Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Οι επικριτές της παρούσας κυβέρνησης την κατηγορούν ότι, μεταξύ πολλών άλλων, δεν διαθέτει στρατηγική στην εξωτερική της πολιτική. Δικαίως.
Η συντριπτική πλειονότητα -και άρα εξ’ ορισμού και το σύνολο – των κινήσεών της στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής έπονται πρωτοβουλιών που έχει ήδη αναλάβει η Τουρκία, με κορυφαία τη σύναψη του τουρκο-λιβυκού μνημονίου και των παρεπόμενων συμφωνιών με τη Λιβύη.
Πρόκειται για συμφωνίες στις οποίες ως γνωστόν, η Ελλάδα “απάντησε” με την σύναψη συμφωνιών ΑΟΖ με την Ιταλία και την Αίγυπτο, μερικώς, κατά τα πρώτα έτη της διακυβέρνησης Μητσοτάκη και την επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. στο Ιόνιο.
Αντιστοίχως, η υπαναχώρηση στους σχεδιασμούς του αγωγού East – Med, ενός μεγαλεπήβολου πρότζεκτ το οποίο αντιμετώπιζε ούτως ή άλλως δυσκολίες υλοποίησης και στην συνέχεια το “πάγωμα” του καλωδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης GSI, χαρακτηρίστηκαν από την στάση διαλλακτικότητας και κατευνασμού που επέδειξε η ελληνική πλευρά επί του πεδίου και ευρύτερα έναντι της γείτονος.
Ο -άνευ ελληνικών διαμαρτυριών ή ενστάσεων- αποκλεισμός της χώρας μας από κάθε διεθνή διάσκεψη για την Λιβύη, συμπεριλαμβανομένης της πρόσφατης στην Κωνσταντινούπολη αλλά και όσων προηγήθηκαν, παρά την εύλογη διακύβευση των εθνικών της συμφερόντων, καθώς και η επιμονή στην πολιτική των “ήρεμων νερών” με την Τουρκία, παρά τις συνεχείς της προκλήσεις, έχουν αναγάγει τον κατευνασμό σε κύριο χαρακτηριστικό της όποιας ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και τις κινήσεις τακτικού χαρακτήρα ως το βασικό εργαλείο άσκησης αυτής της πολιτικής.
Ακόμη και η πρόσφατη ανακοίνωση του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού, η οποία προηγήθηκε του αντίστοιχου της Τουρκίας, σημειώθηκε μόνον εξαιτίας των πιέσεων της ΕΕ και των υποχρεώσεων που είχε η χώρα μας στο συγκεκριμένο ζήτημα.
Κορυφαία δε κίνηση κατευνασμού έναντι της Τουρκίας, η οποία διατηρεί σε πλήρη ισχύ το “casus belli” έναντι της χώρας μας σε περίπτωση άσκησης του νομίμου δικαιώματος επέκτασης των χωρικών υδάτων στο Αιγαίο, υπήρξε η υπογραφή της “Διακήρυξης των Αθηνών”, ενός -επί της ουσίας- συμφώνου φιλίας, με τη μόνη χώρα η οποία απειλεί την Ελλάδα με… πόλεμο.
Ακόμη και εάν επιχειρηθεί η αναζήτηση ενός συνεκτικού ιστού σε αυτές τις κινήσεις υποχωρητικότητας και κατευνασμού, το τελικό τους αποτέλεσμα οφείλει να μην μας διαφύγει.
Όπως εκτενώς εξηγεί ο συνάδελφος Γ. Φιντικάκης, με δύο δημοσιεύματά του (Μετά το GSI, το EMC: «Τροχονόμος» η Τουρκία στις διεθνείς διασυνδέσεις” και “Πώς η Τουρκία μπλοκάρει κάθε έργο στην Ανατολική Μεσόγειο”) η Τουρκία έχει καταστεί “χωροφύλακας” στο Αιγαίο και την Αν. Μεσόγειο, ακυρώνοντας οποιοδήποτε πρότζεκτ επιχειρηθεί δίχως την προηγούμενη έγκρισή της. Τελευταίο παράδειγμα η υπόθεση του τηλεπικοινωνιακού καλωδίου EMC, στην Κύπρο.
Αυτή η εξέλιξη όμως αφορά πλέον μία παγιωμένη κατάσταση και καταγράφεται ως στρατηγικό λάθος της χώρας μας. Αφορά πρώτον, την “περικύκλωση” της Ελλάδας, από την Ιταλία, έως την Λιβύη, τη Συρία και την Τουρκία, από δυνάμεις που αποδεικνύουν με τις κινήσεις τους ότι αντιστρατεύονται τα συμφέροντά της, ενώ οι όποιες φίλιες δυνάμεις, Ισραήλ και Αίγυπτος, στέκουν άναυδες ενώπιον της ελληνικής διαλλακτικότητας, η οποία ακυρώνει στην πράξη ενεργειακές πρωτοβουλίες συνεργασίας, όπως η “3+1” (Κύπρος, Ελλάδα, Ισραήλ και ΗΠΑ).
Κυριότερα, όμως, οι κινήσεις τακτικής στις οποίες έχει προχωρήσει έως τώρα η Ελλάδα, δημιουργούν τετελεσμένα στο Αιγαίο και την Αν. Μεσόγειο, “επιτρέποντας” στην Τουρκία να αμφισβητήσει ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα, εγκλωβίζοντας τη χώρα μας στα 6 ν.μ. της αιγιαλίτιδας ζώνης της και ως εκ τούτου μπορούν να θεωρηθούν μόνον ως λάθος στρατηγικής.
Υπήρχε άλλος δρόμος; Σε αυτό το -ενδεχομένως- εύλογο ερώτημα, η απάντηση είναι μία. Προφανώς υπήρχε και δεν ήταν απαραίτητα η σύγκρουση ή μόνον η επίδειξη ισχύος επί του πεδίου, την οποία, ούτως ή άλλως η Ελλάδα επιμελώς απέφυγε.
Η Ελλάδα επέλεξε να μην καταφύγει στην ΕΕ διεκδικώντας κυρώσεις κατά της Τουρκίας, επέλεξε να μην “σηκώσει” το θέμα διπλωματικά, στον ΟΗΕ ή να προχωρήσει σε διαβήματα διαμαρτυρίας ή ρηματικές διακοινώσεις και στήριξε τις ελπίδες της για “καλύτερες ημέρες” σε κινήσεις τακτικής και συμμαχίες που ακύρωνε στη συνέχεια η ίδια, αρνούμενη να τιμήσει τις δεσμεύσεις της.
Πλέον, είναι αντιμέτωπη με τα επίχειρα των επιλογών της και μία σαφώς δυσχερέστερη κατάσταση, από την οποία μπορεί να διαφύγει μόνον με αλλαγή πορείας.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.