Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ενέργεια: Η απελευθέρωση αναβάλλεται για τριετία

Οι πρόσφατες αυξήσεις τιμολογίων της ΔΕΗ και η κινητικότητα από πλευράς Ανεξάρτητων Παραγωγών έχουν δημιουργήσει την ψευδαίσθηση ότι οδεύουμε ολοταχώς προς την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

Ενέργεια: Η απελευθέρωση αναβάλλεται για τριετία
Υπεύθυνος αφιερώματος: Δ. Γλύστρας

Κείμενα: Στ. Κοτζαμάνης, Κ. Σταμπολής, Δ. Γλύστρας

Οι πρόσφατες αυξήσεις των τιμολογίων της ΔΕΗ και η κινητικότητα από πλευράς Ανεξάρτητων Παραγωγών (Α.Π.), οι οποίοι τους τελευταίους μήνες έχουν ανακοινώσει την πρόθεσή τους να κατασκευάσουν αρκετές νέες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, έχουν δημιουργήσει την ψευδαίσθηση ότι οδεύουμε ολοταχώς προς την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

Δηλαδή στη δημιουργία συνθηκών ανταγωνισμού μεταξύ παραγωγών και επιλογής προμηθευτή από τον πελάτη, ακόμα και οικιακών καταναλωτών.

Η αλήθεια είναι ότι απέχουμε πολύ από αυτήν την ιδεατή κατάσταση, αφού αυτήν τη στιγμή η αγορά σχεδόν μονοπωλείται από τη ΔΕΗ και θα κυριαρχείται από εκείνη για μεγάλο διάστημα ακόμη.

Για να υπάρξει απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρισμού, όπως νοείται στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών οδηγιών αλλά και από την κοινή λογική, θα πρέπει πρώτα να απελευθερωθούν τα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος και να σταματήσουν να καθορίζονται με αποφάσεις του εκάστοτε υπουργού Ανάπτυξης.

Επίσης, θα πρέπει ένα ποσοστό, τουλάχιστον το 30% της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, να προέρχεται από Α.Π. Σήμερα η ΔΕΗ κατέχει το 95% της εγκατεστημένης ισχύος και ελέγχει το 100% της προσφερόμενης ηλεκτρικής ενέργειας.

Παρά το γεγονός ότι η αγορά στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πλήρως απελευθερωμένη από τον Ιούλιο του 2007 για όλους τους καταναλωτές (βιομηχανικούς, επαγγελματικούς και οικιακούς), στην Ελλάδα αυτή παραμένει ερμητικά κλειστή, δέσμια των ”φθηνών” τιμολογίων της ΔΕΗ, γεγονός που οι εν δυνάμει ανταγωνίστριές της αδυνατούν να παρακάμψουν, καθώς έχουν πολύ υψηλότερο κόστος καυσίμου.

Τα δειλά βήματα που είχαν γίνει στο παρελθόν, όταν εταιρείες εισαγωγής ρεύματος έκαναν συμβόλαια πώλησης με επιλέγοντες πελάτες, δηλαδή με μεγάλες βιομηχανικές και εμπορικές εταιρείες, που από το 2001 είχαν το δικαίωμα να διαλέγουν τον προμηθευτή ηλεκτρισμού, έμειναν και αυτά μετέωρα.

Η χονδρική αγορά ηλεκτρισμού (μέσω του pool του ΔΕΣΜΗΕ) με τις υψηλότερες τιμές που πρόσφερε απορρόφησε τους νέους παίκτες (οι οποίοι προτιμούν να πουλάνε εκεί κερδίζοντας περισσότερα) και δημιούργησε μία από τις μεγαλύτερες στρεβλώσεις εις βάρος της ΔΕΗ. Η Επιχείρηση υποχρεώθηκε να αγοράζει ρεύμα ακριβότερα από τις τιμές στις οποίες πουλούσε στους πελάτες της, μέσω των ρυθμιζόμενων από την κυβέρνηση τιμολογίων.

Πολλά υποσχόμενη αγορά

Παρ’ όλα αυτά, η Ελλάδα παραμένει μία πολλά υποσχόμενη αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, με συνεχώς αυξανόμενες καταναλώσεις της τάξεως του 3% - 3,5% σε ετήσια βάση, ποσοστό που θεωρείται από τα πλέον υψηλά στην Ευρώπη. Να σημειώσουμε ότι στη δεκαετία του ’90 η αύξηση της ζήτησης ήταν ακόμη υψηλότερη, 4% - 4,5% ανά έτος.

Οι λόγοι που ενισχύουν την κατανάλωση έχουν να κάνουν με την αύξηση της ζήτησης από τα νοικοκυριά εξαιτίας των πολλών ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών συσκευών που εγκαθίστανται συνεχώς (κλιματιστικά, τηλεοράσεις, video, computers, ψυγεία κ.ά.), της αύξησης του αριθμού των νοικοκυριών (π.χ. δεύτερη ή και τρίτη κατοικία, νέα νοικοκυριά από οικονομικούς μετανάστες κ.λπ.), όπως επίσης και λόγω του μεγαλύτερου χρόνου που αφιερώνει ο μέσος άνθρωπος εντός της κατοικίας ή στον χώρο εργασίας του, με αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας.

Μέχρι πρόσφατα την αποκλειστική ευθύνη για να αντιμετωπιστούν οι αυξανόμενες ανάγκες της χώρας σε ηλεκτρισμό την είχε η ΔΕΗ, η οποία μέσω της Διεύθυνσης Προγραμματισμού εκπονούσε τις απαραίτητες μελέτες και εισηγούνταν στη διοίκησή της για τις νέες μονάδες που έπρεπε να δρομολογηθούν.

Έτσι, κατασκευάστηκαν όλες οι μεγάλες λιγνιτικές μονάδες, τα υδροηλεκτρικά έργα και οι πρώτες μονάδες φυσικού αερίου (στο Λαύριο, στον Αγ. Γεώργιο και στην Κομοτηνή), ενώ επιτεύχθηκε ο εξηλεκτρισμός όλης της χώρας με δυσανάλογο πολλές φορές κόστος (κυρίως στα νησιωτικά συμπλέγματα).

Όμως, το μοντέλο αυτό καταργήθηκε ουσιαστικά από το 2003, οπότε και ίσχυσε η νέα κοινοτική οδηγία (2003/54/EC), η οποία προβλέπει τη μετάβαση σε νέο, απελευθερωμένο καθεστώς, σύμφωνα με το οποίο στην αγορά συμμετέχουν και άλλοι, πέραν του ενός, παίκτες και η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας σταματά να είναι το μονοπώλιο μίας (συνήθως κρατικής) εταιρείας.

Πράγματι, εκείνη την περίοδο στην Ελλάδα αρχίζει η δραστηριοποίηση του ανεξάρτητου Διαχειριστή του Ελληνικού Συστήματος Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΔΕΣΜΗΕ), ενώ από το 2001 είχε δημιουργηθεί και η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ), η οποία και έχει την ευθύνη για την εύρυθμη λειτουργία ολόκληρου του ενεργειακού τομέα της χώρας.

Έτσι, ο προγραμματισμός για το σύνολο της ηλεκτρικής αγοράς μετατέθηκε από τη ΔΕΗ στον ΔΕΣΜΗΕ, υπό την επίβλεψη της ΡΑΕ και πάντα υπό τον σφιχτό εναγκαλισμό του υπουργείου Ανάπτυξης (ΥΠΑΝ).

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η ΔΕΗ περιορίστηκε στον προγραμματισμό των δικών της μόνο δραστηριοτήτων.

Γιατί αργεί η αλλαγή

Υποτίθεται ότι η ΡΑΕ, ο ΔΕΣΜΗΕ αλλά και το ΥΠΑΝ θα μεριμνούσαν για την ομαλή μετάβαση στη νέα απελευθερωμένη και ανταγωνιστική αγορά.

Όμως, οι πολιτικές δεσμεύσεις (βλέπε ΓΕΝΟΠ - ΔΕΗ) και μια βαθιά ριζωμένη κρατικιστική αντίληψη περί της λειτουργίας της αγοράς από τα δύο μεγάλα κόμματα ακύρωσαν στην πράξη τη διαδικασία απελευθέρωσης, δημιουργώντας μία σειρά από εμπόδια που αποθάρρυναν τους όποιους σοβαρούς παίκτες να επενδύσουν, να κατασκευάσουν νέες μονάδες και να πάρουν το οικονομικό ρίσκο συμμετοχής τους σε μία αγορά η οποία κυριαρχούνταν από τη ΔΕΗ.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο άκρως γραφειοκρατικός και άχρηστος εν τέλει διαγωνισμός του ΔΕΣΜΗΕ, ο οποίος πραγματοποιήθηκε την άνοιξη του 2006 έπειτα από διετή προετοιμασία, με στόχο την προσέλκυση μεγάλων ιδιωτικών επενδύσεων στην ηλεκτροπαραγωγή.

Στον διαγωνισμό υπήρξε πλήρης αποτυχία, αφού μία από τις πιο σοβαρές εταιρείες στον τομέα της ιδιωτικής ηλεκτροπαραγωγής γύρισε την πλάτη στον ΔΕΣΜΗΕ. Η Endesa Hellas δεν έλαβε καν μέρος, ενώ μία επίσης σημαντική εταιρεία στον χώρο, η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, ενώ συμμετείχε, τελικά αποφάσισε να κινηθεί ανεξάρτητα, χωρίς να περιμένει καν τα αποτελέσματα και να ξεκινήσει την κατασκευή μίας μεγάλης θερμικής μονάδας, εκτός των διαδικασιών του εν λόγω διαγωνισμού.

Οι νέες μονάδες

Έτσι, η σημερινή κατάσταση, από άποψη προγραμματισμού για την κατασκευή νέων μονάδων, που έχει ανάγκη το ηλεκτρικό δίκτυο της χώρας για να λειτουργεί ικανοποιητικά και για να μπορεί να ανταποκρίνεται στις αυξημένες ανάγκες, μπορεί να συνοψιστεί ως εξής:

Λόγω της κακοδαιμονίας και της εσωστρέφειας που επικράτησε την περίοδο 2002 - 2006, δεν υπήρξε πρόβλεψη για την κατασκευή νέων μονάδων (πέραν του Λαυρίου Νο 5 της ΔΕΗ), με αποτέλεσμα κατά τη διάρκεια ολόκληρου του 2007 να μην μπορέσει να ενταχθεί ούτε μία νέα μονάδα στο σύστημα, με τα γνωστά σε όλους αποτελέσματα.

Την άνοιξη του 2007, μετά την αποτυχία του διαγωνισμού του ΔΕΣΜΗΕ, οι ιδιώτες παραγωγοί παίρνουν την κατάσταση στα χέρια τους και ανακοινώνουν επενδύσεις με την κατασκευή νέων θερμικών μονάδων, των οποίων όμως η ολοκλήρωση και ένταξη θα πραγματοποιηθεί το 2009 (βλέπε σχετικό πίνακα).

Παράλληλα, η ΔΕΗ, αφού ξεπέρασε πολλά νομικά εμπόδια, προχώρησε στην ανάθεση της κατασκευής της νέας μονάδας φυσικού αερίου στο Αλιβέρι, η οποία όμως και αυτή δεν θα είναι έτοιμη πριν από τις αρχές του 2010.

Από τώρα μέχρι το καλοκαίρι του 2009 δεν προβλέπεται η ένταξη ούτε μίας νέας μεγάλης μονάδας στο διασυνδεδεμένο σύστημα (πλην μερικών αιολικών πάρκων, με ισχύ που δεν προβλέπεται να ξεπεράσει τα 400 MW, τα οποία με κανέναν τρόπο δεν μπορούν να καλύψουν φορτία βάσης).

Έτσι, το καλοκαίρι του 2008 θα φαντάζει ακόμα πιο άσχημο από το φετινό. Η ένταξη, δε, της μονάδας συμπαραγωγής (330 MW) της Endesa Hellas εντός του 2008 -αφού προηγουμένως επιλυθεί το θέμα αλλαγής των ορίων λειτουργίας της- μικρή μόνο ανακούφιση μπορεί να προσφέρει στο σύστημα.

Όμως, όπως φαίνεται από τον σχετικό πίνακα, με την προβλεπόμενη ένταξη νέων ηλεκτροπαραγωγικών μονάδων στο διασυνδεδεμένο δίκτυο, οι Ανεξάρτητοι Παραγωγοί έχουν προεξοφλήσει το άνοιγμα της αγοράς και τη συνεχή αύξηση των αναγκών και σπεύδουν να προγραμματίσουν και να κατασκευάσουν νέες μονάδες.

Έτσι, βάσει των ήδη ανακοινωθέντων στοιχείων και αδειοδοτήσεων της ΡΑΕ, το 2010 η συνολική εγκατεστημένη ισχύς των Α.Π. προβλέπεται να φτάσει τα 2.470 MW, δηλαδή το 22% της συνολικής εγκατεστημένης ισχύος, ποσοστό που μπορεί να αυξηθεί εάν εν τω μεταξύ η ΔΕΗ, με την έναρξη της λειτουργίας της νέας μονάδας στο Αλιβέρι, αποσύρει πλήρως την πεπαλαιωμένη πετρελαϊκή μονάδα ισχύος 200 MW.

Παράλληλα, εάν οι ιδιώτες προμηθευτές αρχίσουν να τροφοδοτούν τους πελάτες με δικό τους ρεύμα (που θα παράγεται από τη ΔΕΗ ή από αυτούς), τότε ίσως το 2010 να είναι το έτος-καμπή για την απελευθέρωση της ηλεκτρικής αγοράς στη χώρα μας.

* Αναδημοσίευση από το φύλλο 509 της εφημερίδας ”ΜΕΤΟΧΟΣ & ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ”, 21/12 - 25/12/2007.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v