Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Αλαλούμ με τις κατασχέσεις για χρέη στο Δημόσιο

Σειρά προβληματικών ρυθμίσεων σε ό,τι αφορά το πλαίσιο κατάσχεσης εις χείρας τρίτων, διαπιστώνει ο Συνήγορος του Πολίτη. Τα προβλήματα στη λειτουργία του ακατάσχετου λογαριασμού και τα επιδόματα που... εξαφανίζονται.

Αλαλούμ με τις κατασχέσεις για χρέη στο Δημόσιο

Προνοιακά επιδόματα, επιδόματα μητρότητας, μισθοί, συντάξεις, ακόμη και αν έχουν δηλωθεί από τους οφειλέτες ακατάσχετοι λογαριασμοί, «εξαφανίζονται» απροειδοποίητα  από τους τραπεζικούς  λογαριασμούς των δικαιούχων, καθώς για χρέη στο δημόσιο ενεργοποιείται η διαδικασία κατάσχεσης εις χείρας τρίτων.

Πολλά θύματα δεν έχουν ιδέα ότι τα χρήματα που κατατέθηκαν στην τράπεζα έκαναν… φτερά για τους λογαριασμούς του δημοσίου, καθώς το θεσμικό πλαίσιο ορίζει ότι δεν υπάρχει υποχρέωση πρότερης ενημέρωσης του οφειλέτη. Οπότε, την κατάσχεση την καταλαβαίνει όταν επισκέπτεται ένα ATM και την επιβεβαιώνει όταν μπει στο κατάστημα και ρωτήσει τους υπαλλήλους…

Η κατάσχεση εις χείρας τρίτων είναι νόμιμη, ωστόσο, όπως επισημαίνει σε ειδική έκθεση ο Συνήγορος του Πολίτη, η δυσλειτουργία του πλαισίου και η έλλειψη συντονισμού οδηγούν σε κατασχέσεις ή στη βεβαίωση βαρών και συγγενικά πρόσωπα που δεν έχουν οφειλές ή παρότι που ισχύει -αν δηλωθεί- το ακατάσχετο, που σήμερα είναι στα 1.000 ευρώ, αυτό πολλές φορές δεν τηρείται. Η διευθέτηση των διαφορών σε τέτοιες περιπτώσεις είναι δύσκολες και χρονοβόρες, ενώ πολλοί είναι αυτοί που προσφεύγουν για βοήθεια στον Συνήγορο του Πολίτη.

Όπως αναφέρεται στην έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη, οι κατασχέσεις εις χείρας τρίτων, ιδίως οι κατασχέσεις τραπεζικών λογαριασμών, αποτελούν την πλέον διαδεδομένη διαδικασία για την εξασφάλιση της είσπραξης των φορολογικών και ασφαλιστικών εσόδων. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ το 2015 η ΑΑΔΕ προέβη σε περίπου 650.000 κατασχέσεις τραπεζικών λογαριασμών, το 2016 ο αριθμός των κατασχέσεων διπλασιάστηκε, το 2017 οι κατασχέσεις υπερέβησαν το 1,7 εκατομμύριο, ενώ έως τον Μάιο του 2018 οι συντελεσθείσες κατασχέσεις έχουν αγγίξει το 1,2 εκατομμύριο. Αντίστοιχη είναι και η εικόνα από το ΚΕΑΟ σε ό,τι αφορά κατασχέσεις λογαριασμών για την είσπραξη ασφαλιστικών εισφορών.

Επιπλέον, η αυτοματοποίηση και η διασύνδεση με τα τραπεζικά ιδρύματα επιτρέπουν τη διαρκή αύξηση των δυνατοτήτων του συστήματος για βεβαίωση οφειλών και επιβολή κατασχέσεων. Με δεδομένο, μάλιστα, ότι περίπου 4 εκατομμύρια υπόχρεοι ανήκουν στην ομάδα των οφειλετών, είτε προς τη φορολογική διοίκηση, είτε προς την ασφαλιστική, είτε και προς τις δύο, το  ενδεχόμενο ενεργοποίησης διαδικασίας κατάσχεσης τραπεζικού λογαριασμού αφορά ανησυχητικά μεγάλη ομάδα του πληθυσμού.

Ειδικότερα, η κατάσχεση απαιτήσεων και κινητών πραγμάτων στα χέρια τρίτων και ιδίως η κατάσχεση τραπεζικών λογαριασμών προσλαμβάνει συνεχώς όλο και μεγαλύτερη σημασία στην προσπάθεια του δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ. να εισπράξουν, με την τήρηση ελάχιστων διατυπώσεων, τις απαιτήσεις τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να έχει περιέλθει στον Συνήγορο του Πολίτη προς εξέταση αξιοσημείωτος αριθμός αναφορών, με τις οποίες αναδεικνύονται διάφορες δυσλειτουργίες που συνδέονται με την επιβολή των μέτρων αυτών..

Σύμφωνα με τις διατάξεις της πρώτης παραγράφου του άρθρου 30 του ΚΕΔΕ, η κατάσχεση εις χείρας τρίτων ενεργείται από τον προϊστάμενο της αρμόδιας ΔΟΥ με κατασχετήριο έγγραφο, το οποίο δεν κοινοποιείται στον οφειλέτη.

Η αντίστοιχη διάταξη του άρθρου 30 ΚΕΔΕ είχε κριθεί αρχικά αντισυνταγματική με την υπ’ αριθμ. 366/2014 απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας (ΣτΕ). Στη συνέχεια, το ζήτημα παραπέμφθηκε στην επταμελή σύνθεση του ίδιου Δικαστηρίου, οπότε εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 2080/2014 απόφαση με την οποία οι σχετικές διατάξεις του ΚΕΔΕ που προβλέπουν ότι η κατάσχεση εις χείρας τρίτων ενεργείται με κατασχετήριο έγγραφο, χωρίς προηγούμενη κοινοποίηση στον οφειλέτη του δημοσίου, κρίθηκαν συνταγματικά ανεκτές, προκειμένου να διασφαλιστούν τα συμφέροντα του δημοσίου, και δεδομένου ότι ο οφειλέτης είναι εν γνώσει των ληξιπρόθεσμων οφειλών του και των μέτρων που η Πολιτεία δύναται να λάβει σε βάρος του.

Όπως είναι προφανές, οι πολίτες αιφνιδιάζονται, δεδομένου ότι, χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση, αδυνατούν εφεξής να εισπράξουν από τον οφειλέτη τους τα κατασχεθέντα ποσά, ενώ στην περίπτωση της κατάσχεσης τραπεζικών λογαριασμών ανακαλύπτουν ξαφνικά ότι οι λογαριασμοί τους είναι δεσμευμένοι και σε κάποιες περιπτώσεις αποστερούνται ακόμη και των απαραίτητων για τη διαβίωσή τους. Εξάλλου, κι αν ακόμη προβούν εκ των υστέρων σε ρύθμιση των οφειλών τους προς το δημόσιο, τα αναγκαστικά μέτρα που έχουν επιβληθεί σε βάρος τους δεν αίρονται.

Οι κοινοί λογαριασμοί

Το ζήτημα καθίσταται ακόμα πιο περίπλοκο στις περιπτώσεις των κοινών λογαριασμών. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος, ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου είναι η πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας. Αυτή η θεμελιακή συνταγματική διάταξη έχει το νόημα ότι δεν επιτρέπεται κατάσχεση που θα στερούσε τον οφειλέτη και την οικογένειά του από τα απολύτως αναγκαία μέσα για τη στοιχειώδη διαβίωσή τους. Επομένως, από το Σύνταγμα δεν επιτρέπεται να κατασχεθούν μισθοί και συντάξεις κάτω από το όριο στοιχειώδους επιβίωσης του οφειλέτη και της οικογένειάς του.

Όπως προκύπτει λοιπόν, αφενός το ακατάσχετο όριο μειώθηκε στα 1.000 ευρώ, ενώ ο προσδιορισμός συγκεκριμένου ακατάσχετου ποσού  επεκτάθηκε και στις καταθέσεις φυσικών προσώπων σε πιστωτικά ιδρύματα, είτε σε ατομικό είτε σε κοινό λογαριασμό, και σε ένα μόνο πιστωτικό ίδρυμα για κάθε ένα φυσικό πρόσωπο, ώστε να διασφαλίζεται ένα αποδεκτό επίπεδο διαβίωσης για όλους τους πολίτες.

Ωστόσο, για την εφαρμογή της νέας αυτής παραγράφου, τέθηκε συγκεκριμένη διαδικαστική προϋπόθεση: η γνωστοποίηση από το φυσικό πρόσωπο ενός μοναδικού λογαριασμού, με υποβολή ηλεκτρονικής δήλωσης στο πληροφοριακό σύστημα της Φορολογικής Διοίκησης. Εξάλλου, εφόσον υπάρχει λογαριασμός περιοδικής πίστωσης μισθών, συντάξεων και ασφαλιστικών βοηθημάτων, γνωστοποιείται αποκλειστικά και μόνο ο λογαριασμός αυτός. Η πρόβλεψη αυτή δημιούργησε επιπλέον προβλήματα, καθώς οι καταθέσεις των οφειλετών του δημοσίου προστατεύονται μόνον από το χρονικό σημείο της δήλωσης του συγκεκριμένου λογαριασμού ως ακατάσχετου και εφεξής.

Ένα άλλο θέμα που σχετίζεται με την ενημέρωση του οφειλέτη είναι και το γεγονός ότι οι αρμόδιες ΔΟΥ αποστέλλουν σε κάθε υπερήμερο φορολογούμενο σχετική «Ατομική Ειδοποίηση Καταβολής - Υπερημερίας», που αφορά τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του προς την Εφορία.

Η εν λόγω Ατομική Ειδοποίηση αποσκοπεί στη συνολική καταβολή της οφειλής εκ μέρους του οφειλέτη φορολογούμενου εντός 30 ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης ή και ρύθμιση της καταβολής αυτής σε δόσεις. Ο φορολογούμενος ειδοποιείται ότι από την άπρακτη παρέλευση της εν λόγω προθεσμίας, η ΔΟΥ δύναται να προχωρήσει σε διάφορα καταδιωκτικά μέτρα, όπως κατάσχεση της κινητής και ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη. Ωστόσο, η ίδια ατομική ειδοποίηση ενέχει την αντιφατική πληροφόρηση ότι η φορολογική διοίκηση διατηρεί το δικαίωμα επιβολής του καταδιωκτικού μέτρου της κατάσχεσης χρημάτων ή απαιτήσεων στα χέρια του φορολογούμενου ή τρίτου και πριν από την παρέλευση του χρονικού διαστήματος των 30 ημερών.

Όντως, σε γνώση του Συνηγόρου έχουν περιέλθει υποθέσεις όπου ο οφειλέτης προσήλθε εντός της προθεσμίας των 30 ημερών και ρύθμισε την οφειλή του, για να πληροφορηθεί αργότερα ότι η ΔΟΥ είχε προχωρήσει στην έκδοση κατασχετηρίου προ της λήξης της προθεσμίας, και, παρά τη ρύθμιση, οι τραπεζικοί του λογαριασμοί είχαν δεσμευθεί.

Ο Συνήγορος εκτιμά ότι τόσο η επί της ειδοποίησης πληροφόρηση όσο και η εφαρμογή της από τη διοίκηση αντίκεινται στην αρχή της χρηστής διοίκησης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου και η σχετική πρόβλεψη του ΚΦΔ θα πρέπει να τροποποιηθεί.

Κληρονομούν… χρέη

Όπως αναφέρεται στην έκθεση,  πολίτες προσέρχονται στις ΔΟΥ ως κληρονόμοι μετά τον θάνατο συγγενικών τους προσώπων και επιμελούνται τη διαγραφή των θανόντων από το μητρώο της ΔΟΥ, χωρίς να διαπιστώσουν κάποια οφειλή. Εν συνεχεία, ωστόσο, απειλούνται σε βάρος τους μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης για οφειλές για τις οποίες δεν ενημερώθηκαν από τη ΔΟΥ κατά τη δήλωση του θανάτου.

Επί παραδείγματι σε πολίτη ζητήθηκε να καταβάλει οφειλή του αποθανόντος συζύγου της από εκκαθάριση συμπληρωματικής δήλωσης φόρου εισοδήματος, που ο ίδιος είχε υποβάλει λίγο πριν τον θάνατό του. Η οφειλή αυτή φαίνεται να έχει βεβαιωθεί στον αποθανόντα μετά τον θάνατό του (σε μη υπαρκτό δηλαδή πρόσωπο) και να έχει συσχετισθεί με τον ΑΦΜ του, ενώ ξεκίνησε να επιβαρύνεται με προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. Οι κληρονόμοι του, παρά το ότι ήταν καταχωρημένοι στο μητρώο του TAXIS ως κληρονόμοι, δεν είχαν ειδοποιηθεί ποτέ για την ύπαρξη της οφειλής αυτής, παρά μόνο πρόσφατα, οπότε και τους αναζητήθηκε το ποσό της οφειλής με τις αντίστοιχες προσαυξήσεις.

Με τη δήλωση του θανάτου ενός προσώπου, το Μητρώο της ΔΟΥ ενημερώνεται για την ταυτότητα των κληρονόμων και τους ΑΦΜ τους. Ο ΑΦΜ του θανόντος «κλείνει», δηλαδή στην ουσία καθίσταται ανενεργός, οι κληρονόμοι δεν έχουν πια πρόσβαση σε αυτόν, εύλογα, δε, θεωρούν ότι οποιαδήποτε μεταγενέστερη οφειλή που σχετίζεται με την περιουσία του θανόντος είτε θα τους βεβαιωθεί, είτε κατά κάποιο τρόπο θα τους γνωστοποιηθεί.

Ωστόσο, η πρακτική της φορολογικής διοίκησης, όπως προκύπτει μέσα από τις αναφορές που έχει λάβει ο Συνήγορος του Πολίτη, είναι να συνεχίζει να «συσχετίζει» τις οφειλές που βεβαιώνονται μετά τον θάνατο του κληρονομούμενου αποκλειστικά με τον «κλειστό» πλέον ΑΦΜ του, έτσι ώστε οι κληρονόμοι λαμβάνουν γνώση αυτών πολύ αργότερα και ενώ ο κληρονόμος καλόπιστα αγνοούσε την ύπαρξή τους. Από τη φορολογική διοίκηση προβάλλεται ως επιχείρημα η κατάργηση του άρ. 6 παρ. 4 ΚΕΔΕ, και κατά συνέπεια η αφαίρεση από τον προϊστάμενο της ΔΟΥ της δυνατότητας να διαγράψει μερικώς ή ολικώς ανάλογης αιτίας προσαυξήσεις.

Παρόμοια είναι και η περίπτωση φυσικών προσώπων που βαρύνονται με οφειλές νομικών προσώπων στα οποία μετείχαν και τα οποία έχουν λυθεί, ενώ για τις εν λόγω οφειλές δεν έχουν λάβει ποτέ ειδοποίηση από τις φορολογικές αρχές, οι οποίες κοινοποιούν τις σχετικές πράξεις προς το ήδη μη υφιστάμενο νομικό πρόσωπο.

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση φορολογούμενου ο οποίος ήταν μέλος κοινοπραξίας χωρίς διαχειριστικές αρμοδιότητες, η οποία έχει λυθεί από τον Μάρτιο του 2005. Ως μέλος της Κοινοπραξίας, δεν βαρύνεται με ίδια φορολογική υποχρέωση αλλά με πρόσθετη ευθύνη προς πληρωμή βεβαιωθέντος φόρου, η οποία ανάγεται στο στάδιο της είσπραξής του (ν. 1882/1990 άρ. 4). Στην περίπτωση αυτή το πρόστιμο επιβάλλεται σε βάρος της κοινοπραξίας και κοινοποιείται στα μέλη της, το καθένα από τα οποία ευθύνεται απεριόριστα και στο σύνολο (άρ. 20 παρ. 1 του πδ. 134/1996). Στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες, κατ’ εφαρμογή δικαστικών αποφάσεων, διενεργούσαν κατά το άρ. 2 ν. 2523/1997 νέες εκκαθαρίσεις, κοινοποιώντας τις αντίστοιχες πράξεις στην ανύπαρκτη πλέον κοινοπραξία, ενώ ο πολίτης καλείται να τις εξοφλήσει χωρίς να έχει τη δυνατότητα να ελέγξει την ορθότητά τους και να ασκήσει τα δικαιώματά του.

Στον Συνήγορο έχουν κατά καιρούς περιέλθει αναφορές πολιτών σε βάρος των οποίων επιβλήθηκε κατάσχεση σε λογαριασμό μισθοδοσίας. Ειδικότερα, κατασχέθηκαν ποσά που προέρχονταν από μισθούς και συντάξεις, τα οποία εντούτοις τους είχαν καταβληθεί αναδρομικά από τους εργοδότες τους ή τους ασφαλιστικούς τους φορείς. Οι πολίτες ενημερώθηκαν από την Τράπεζά τους ότι κατάσχεται το συνολικό ποσό που περιλαμβάνεται στον τραπεζικό λογαριασμό τους, παρόλο ότι επρόκειτο αποκλειστικά για ποσό μισθού ή σύνταξης, η οποία μηνιαία ανερχόταν σε ποσό μικρότερο του ακατάσχετου ορίου.

Κατάσχεση προνοιακών επιδομάτων

Στον Συνήγορο του Πολίτη υποβλήθηκαν αναφορές από γονείς/κηδεμόνες/ δικαστικούς συμπαραστάτες ανηλίκων και ατόμων με αναπηρία (ΑμεΑ), οι οποίοι διαμαρτύρονταν ότι προνοιακά βοηθήματα και επιδόματα τα οποία χορηγούντο σε ανηλίκους/αναπήρους/ συμπαραστατούμενους κατασχέθηκαν για οφειλές των γονέων/κηδεμόνων/δικαστικών συμπαραστατών.

Στον Συνήγορο περιήλθε αναφορά που αφορούσε: δέσμευση, επί τη βάσει κατασχετηρίου εκδοθέντος από την αρμόδια ΔΟΥ, τμήματος του επιδόματος κύησης που υπερέβαινε το ποσό των 1.250 ευρώ, για οφειλές της αναφερόμενης προς το δημόσιο, αφού το εν λόγω επίδομα είχε κατατεθεί σε τραπεζικό λογαριασμό δηλωθέντα στο TAXIS ως μοναδικό ακατάσχετο.

Σε διαμαρτυρία της προς την Τράπεζα, η αναφερόμενη έλαβε την απάντηση ότι το πιστωτικό ίδρυμα δεν δύναται να γνωρίζει την αιτιολογία και την προέλευση των χρημάτων, και συνεπώς, εφόσον υπήρχε κατασχετήριο, υποχρεούτο να δεσμεύσει τα χρήματα. Περαιτέρω, ενώ αρχικά μετά την προσκόμιση δικαιολογητικών ως προς την προέλευση των χρημάτων, δέχθηκε να αποδεσμεύσει το ποσό, στη συνέχεια, μετά από επικοινωνία του υποκαταστήματος με τη Νομική Υπηρεσία της Τράπεζας, ενημέρωσαν την αναφερόμενη ότι το επίδομα αυτό δεν είναι ακατάσχετο, και καλώς κατασχέθηκε, και φυσικά την ίδια τύχη θα έχει και το επίδομα λοχείας.

Προσοχή στα ψηφία και στις υποδιαστολές!

Κραυγαλέο παράδειγμα προβληματικής διαδικασίας κατάσχεσης στα χέρια πιστωτικού ιδρύματος αποτελούν τα ζητήματα που προκύπτουν εξαιτίας σφαλμάτων κατά τις ηλεκτρονικές συναλλαγές με τις Τράπεζες, και τα οποία καθίστανται ανεπίλυτα, λόγω ακριβώς της υφιστάμενης δέσμευσης των λογαριασμών λόγω κατάσχεσης. Στον Συνήγορο του Πολίτη διαμαρτυρήθηκαν πολίτες, που κατά την ηλεκτρονική τους συναλλαγή (e-banking) με την Τράπεζα παρεισέφρησε σφάλμα, δηλαδή προστέθηκε ένα μηδενικό παραπάνω στο κατατιθέμενο ποσό από τον καταθέτη προς τον τρίτο - ιδιώτη, ή σε μισθοδοσία υπαλλήλου το λογιστήριο της εταιρίας έκανε λάθος στη θέση της υποδιαστολής. Ωστόσο, εις βάρος του τρίτου που εισέπραξε το εκ λάθους πολλαπλάσιο ποσό εκκρεμούσε εντολή κατάσχεσης, λόγω ληξιπρόθεσμων οφειλών του. Ως αποτέλεσμα, η Τράπεζα δέσμευσε και απέδωσε (υποχρεωτικά εντός 10ημέρου κατά τον ΚΕΔΕ) προς τη ΔΟΥ το ποσό της λανθασμένης συναλλαγής και η ΔΟΥ πίστωσε με αυτό το χρέος του οφειλέτη της. Όταν το λάθος έγινε αντιληπτό, ούτε η φορολογική διοίκηση ούτε η Τράπεζα επέτρεψαν την ακύρωση της συναλλαγής, λόγω της υφιστάμενης κατάσχεσης.

Μάλιστα, παρατηρούνται περιπτώσεις υπερείσπραξης απαιτήσεων φορέων κοινωνικής ασφάλισης στο πλαίσιο της αναγκαστικής είσπραξης στα χέρια πιστωτικών ιδρυμάτων, λόγω του ότι κατά την ακολουθούμενη ηλεκτρονική διαδικασία κοινοποίησης των κατασχετηρίων από το ΚΕΑΟ προς τα πιστωτικά ιδρύματα, δεν έχει προβλεφθεί τρόπος  ελέγχου, σχετικά με το αν το ποσό που δεσμεύεται σε μία τράπεζα όπου τηρεί λογαριασμό ο οφειλέτης έχει ήδη δεσμευθεί και αποδοθεί στο ΚΕΑΟ από άλλη τράπεζα.

Συνεπώς οι πολίτες είναι εξαναγκασμένοι να προσφύγουν δικαστικά για να αποδείξουν ότι εκ παραδρομής κατατέθηκε λανθασμένο χρηματικό ποσό προς τρίτο και ότι, αν δεν εκκρεμούσε εντολή κατάσχεσης εις βάρος του τρίτου, το πρόβλημα θα λυνόταν με απλή ακύρωση της συναλλαγής.

Ακόμα και σε αυτές τις περιπτώσεις, η δικαστική προστασία, είτε με τη μορφή της προσωρινής δικαστικής προστασίας (αναστολή εκτέλεσης κατάσχεσης, αναστολή καταδιωκτικών μέτρων), είτε με τη μορφή της υπαγωγής σε διαδικασία διαγραφής οφειλών λόγω οικονομικής αδυναμίας, αποδεικνύεται δύσχρηστη και αναποτελεσματική.

Σύμφωνα με τον Συνήγορο του Πολίτη, η υπέρμετρη χρήση καταδιωκτικών μέτρων, κυρίως σε βάρος των οικονομικά αλλά και κοινωνικά πλέον ευάλωτων ομάδων, δηλαδή των μισθοσυντήρητων, των συνταξιούχων, των αγροτών, των ΑμεΑ, των φοιτητών, των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, των οποίων η οικονομική αντοχή έχει εξαντληθεί από τη μακρόχρονη οικονομική κρίση, δεν πρόκειται να επιλύσει ουσιαστικά τη χαμηλή εισπραξιμότητα των δημοσίων εσόδων.

Η Πολιτεία οφείλει να διερευνήσει και να αναδείξει λύσεις που θα δώσουν στους φορολογούμενους τη δυνατότητα να αυξήσουν τα εισοδήματά τους, μέσα σε ένα κλίμα ανάπτυξης και οικονομικής ασφάλειας, ώστε να δύνανται εν τοις πράγμασι να αποπληρώσουν τις οφειλές τους. Και τότε θα το πράξουν.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v