Η Ευρωπαϊκή Ένωση ανέβαλε έως τον Δεκέμβριο τη λήψη απόφασης σχετικά με το αν θα χρησιμοποιήσει τα παγωμένα περιουσιακά στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας για τη στήριξη της Ουκρανίας, γεγονός που απειλεί την προσπάθεια εξεύρεσης νέας χρηματοδότησης για το Κίεβο έως τις αρχές του 2026.
Οι συνομιλίες σταμάτησαν αφότου το Βέλγιο απαίτησε μεγαλύτερες διασφαλίσεις ότι δεν θα θεωρηθεί υπεύθυνο για τους κινδύνους που συνδέονται με το προτεινόμενο δάνειο ύψους 140 δισ. ευρώ, δεδομένου ότι τα περισσότερα από τα χρήματα αυτά τηρούνται στο Euroclear που εδρεύει στη χώρα.
Τελικά, οι ηγέτες της ΕΕ ζήτησαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το εκτελεστικό όργανο της Ένωσης, να καταρτίσει επιλογές χρηματοδότησης για την Ουκρανία προς εξέταση στην επόμενη σύνοδο κορυφής. Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι αναμένει την οριστική απόφαση τότε.
Οποιαδήποτε περαιτέρω καθυστέρηση θα μπορούσε να προκαλέσει καθοριστικά πισωγυρίσματα για την Ουκρανία, η οποία χρειάζεται νέα χρηματοδοτική ένεση έως τις αρχές του 2026.
Οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι της Ουκρανίας θεωρούν ολοένα και περισσότερο τη χρήση των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων ως τον μόνο ρεαλιστικό τρόπο για να συνεχιστεί η χρηματοδότηση του Κιέβου στη μάχη του εναντίον της ρωσικής πλήρους εισβολής, που διανύει ήδη το τέταρτο έτος της, γράφει το Bloomberg. Το κόστος αυξάνεται μετά την απόφαση της κυβέρνησης του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ να διακόψει τη χρηματοδότηση προς την Ουκρανία, δηλώνοντας ότι θα πωλεί μόνο όπλα που πληρώνονται από άλλους δυτικούς συμμάχους.
«Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δεσμεύεται να αντιμετωπίσει τις επείγουσες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ουκρανίας για την περίοδο 2026-2027, συμπεριλαμβανομένων αυτών που αφορούν τις στρατιωτικές και αμυντικές της προσπάθειες», αναφέρεται στα συμπεράσματα των ηγετών. «Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καλεί την Επιτροπή να παρουσιάσει, το συντομότερο δυνατό, επιλογές χρηματοδοτικής στήριξης με βάση αξιολόγηση των αναγκών χρηματοδότησης της Ουκρανίας».
Το Βέλγιο έχει επανειλημμένα εκφράσει επιφυλάξεις για τη χρήση των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, καθώς το μεγαλύτερο μέρος τους -περίπου 180 δισ. ευρώ- βρίσκεται στο Euroclear. Η χώρα ανησυχεί μήπως βρεθεί υπόλογη σε περίπτωση που η Ρωσία κινηθεί νομικά και διεκδικήσει την επιστροφή των χρημάτων. Η Μόσχα έχει δηλώσει ότι θα προβεί σε αντίποινα, εάν τα περιουσιακά στοιχεία κατασχεθούν. Τα σχέδια της ΕΕ δεν περιλαμβάνουν την άμεση δήμευση των στοιχείων αυτών.
Μιλώντας πριν από τη σύνοδο της Πέμπτης, ο πρωθυπουργός του Βελγίου Μπαρτ Ντε Βέβερ προειδοποίησε ότι δεν θα υπογράψει την πρωτοβουλία, εάν άλλες χώρες δεν αντιμετωπίσουν τις ανησυχίες του.
Ο Ντε Βέβερ δήλωσε ότι επιθυμεί «πλήρη αμοιβαιοποίηση του κινδύνου» σε περίπτωση που η Μόσχα υποβάλει αξιώσεις για τα περιουσιακά στοιχεία. Θέλει επίσης νομικά δεσμευτικές εγγυήσεις ότι τα κράτη-μέλη θα συνεισφέρουν εάν χρειαστεί να επιστραφούν τα χρήματα και να υπάρξει κοινή δράση από όλες τις χώρες που κατέχουν παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης μεταξύ των ηγετών της Ένωσης, το Βέλγιο προέτρεψε το μπλοκ να αξιοποιήσει τα παγωμένα περιουσιακά στοιχεία της ρωσικής κεντρικής τράπεζας που βρίσκονται και σε άλλα κράτη-μέλη, σύμφωνα με άτομα ενήμερα της διαδικασίας. Περίπου 25 δισ. ευρώ είναι δεσμευμένα σε διάφορες άλλες πρωτεύουσες.
Ισχυρές εγγυήσεις αποτελούν «απόλυτη προϋπόθεση πριν προχωρήσουμε», δήλωσε ο Ντε Βέβερ στους δημοσιογράφους μετά τη συνεδρίαση. «Εάν πάρεις τα χρήματα και η αγορά δει ότι δεν υπάρχει λύση ρευστότητας για την περίπτωση που κάτι πάει στραβά, τότε βρίσκεσαι αμέσως σε πρόβλημα».
Η καλύτερη επιλογή
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι, που συμμετείχε την Πέμπτη στις συζητήσεις των Ευρωπαίων ηγετών στις Βρυξέλλες, τους κάλεσε να διαθέσουν τα δάνεια στις αρχές του 2026, καθώς η χώρα του, εξαντλημένη από τον πόλεμο, στερεύει από πόρους και κεφάλαια.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν δήλωσε μετά τη σύνοδο ότι «ήταν πολύ σαφές κατά τη συζήτηση» πως τα κράτη-μέλη υποστηρίζουν σε γενικές γραμμές τη χρήση των περιουσιακών στοιχείων.
«Με άλλα λόγια, συμφωνήσαμε επί του “τι” -δηλαδή το δάνειο αποζημιώσεων», ανέφερε. «Και τώρα πρέπει να εργαστούμε επί του “πώς” -πώς θα το καταστήσουμε εφικτό, ποια είναι η καλύτερη επιλογή για να προχωρήσουμε».
Σύμφωνα με το προκαταρκτικό σχέδιο της ΕΕ, τα δάνεια που θα έχουν ως εγγύηση τα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία θα πρέπει να επιστραφούν μόνο εάν η Μόσχα προσφέρει στην Ουκρανία αποζημιώσεις για τις πολεμικές ζημιές. Η ΕΕ έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι περίπου 200 δισ. ευρώ από τα περιουσιακά στοιχεία της ρωσικής κεντρικής τράπεζας θα παραμείνουν παγωμένα μέχρι να συμβεί αυτό.
Τα σχέδια για τα δάνεια υποστηρίζονται επίσης από το Ηνωμένο Βασίλειο και τον Καναδά, που κατέχουν μέρος των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων. Το Ηνωμένο Βασίλειο και αρκετές χώρες της ΕΕ έχουν δηλώσει ότι θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην παροχή εγγυήσεων για τα κεφάλαια. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ωστόσο, έχουν διστάσει να συμμετάσχουν στην πρωτοβουλία.
Ακόμη κι αν οι ηγέτες της ΕΕ καταλήξουν τελικά σε συμφωνία για τα δάνεια, θα παραμείνουν δύο βασικά ζητήματα: πρώτον, ποιοι όροι θα τα συνοδεύουν και δεύτερον, εάν θα υποχρεωθεί η Ουκρανία να αγοράσει περισσότερα ευρωπαϊκά όπλα με τα κεφάλαια αυτά. Μία από τις προκλήσεις είναι ότι η Ουκρανία ενδέχεται να χρειαστεί να προμηθευτεί διαθέσιμα αμερικανικά όπλα για άμεσες επιχειρησιακές ανάγκες στο πεδίο μάχης.
Ο Ζελένσκι επεσήμανε την ικανότητα της χώρας του να αυξήσει ταχύτατα την αμυντική παραγωγή και να μοιραστεί τα αποτελέσματα με την Ευρώπη, εφόσον λάβει πρόσθετη χρηματοδότηση. «Πρέπει να αξιοποιήσουμε κάθε ρωσικό χρήμα για ουκρανική παραγωγή -είναι ταχύτερο και φθηνότερο, και μιλάμε για όπλα μακράς εμβέλειας, drones, ηλεκτρονικό πόλεμο και πυραύλους», δήλωσε ο Ζελένσκι.
«Διαθέτουμε τεχνολογίες που είμαστε έτοιμοι να μοιραστούμε με τους εταίρους μας», πρόσθεσε, σημειώνοντας ότι οι ηγέτες της ΕΕ «αναγνώρισαν πως σήμερα διαθέτουμε τεχνολογίες που άλλοι δεν έχουν, και θα τις μοιραστούμε για να προχωρήσουμε σε συμπαραγωγή».
Την Τετάρτη, η Ουκρανία υπέγραψε επίσης επιστολή προθέσεων με τη Σουηδία για την αγορά έως και 150 σουηδικών μαχητικών αεροσκαφών, τα οποία ενδέχεται να χρηματοδοτηθούν μέσω μελλοντικών δανείων που θα έχουν ως εγγύηση τα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία.