Το βαρύ τίμημα που καταβάλλει η χώρα μας κάθε καλοκαίρι σε ζωές, περιουσίες και φυσικό πλούτο, καθιστά σαφές ότι το μοντέλο που ακολουθεί στην δασοπυρόσβεση, πλέον, δεν ανταποκρίνεται στον σκοπό του. Είναι, με απλά λόγια, αναποτελεσματικό, αφενός, υπό το φως του μεγέθους των προκλήσεων που θέτει η κλιματική κρίση, αφετέρου, δεδομένων των δυνατοτήτων του.
Εστιάζεται στην θεραπεία του προβλήματος και όχι στην πρόληψη, συχνά μάλιστα, με μέσα που δεν επαρκούν για το συγκεκριμένο αντικείμενο, αν και το πρόγραμμα “Αιγίς” υπόσχεται ριζική αναβάθμισή τους αλλά … από του χρόνου.
Όσο ευπρόσδεκτη, όμως, κι αν είναι η ενίσχυση των ελληνικών πυροσβεστικών δυνάμεων με νέο εξοπλισμό, από αεροσκάφη, έως οχήματα και drones ή ατομικό εξοπλισμό για το προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος, στο πλαίσιο αυτού του προγράμματος ύψους 2,1 δισ. ευρώ, άλλο τόσο αναγκαία είναι η επανεξέταση του ζητήματος του φαινομένου των δασικών και περιαστικών πυρκαγιών, το οποίο ταλανίζει τη χώρα μας και τους κατοίκους της.
Αφορά το ζήτημα το είδος της χλωρίδας που διαθέτει η χώρα μας, με την κυρίαρχη παρουσία του πεύκου ως του δένδρου το οποίο χρησιμοποιείται σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα σε αναδασώσεις;
Αφορά, στην απουσία ενός ολιστικού σχεδίου πρόληψης, τμήμα του οποίου θα ήταν και ένας κανονισμός πυροπροστασίας, αντίστοιχος εκείνου που αποσύρθηκε κακήν κακώς πέρυσι, εν μέσω κατακραυγών για τις προβλέψεις του;
Αφορά στην οικιστική ανάπτυξη εντός ή πλησίον δασικών περιοχών; Αφορά στους πλημμελείς καθαρισμούς οικοπέδων από νεκρή καύσιμη ύλη;
Σε ό,τι κι αν αφορά, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε, ότι υπό το φως της παρούσας έκτακτης κατάστασης των πραγμάτων, απαιτείται η λήψη ριζικών μέτρων για την αντιμετώπιση της απειλής που θέτει η πύρινη λαίλαπα. Απαιτείται, δε, αποφασιστικότητα και δράση. Κάτι που δεν είναι ορατό στις ημέρες μας, ιδίως υπό το φως της παντελούς απουσίας της πολιτικής ηγεσίας των αρμοδίων υπουργείων από το “πεδίο” την ώρα της κρίσης, έστω χάριν ηθικής συμπαράστασης σε όσους δίνουν τη μάχη της πυρόσβεσης.
Δεν πρόκειται για μία πρωτόγνωρη κατάσταση. Την αντιμετωπίζουμε συστηματικά πλέον στη χώρα μας κάθε καλοκαίρι και οφείλουμε, επιτέλους, να βρούμε μία διέξοδο από αυτήν. Κάτι, προφανώς δυσχερές σε μία χώρα η οποία έχει αναγάγει το δέντρο σε τοτέμ και ορθώνει το ανάστημά της δυσχεραίνοντας ακόμη και το κλάδεμα κλαδιών τα οποία εφάπτονται σε κατοικίες.
Για παράδειγμα, τι τύχη θα είχε μία πρόταση για την απαγόρευση γειτνίασης οικιών σε δέντρα και δη πεύκα, σε απόσταση μικρότερη, φερ’ ειπείν, των 100 μέτρων; Αμφιβάλει κανείς ότι θα ξεσήκωνε θυελλώδεις αντιδράσεις παντός είδους, με σάλο πολιτικό και κοινωνικό; Από το στερεότυπο “πονάει κεφάλι, κόψει κεφάλι” έως την διατύπωση θεωριών συνωμοσίας περί ανεμογεννητριών και άλλων τινών. Θα προστάτευε, όμως, σε μεγάλο βαθμό, τις ζωές και τις περιουσίες των κατοίκων αυτής της χώρας.
Αντίστοιχα, η θέσπιση ενός αυστηρού πλαισίου ελέγχου και εποπτείας των προληπτικών καθαρισμών περιαστικών περιοχών από νεκρή καύσιμη ύλη, στις οποίες υποχρεούνται πολίτες και Τοπική Αυτοδιοίκηση, δεν θα συνοδευόταν από πολυποίκιλες αντιδράσεις; Αυτό όμως είναι το ζητούμενο, που εάν εφαρμοζόταν θα στερούσε έδαφος προέλασης από την κάθε πυρκαγιά.
Φίλτατοι, κοντολογίς, το πρόβλημα είναι εδώ. Για να γίνει ομελέτα, δε, όπως λέει ο λαός μας, πρέπει να σπάσουμε αυγά. Δίχως τολμηρές αποφάσεις, κάθε καλοκαίρι θα είμαστε αντιμέτωποι με τα ίδια και τα ίδια…
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.