Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Γιατί το μέλλον του πλανήτη κρίνεται στο στενό της Ταϊβάν

Σε μια σειρά ερωτήματα για την αντιπαράθεση ΗΠΑ-Κίνας με το ζήτημα της Ταϊβάν στο επίκεντρο -και όχι μόνο- επιχειρεί να δώσει απαντήσεις το τελευταίο βιβλίο του Δρ. Γιώργου Τζογόπουλου.

Γιατί το μέλλον του πλανήτη κρίνεται στο στενό της Ταϊβάν
  • Του Γιώργου Ν. Τζογόπουλου *

Παρόλο που η παγκόσμια προσοχή είναι φυσιολογικά στραμμένη στον πόλεμο της Ουκρανίας, οι σινοαμερικανικές σχέσεις εξακολουθούν να αποτελούν τον βασικό πυλώνα των διεθνών σχέσεων. Από την εξέλιξή τους θα κριθούν η μελλοντική ειρήνη και ευημερία στον πλανήτη. Το φάσμα των σχέσεων αυτών είναι ευρύ και συχνά αλληλλοσυμπληρούμενο στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Το ζήτημα της Ταϊβάν, ωστόσο, έχει ιστορικά εξέχουσα σημασία.

Για τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας η επανένωση της με την Ταϊβάν συνιστά εθνικό στόχο. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, το Πεκίνο δεν αποκλείει την χρησιμοποίηση ένοπλης βίας σε περίπτωση αποσχιστικής διάθεσης από την πλευρά της Ταϊπέι. Πρόκειται για έσχατη λύση. Aπό την πλευρά τους, οι Ηνωμένες Πολιτείες θεωρούν την Ταϊβάν βασικό εταίρο τους στην Ασία, που αποκτάει ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα στην προσπάθειά τους να περιορίσουν την ισχύ της της Κίνας.

Οι σχέσεις Αμερικής-Ταϊβάν ορίζονται από το σχετικό νόμο που ψηφίστηκε στο Κογκρέσο το 1979, και που προβλέπει, μεταξύ άλλων, παροχή στρατιωτικού εξοπλισμού. Ο νόμος αυτός αναμένεται να εμπλουτιστεί και να ισχυροποιηθεί τις επόμενες βδομάδες. Σε περίπτωση πολέμου μεταξύ Κίνας-Ταϊβάν, η Αμερική έχει αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο στρατιωτικής εμπλοκής. Το έχει πει δημοσίως πριν από λίγο καιρό ο Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν.

Τα τελευταία πενήντα χρόνια οι σινοαμερικανικές σχέσεις αναπτύχθηκαν πάνω στην αρχή της μίας Κίνας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, δηλαδή, αναγνώρισαν τα έτη 1971-1972 τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας ως μοναδική και νόμιμη εκπρόσωπο της Κίνας, για να εξασφαλίσουν τη συνεργασία της κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Το ερώτημα, το οποίο τίθεται πλέον, είναι αν η εν λόγω αρχή έχει αρχίσει να αναθεωρείται.

Η Κίνα θεωρεί πως η επίσκεψη της Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι στην Ταϊβάν πριν από λίγες βδομάδες αποτελεί πράξη αμφισβήτησης. Άλλωστε, αρκετοί ακόμα γερουσιαστές έκαναν το ίδιο μετά την κα Πελόζι. Η αμερικανική κυβέρνηση απαντάει, επισήμως, ότι η αρχή της μίας Κίνας εξακολουθεί να ισχύει.

Η αντίδραση της Κίνας στην επίσκεψη της Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων στην Ταϊβάν δεν συμπεριέλαβε μόνο στρατιωτικές ασκήσεις αλλά και απόσυρση από ένα πλέγμα διαπραγματεύσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες για θέματα κοινού ενδιαφέροντος όπως η κλιματική αλλαγή.

Η απόσυρση αυτή δείχνει πως το Πεκίνο αντιτίθεται πλέον ευθέως στην επιλεκτική συνεργασία που του προτείνει η Ουάσιγκτον και επιχειρεί να βάλει κάποιους σταθερούς και συγκεκριμένους όρους. Μέχρι στιγμής θεωρούνταν δεδομένο – τουλάχιστον στη Δύση – πως ακόμα και ως «στρατηγικός εχθρός», η Κίνα θα αποτελούσε εταίρο για τη διαχείριση των παγκόσμιων προκλήσεων.

Από εκεί και πέρα, σε ό,τι αφορά το ζήτημα της Ταϊβάν, η αυξανόμενη αμερικανική στρατιωτική υποστήριξη πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Η Κίνα, βέβαια, ασχολείται με το θέμα αυτό όχι ως απλώς μία πτυχή της πολιτικής της, όπως συμβαίνει με την Αμερική η οποία δρα ως παγκόσμια υπερδύναμη και επιθυμεί να διατηρήσει την πρωτοκαθεδρία της, αλλά ως ζήτημα εθνικής ασφάλειας. Κατά τρόπο ειρωνικό, και οι δύο χώρες αντλούν πολύ χρήσιμα διδάγματα από την ουκρανική κρίση, τόσο σε στρατιωτικό όσο και σε πολιτικό, οικονομικό και ενεργειακό επίπεδο.

Ζητούμενο για τις εμπλεκόμενες πλευρές πρέπει να αποτελεί η αποφυγή ενός πολέμου που μπορεί να οδηγήσει σε γενικευμένη σύρραξη. Η Κίνα έχει δείξει, ιστορικά, τεράστια αποθέματα υπομονής για πολλά ζητήματα, και ενδεχομένως να τα εξαντλήσει στη διαχείριση αυτού της Ταϊβάν, ώστε να πετύχει την ειρηνική επανένωση, εξέλιξη στην οποία η Αμερική, θεωρητικά, δεν αντιτίθεται.

Η Κίνα, άλλωστε, εξελίχθηκε στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου και βελτίωσε το επίπεδο ζωής των πολιτών της ακολουθώντας ένα μοντέλο σταθερότητας, ηρεμίας και μακροπρόθεσμου στρατηγικού οράματος. Η αλλαγή του μοντέλου αυτού ίσως προκαλέσει περισσότερους κλυδωνισμούς παρά οφέλη. Αλλά αυτό θα το κρίνει η κινεζική ηγεσία.

* Ο Δρ. Γιώργος Τζογόπουλος είναι Senior Fellow στο ΕΛΙΑΜΕΠ και το Kέντρο Στρατηγικών Σπουδών Μπέγκιν-Σαντάτ και Λέκτορας Διεθνών Σχέσεων στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο της Νίκαιας. Το τελευταίο του βιβλίο The Miracle of China: The New Symbiosis with the World κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Springer


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v