Μια κοινή θεματολογία των λαϊκών ταινιών της δεκαετίας του 1950 στην Ελλάδα και σε πολλές άλλες χώρες του κόσμου αφορούσε την ιστορία μιας φτωχής κοπέλας η άνδρα πού μετέβαινε από το χωριό στην πόλη όπου ερωτευόταν το αφεντικό (άνδρα η γυναίκα) της επιχείρησης στην οποία δούλευε. Η ιστορία είχε σχεδόν πάντοτε ένα happy end: Το ζευγάρι παντρευόταν, έκανε οικογένεια κ.λπ.
Ανεξάρτητα από το πόση σχέση με την πραγματικότητα είχαν αυτές οι ιστορίες, σήμερα ο έρωτας δεν είναι καθόλου τυφλός αλλά επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από την κοινωνική τάξη στην οποία ανήκει κανείς. Συγκεκριμένα οι έρευνες δείχνουν ότι τα άτομα με μεγαλύτερα έσοδα/πλούτο τείνουν να παντρεύονται σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό μεταξύ τους από ότι αν η επιλογή ήταν τυχαία (random).
Μία πρόσφατη πολυσυζητημένη ισπανική επιστημονική έρευνα του πανεπιστημίου της Μαδρίτης δείχνει ότι στην Ισπανία τα ζευγάρια στις κορυφές της κοινωνικοοικονομικής ιεραρχίας δεν δημιουργούνται στην τύχη αλλά καθορίζονται από κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες.
Τα άτομα ενώνονται με τα δεσμά του γάμου με αυτούς με τους οποίους έχουν τα ίδια πλούτη/έσοδα. Έτσι οι άνδρες και οι γυναίκες του ανώτερου 10% της εισοδηματικής κλίμακας έχουν τριπλάσιες πιθανότητες να παντρευτούν μεταξύ τους από ότι αν η διαδικασία ήταν τυχαία.
Από την άλλη πλευρά, ένας πολύ πλούσιος άνδρας έχει πέντε φορές λιγότερες πιθανότητες να παντρευτεί με μία κοπέλα μέσου-χαμηλού εισοδήματος από ότι αν η διαδικασία βασιζόταν στην τύχη. Οι ταινίες της δεκαετίας του 1950 δεν θα είχαν κανένα νόημα στο καθεστώς της «κοινωνικοοικονομικής ομογαμίας» που ισχύει μεταξύ των πλουσίων σήμερα.
Όπως κατανοεί κανείς αν τα ζευγάρια διαμορφώνονταν στην τύχη θα μειώνονταν οι οικονομικές ανισότητες όσον αφορά τα εισοδήματα όσο και τον πλούτο. Αντίθετα αυτό που συμβαίνει σήμερα όπου τα άτομα υψηλών εισοδημάτων παντρεύονται μεταξύ τους, είναι ότι διαιωνίζονται οι οικονομικές ανισότητες.
Αν οι άνθρωποι ακολουθούσαν ένα τυχαίο σύστημα επιλογής συντρόφου τότε ο γάμος θα λειτουργούσε μερικώς ως μηχανισμός αναδιανομής του εισοδήματος μειώνοντας έτσι τις οικονομικές ανισότητες. Όμως αυτό πού συμβαίνει είναι ότι οι πλούσιοι παντρεύονται πλούσιους και οι φτωχοί είτε φτωχούς, είτε παραμένουν άνευ συντρόφου. Το γεγονός ότι τα άτομα με μεγαλύτερα έσοδα επιλέγουν να παντρευτούν μεταξύ τους συμβάλλει στην άνιση κατανομή του εισοδήματος.
Όταν τα πιο εύπορα άτομα συγκεντρώνουν πόρους και ενώνονται μεταξύ τους συνδυάζουν πλούτη και πλεονεκτήματα πού μεγιστοποιούν την αγοραστική τους δύναμη. Στην κορυφή της κοινωνικής διαστρωμάτωσης τα ζευγάρια συγκροτούν πραγματικές υπερδυνάμεις. Το «επιλεκτικό ζευγάρωμα» που εφαρμόζουν οι ελίτ δεν ενώνει απλά περιουσίες αλλά τις πολλαπλασιάζει. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της έρευνας αν τα ζευγάρια διαμορφώνονταν στην τύχη οι ανισότητες θα μειώνονταν σημαντικά. Το 80% του πληθυσμού και ιδιαίτερα οι πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες θα βελτίωναν την θέση τους. Μόνο το ανώτερο 20% του πληθυσμού θα έχανε τμήμα της συσσωρευμένης οικονομικής του δύναμης.
Όμως στην πραγματικότητα συμβαίνει το αντίθετο. Η ελίτ ασκώντας κοινωνικοοικονομική ομογαμία συνδυάζει αυξημένα εισοδήματα, οικογενειακές κληρονομιές και ακίνητες περιουσίες δημιουργώντας έτσι πανίσχυρες οικονομικές οικογενειακές δυναστείες. Αντίθετα εκείνοι που ξεκινούν από χαμηλά αντιμετωπίζουν περισσότερα εμπόδια για να ανέβουν και να αποκτήσουν πρόσβαση σε χώρους κοινωνικής κινητικότητας.
Η έρευνα φυσικά αφορά πρωτίστως την Ισπανία αν και ανάλογα φαινόμενα έχουν παρατηρηθεί και αλλού.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.