Ο πρόεδρος Τρούμαν ανακοίνωσε το 1948, λαμβάνοντας υπόψη την σοβιετική απειλή προς την Τουρκία (κυρίως λόγω των στενών του Βοσπόρου) και την Ελλάδα, ότι οι ΗΠΑ δεσμεύονταν να υποστηρίξουν τα ελεύθερα κράτη εναντίον του κομμουνισμού. Έχει μείνει στην ιστορία ως το δόγμα Τρούμαν. Επρόκειτο για ένα ρεαλιστικό σχέδιο περιορισμού της Σοβιετικής επιρροής στην Ευρώπη, αφού οι ΗΠΑ δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι άλλο και υπαγορεύθηκε από τις ανάγκες εκείνης της εποχής.
Ο Τραμπ μπορεί να είναι διαφορετικός από άλλους αμερικανούς προέδρους, όπως π.χ. ο Τρούμαν, όμως είναι κι αυτός αναγκασμένος να ασκήσει εξωτερική πολιτική, λαμβάνοντας υπόψη τα πραγματικά δεδομένα.
Πράγματι, οι ΗΠΑ είναι οικονομικά και στρατιωτικά η πιο ισχυρή χώρα στον κόσμο μακράν. Όμως, οι ιθύνοντες της κατανοούν ότι δεν μπορούν να αναπτύξουν δυνάμεις σε πολλά μέρη του κόσμου και να εμπλακούν σε ένοπλες συγκρούσεις ταυτόχρονα παντού αν χρειαστεί. Αυτές κοστίζουν πολύ σε χρήμα και ανθρώπους και μπορούν να μην έχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Ως εκ τούτου η αποφυγή στρατιωτικών συγκρούσεων αποτελεί προτεραιότητα και γι’ αυτό προτάσσουν την διπλωματία. Αυτό δηλαδή που έγινε κατά την 1η θητεία του Τραμπ όταν η Β. Κορέα ανέπτυσσε πυρηνικά όπλα. Προτίμησαν την διπλωματία αντί της στρατιωτικής απάντησης ή της παθητικής αποδοχής της Βορειοκορεάτικης πολιτικής.
Δεν συμβαίνει το ίδιο με το εμπόριο. Οι εξαγωγές και οι εισαγωγές αντιπροσωπεύουν μικρό ποσοστό του ΑΕΠ και επομένως οι ΗΠΑ δεν εξαρτώνται πολύ από τον εξωτερικό τομέα, αν και κάποιοι κλάδοι περισσότερο, σε αντίθεση με άλλες χώρες. Επιπλέον, ο πρόεδρος Τραμπ δεν θεωρεί ότι η απελευθέρωση του εμπορίου ευνόησε τις ΗΠΑ μεταπολεμικά.
Από την μια πλευρά, οι ΗΠΑ δεν θέλουν στρατιωτικές συγκρούσεις. Από την άλλη πλευρά, βλέπουν ότι μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις οικονομικές πολιτικές και το εμπόριο για να αλλάξουν τις σχέσεις τους με φίλους και εχθρούς. Κι αυτό επιχειρεί να κάνει ο Τραμπ. Φυσικά, αυτό δημιουργεί τριβές και υπονομεύει την φήμη και την αξιοπιστία των ΗΠΑ στο εξωτερικό. Όμως, δεν ανησυχούν την κυβέρνηση Τραμπ γιατί δεν πιστεύουν ότι οι αρνητικές επιπτώσεις θα έχουν διάρκεια.
Για τον πρόεδρο Τραμπ και τους συν αυτόν, όπως είχαμε αναφέρει ξανά στο παρελθόν, η Ρωσία δεν είναι κάτι που φοβίζει όπως την Ευρώπη. «Αν κοιτάξεις την οικονομία της (Ρωσία) θα δεις ότι είναι περίπου όση η Ισπανία. Πολεμάει επί 3 χρόνια και έχει πάρει το 20% της γειτονικής Ουκρανίας που είναι αδύνατη, έχοντας υποφέρει πάνω από 1 εκατ. νεκρούς και τραυματίες. Τι να φοβηθείς;» μας έλεγε την προηγούμενη εβδομάδα intelligence αξιωματούχος που συνδέεται με το ευρύτερο περιβάλλον του προέδρου.
Γι’ αυτούς η Ρωσία είναι μια χώρα που μπορούν να κάνουν μπίζνες και να την απομακρύνουν από την Κίνα. Αυτό προϋποθέτει το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία και για να το επιτύχει ο Τραμπ θα ασκήσει πιέσεις και στις δυο πλευρές για συμβιβασμό.
Χωρίς τις ΗΠΑ και με μικρότερο στρατό, η Ουκρανία γνωρίζει ότι τα πράγματα θα δυσκολέψουν στο μέτωπο. Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία μπορεί να αντέχει αλλά αν επιβληθούν υψηλοί δασμοί σε χώρες που αγοράζουν το πετρέλαιο και το φυσικό της αέριο, η κατάσταση θα χειροτερεύσει κι εκεί.
Μπορεί ο Τραμπ να επιτύχει μια ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ Ρώσων και Ουκρανών; Δεν είναι εύκολο. Οι πιθανότητες είναι 50-50 κατά την γνώμη μας. Αν όμως κάποιος μπορεί να τα καταφέρει, αυτός είναι ο «μη συμβατικός» πρόεδρος Τραμπ.
Σε μια τέτοια περίπτωση, τα χρηματιστήρια και όχι μόνο θα έχουν λόγο να το πανηγυρίσουν. Εκτός κι αν σπεύσουν να το προεξοφλήσουν από πριν, αναλαμβάνοντας το ρίσκο.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.