Στην ετήσια αποτίμηση του ευρωπαϊκού τραπεζικού τοπίου, η Goldman Sachs δεν περιορίζεται σε αριθμούς και προβλέψεις.
Επιχειρεί να οριοθετήσει το νέο σημείο ισορροπίας ενός κλάδου που αφήνει πίσω του μια δεκαετία δοκιμασιών και σταδιακής αποκατάστασης εμπιστοσύνης. Και μέσα σε αυτό το ανανεωμένο ευρωπαϊκό αφήγημα, οι ελληνικές τράπεζες δεν εμφανίζονται απλώς ευθυγραμμισμένες με την τάση αλλά ως χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας αγοράς που έχει ανακτήσει τη θέση της. Οι αξιολογήσεις, οι τιμές-στόχοι και η θέση τους στα συγκριτικά διαγράμματα της έκθεσης «2026 Outlook: Moving Past ‘Proof of Concept’» συνθέτουν μια εικόνα σταθερή, καθαρή, σχεδόν ώριμη.
Στον πίνακα συστάσεων της Goldman Sachs, προτείνει:
- Alpha Bank, σύσταση «αγορά», τιμή-στόχος τα 4,20 ευρώ
- Εθνική Τράπεζα, σύσταση «αγορά», τιμή-στόχος τα 15,10 ευρώ
- Τράπεζα Πειραιώς, σύσταση «αγορά», τιμή-στόχος τα 8,00 ευρώ
- Eurobank, σύσταση «ουδέτερη», τιμή-στόχος τα 3,50 ευρώ
Οι αποτιμήσεις αυτές εντάσσονται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, όπου το 2025 καταγράφεται ως χρονιά επιβεβαίωσης, που έδειξε ότι τα θεμέλια του κλάδου στέκουν σταθερά. Το 2026, σύμφωνα με την Goldman Sachs, είναι η στιγμή που το ενδιαφέρον μετατοπίζεται: όχι πλέον στην επίδραση των επιτοκίων αλλά στη δυναμική των ροών, στη σημασία της κλίμακας και στη σταθερή λειτουργική μόχλευση που μπορεί να παράγει αξία σε βάθος χρόνου.
Το βάρος μετακινείται στον όγκο και στην ευελιξία των εσόδων
Η έκθεση υπογραμμίζει ότι ο κύκλος των επιτοκίων χάνει σταδιακά την καθοριστική του επιρροή στο καθαρό επιτοκιακό έσοδο. Η μεταβολή των πολιτικών επιτοκίων αναμένεται σαφώς μικρότερη σε σχέση με το 2025, γεγονός που καθιστά τον όγκο, κυρίως τις καταθέσεις, το κρίσιμο σημείο για την ανάπτυξη του NII.
Με δεδομένο ότι οι καταθέσεις στην Ευρωζώνη αυξάνονται κατά περίπου 3%, η Goldman Sachs θεωρεί πως αυτό το «κεφαλαιακά ελαφρύ» μοντέλο ενισχύει τα έσοδα χωρίς να επιβαρύνει τους ισολογισμούς. Οι ελληνικές τράπεζες, σύμφωνα με τη συγκριτική ταξινόμηση του οίκου, ανήκουν στις ομάδες με τους υψηλότερους ρυθμούς αύξησης καταθέσεων και χορηγήσεων, κάτι που εξηγεί και τη σταθερά θετική στάση της.
Η δεύτερη βασική πηγή ενίσχυσης των εσόδων είναι οι προμήθειες. Η Goldman Sachs εκτιμά μεσοσταθμική αύξηση περίπου 7% το 2026, με το περιβάλλον των αγορών και των ασφαλιστικών προϊόντων να λειτουργεί υποστηρικτικά. Και σε αυτό το σημείο, η ελληνική αγορά ευθυγραμμίζεται με τους ταχύτερα αναπτυσσόμενους ευρωπαϊκούς ομίλους, καθώς η αύξηση των εσόδων από προμήθειες ξεχωρίζει στα comparative charts της έκθεσης.
Αποδοτικότητα που πατά σε στέρεο έδαφος
Σε ό,τι αφορά την αποδοτικότητα, η Goldman Sachs περιγράφει ένα 2026 όπου ο δείκτης κόστους προς έσοδα συνεχίζει να βελτιώνεται: τα έσοδα αυξάνονται, τα λειτουργικά έξοδα κινούνται ήπια και το λειτουργικό περιθώριο κερδίζει χώρο.
Οι ελληνικές τράπεζες καταλαμβάνουν το ανώτερο άκρο στην τριετή βελτίωση του δείκτη C/I για την περίοδο 2025-2028, κάτι που αποτελεί καθαρό τεχνικό σήμα ότι η λειτουργική τους ισορροπία έχει πλέον παγιωθεί. Δεν πρόκειται για στιγμιαία μεταβολή αλλά για σταθερή αναδιάταξη της βάσης κόστους και της δομής εσόδων.
Σταθερή ποιότητα ενεργητικού και κεφαλαιακή επάρκεια που επιτρέπει διανομές
Στο μέτωπο της ποιότητας ενεργητικού, η Goldman Sachs βλέπει ένα περιβάλλον ομαλό σε επίπεδο Ευρώπης. Η χαμηλή ανεργία, η σταδιακή αποκλιμάκωση των επιτοκίων και το πιο σταθερό μακροοικονομικό σκηνικό συνθέτουν συνθήκες όπου οι προβλέψεις δεν λειτουργούν ως τροχοπέδη για την κερδοφορία του 2026. Στο περιφερειακό πλαίσιο της έκθεσης, οι ελληνικές τράπεζες εμφανίζονται με επαρκή κάλυψη και χωρίς να διαφοροποιούνται αρνητικά σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Στο κεφαλαιακό πεδίο, η Goldman Sachs εκτιμά μέσο δείκτη CET1 περίπου 14,9% για το 2025 και παραγωγή κεφαλαίου της τάξης των 250 μονάδων βάσης ετησίως. Πρόκειται για ένα επίπεδο που επιτρέπει υψηλά payout ratios, ενώ στο ελληνικό σκέλος της ανάλυσης αυτό αντικατοπτρίζεται σε τρεις συστάσεις «αγορά» και μία «ουδέτερη». Σύμφωνα με τον οίκο, οι αποτιμήσεις των Alpha Βank, Εθνικής και Πειραιώς διαθέτουν περιθώρια ανόδου, ενώ η αποτίμηση της Eurobank περιγράφεται ως πλήρης βάσει των μοντέλων της.
Στους δείκτες ανάπτυξης δανείων, ενίσχυσης εσόδων και αποδοτικότητας κόστους, οι ελληνικές τράπεζες τοποθετούνται σταθερά στο άνω τμήμα της ευρωπαϊκής κατανομής. Η Goldman Sachs διατηρεί έτσι την Ελλάδα ανάμεσα στις ευνοημένες περιπτώσεις του 2026, με σαφείς τιμές-στόχους και συνεπή αξιολόγηση που προκύπτει αποκλειστικά από τις δικές της παραδοχές και μοντέλα αποτίμησης.