όπλα- κορυφαίοι Αμερικάνοι αξιωματούχοι, συμπεριλαμβανομένου του Βανς, έπιασαν τα τηλέφωνα. Όταν ανακοινώθηκε η εκεχειρία, ο Τραμπ έσπευσε να πάρει τα εύσημα (καμία έκπληξη).
Ο ακριβής ρόλος των ΗΠΑ στη διαπραγμάτευση μιας εκεχειρίας -και στο αν θα κρατήσει- παραμένουν ανοικτά ερωτήματα. Αλλά ολόκληρο το επεισόδιο θυμίζει μια διάσημη φράση της Μαντλίν Όλμπράϊτ: η Αμερική είναι το «αναγκαίο έθνος».
Η Όμπραϊτ, που υπηρέτησε ως υπουργός Εξωτερικών υπό τον Μπιλ Κλιντον, είναι ακριβώς το είδος του φιλελεύθερου διεθνιστή «παγκοσμιοποιητή» που μισεί το πλήθος του «Πρώτα η Αμερική» που έχει συγκεντρωθεί γύρω από τον Τραμπ.
Υπάρχει ένα επιχείρημα που δεν είναι μόνο ειρωνικό, αλλά και κάπως αναπόφευκτο: ότι ο Τραμπ και ο Βανς κατέληξαν ακριβώς εκεί που τους προόριζε η Όλμπραϊτ. Διοικούν μια υπερδύναμη και, όπως το έθεσε κάποτε ο στοχαστής της εξωτερικής πολιτικής Ρόμπερτ Κάγκαν, «οι υπερδυνάμεις δεν βγαίνουν στη σύνταξη».
Είναι πιθανόν αν ο Τραμπ και ο Βανς ακολουθούσαν τα αρχικά τους ένστικτα και παρέμεναν αποστασιοποιημένοι από τη σύγκρουση Ινδίας-Πακιστάν, οι ΗΠΑ να μην υφίσταντο δυσάρεστες συνέπειες. Αλλά, τελικά, δεν ήταν έτοιμοι να το ρισκάρουν.
Το αν ο Τραμπ και Σια πράγματι φιλοδοξούν να «συνταξιοδοτηθούν» -ή απλά να χρησιμοποιήσουν την αμερικανική εξουσία με διαφορετικούς τρόπους, είναι επίσης ασαφές. Κατά καιρούς λένε ότι νίπτουν τας χείρας τους σε ό,τι αφορά τις ενοχλητικές ξένες διαμάχες. Άλλες φορές τα πάντα έχουν να κάνουν με την προώθηση των αμερικανικών οικονομικών συμφερόντων.
Οι αυτοπροσδιοριζόμενοι ως «συγκρατητές» που έχουν συγκεντρωθεί γύρω από τον Βανς, συγκεκριμένα, πραγματικά θεωρούν τον εαυτόν τους ως ειρηνοποιούς -παρά τις απειλές της κυβέρνησης κατά της Γροιλανδίας και του Παναμά. Όσο για τον ίδιο τον Τραμπ, η εικόνα που έχει για τον εαυτόν του ως εξπέρ στο κλείσιμο συμφωνιών δεν εκτείνεται μόνο στο εμπόριο, αλλά επίσης στον πόλεμο και την ειρήνη.
Την περασμένη εβδομάδα ο πρόεδρος επιτέλους είχε την ευκαιρία να διεκδικήσει τα εύσημα για εμπορικές και ειρηνευτικές συμφωνίες. Η Βρετανία και οι ΗΠΑ υπέγραψαν ανακωχή στον εμπορικό πόλεμο που ο ίδιος ο Τραμπ είχε ξεκινήσει. Και το Πακιστάν και η Ινδία σταμάτησαν τις θανατηφόρες εχθροπραξίες τους.
Στη διπλωματία -όπως και στο εμπόριο- το επόμενο ερώτημα είναι αν οι συμφωνίες της περασμένης εβδομάδας θα έχουν συνέχεια. Ή αν ο Τραμπ μπορεί επιτέλους να επαληθεύσει τον ισχυρισμό του ότι είναι εξπέρ στο κλείσιμο συμφωνιών.
Μέχρι τώρα -κάτω από τον θόρυβο και την αυτοπροβολή- η κυβέρνηση Τραμπ ελάχιστη πρόοδο έχει σημειώσει στην αναζήτηση ειρηνευτικών συμφωνιών. Η εκεχειρία στη Γάζα που διαπραγματεύτηκαν οι ΗΠΑ τον Ιανουάριο έχει καταρρεύσει.
Η ισραηλινή κυβέρνηση κατά τα φαινόμενα νοιώθει πως έχει «λευκή επιταγή» να διεξάγει τον πόλεμο όπως νομίζει, συμπεριλαμβανομένης της παρεμπόδισης της παροχής τροφίμων και ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα.
Ο Τραμπ μπορεί να χρησιμοποιήσει την επίσκεψή του στη Μέση Ανατολή αυτή την εβδομάδα για να προσπαθήσει να αναβιώσει κάποιου είδους ειρηνευτικό σχέδιο για τη Γάζα. Αλλά οι πιθανότητες επιτυχίας φαίνονται ελάχιστες -παρ’ ότι η κατάσταση επί τόπου γίνεται όλο και πιο απελπιστική.
Τον Κόλπο, ο Τραμπ θα πρέπει επίσης να ασχοληθεί με το ζήτημα του Ιράν. Το Ισραήλ πιέσει σκληρά για στρατιωτικό πλήγμα κατά του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος, την ώρα που η Ουάσινγκτον προσπαθεί να διαπραγματευτεί μια νέα πυρηνική συμφωνία με την Τεχεράνη. Το ερώτημα αν θα δοθεί «πράσινο φως» για την ισραηλινή επίθεση -που σχεδόν αναπόφευκτα θα συμπαρέσυρε και τις ΗΠΑ- αναδύεται βασικό θέμα διχασμού της εξωτερικής πολιτικής εντός της κυβέρνησης Τραμπ.
Εδώ οι συγκρατητές, με επικεφαλής τον Βανς, φαίνεται να κερδίζουν το πάνω χέρι στην επιχειρηματολογία κατά μιας στρατιωτικής δράσης. Η αποπομπή του Μάικ Γουολτς, του «γερακιού» συμβούλου εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ, ήταν πλήγμα για την κυβέρνηση Νετανιάχου. Αλλά η ιδέα επίθεσης στο Ιράν συνεχώς επανέρχεται. Ένας επιφανής «συγκρατητής» λέει: «Αποκαλώ τη Δευτέρα «ημέρα διακοπής του πολέμου με το Ιράν», επειδή έτσι ξεκινάει κάθε εβδομάδα».
Και έπειτα υπάρχουν οι προσπάθειες για διαπραγμάτευση μιας εκεχειρίας μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας. Και πάλι, η κυβέρνηση Τραμπ έχει βρει τις πραγματικότητες της διπλωματίας εκνευριστικές. Στην Ουάσινγκτον την περασμένη εβδομάδα είδα τον Βανς να διαμαρτύρεται πως οι Ουκρανοί και οι Ρώσοι ξοδεύουν το πρώτο ημίωρο οποιασδήποτε συζήτησης αναμασώντας τα παράπονα που έχει ο ένας από τον άλλον.
Ο διαπραγματευτής που προτιμά ο Τραμπ είναι ο Στηβ Ουίτκοφ, ένας μεγιστάνας του real estate, που είναι επιφορτισμένος ταυτόχρονα με τον τερματισμό του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας, την αντιμετώπιση του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν και την ειρήνευση στη Γάζα. Αν του περισσέψουν πέντε λεπτά μπορεί επίσης να του ζητηθεί να λύσει και το θέμα του Κασμίρ.
Και σαν να μην ήταν αρκετά γεμάτα τα «εισερχόμενα» της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης Τραμπ, ορισμένοι στενοί παρατηρητές φοβούνται επίσης πως η Κίνα ετοιμάζεται να κάνει κάποια κίνηση κατά της Ταϊβάν.
Όντας αντιμέτωπος με όλους αυτούς τους εκνευριστικούς ξένους, υπάρχει ένας ξεκάθαρος πειρασμός για τον Τραμπ να αγνοήσει τον έξω κόσμο και να βασιστεί στον «μεγάλο, πανέμορφο ωκεανό» για να κρατήσει ασφαλείς τις ΗΠΑ. Αλλά -όπως απέδειξαν τα γεγονότα της περασμένης εβδομάδας στη νότια Ασία- αυτό είναι εύκολο να το λες, δύσκολο να το κάνεις.
© The Financial Times Limited 2025. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation