Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Τι σχεδιάζει η κυβέρνηση για τις επικουρικές συντάξεις

Η πρόταση Πισσαρίδη για κεφαλαιοποιητικό σύστημα και τα αντεπιχειρήματα όσων λένε ότι το κόστος μετάβασης καθιστά το εγχείρημα ανέφικτο. Οι συνέπειες για χρέος-ανάπτυξη. Ο αντίκτυπος στις παλαιές συντάξεις και η γενιά που θα... πληρώσει.

Τι σχεδιάζει η κυβέρνηση για τις επικουρικές συντάξεις

Οι προτάσεις των «ειδικών» της επιτροπής Πισσαρίδη αλλά και του οικονομικού συμβούλου του πρωθυπουργού Αλέξη Πατέλη ότι «πρέπει να πάψει το κράτος να παίρνει τα λεφτά των νέων και να τα δίνει στους ηλικιωμένους» άνοιξαν εκ νέου τον φάκελο «μεταρρύθμιση των επικουρικών συντάξεων».

Αποτελεί βέβαια κεντρική προεκλογική δέσμευση της κυβέρνησης της ΝΔ, η οποία παρέμεινε «παγωμένη» κατά τον πρώτο χρόνο της διακυβέρνησης, καθώς προκαλούσε -και εξακολουθεί να προκαλεί- σοβαρούς τριγμούς στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος.

Το πόρισμα της «ομάδας ειδικών» που είχε συστήσει ο πρώην υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης Νότης Μηταράκης παρέμεινε στο συρτάρι του υπουργείου Εργασίας, αμέσως μετά την αποχώρησή του. Αντίθετα, το πόρισμα της επιτροπής Πισσαρίδη φαίνεται πως αποτελεί βασικό οδηγό για την κυβέρνηση και βάσει του προσχεδίου, για τον τομέα των επικουρικών προτείνεται η μετατροπή των επικουρικών συντάξεων σε πλήρως κεφαλαιοποιητικές.

Η εφαρμογή του νέου αυτού συστήματος θα είναι άμεση για όσους εισέρχονται στην αγορά εργασίας, ενώ εθελοντικά, θα μπορούν να εντάσσονται στο νέο σύστημα και όσοι άλλοι εργαζόμενοι το επιθυμούν. Παράλληλα, συστήνεται η θεσμοθέτηση ενός ξεκάθαρου πλαισίου εποπτείας για τα ασφαλιστικά ταμεία, συμπεριλαμβανομένου και ενός δημόσιου ταμείου.

Πλέον, η επιλογή του νέου υφυπουργού Πάνου Τσακλόγλου σηματοδοτεί την έναρξη ενός νέου κύκλου ενδοκυβερνητικού διαλόγου παράλληλα με έναν ευρύτερο διάλογο με τους κοινωνικούς φορείς, που σύμφωνα με πληροφορίες θα επιδιώξει ο νέος υφυπουργός.

Η συζήτηση θα διεξαχθεί εντός του 2021 κι εφόσον προηγηθούν οι αναγκαίες οικονομοτεχνικές και αναλογιστικές μελέτες. Στηρίζεται, δε, στη λογική ότι οι εισφορές των νεοασφαλισμένων μισθωτών δεν θα χρησιμοποιούνται για την πληρωμή των σημερινών επικουρικών συντάξεων, αλλά θα κεφαλαιοποιούνται στον ατομικό «κουμπαρά» του κάθε ασφαλισμένου. Οι αλλαγές συνδέονται άμεσα με παράλληλες παρεμβάσεις στον τομέα των εισφορών αλλά και της αγοράς εργασίας, με τον νέο υφυπουργό Κοινωνικών Ασφαλίσεων Πάνο Τσακλόγλου να γνωρίζει πολύ καλά ότι απαραίτητη προϋπόθεση για ένα υγιές και βιώσιμο συνταξιοδοτικό σύστημα είναι να υπάρχει ένας ισχυρός πρώτος πυλώνας, που θα διασφαλίζει την απρόσκοπτη καταβολή των κύριων συντάξεων.

Ταυτόχρονα, όμως, τάσσεται και αυτός υπέρ ενός συμπληρωματικού κεφαλαιοποιητικού πυλώνα, μέσα από ένα δημόσιο επικουρικό ταμείο, που θα λειτουργεί ανεξάρτητα από τα υπάρχοντα επαγγελματικά συνταξιοδοτικά ταμεία καθώς βέβαια και υπέρ ενός διαφανούς και αποτελεσματικού θεσμικού και επενδυτικού πλαισίου.

Είναι ενδεικτικό ότι, παράλληλα με την προετοιμασία, οικονομοτεχνική αλλά και αναλογιστική, για το νέο σύστημα, ο νέος υφυπουργός αναμένεται να ξεκινήσει άμεσα την προετοιμασία για τη βελτίωση και θωράκιση του θεσμικού πλαισίου που διέπει τη λειτουργία των επαγγελματικών ταμείων, με παρεμβάσεις κυρίως στον τομέα της φορολογικής αντιμετώπισής τους.

Στον πυρήνα της κυβερνητικής επιχειρηματολογίας υπέρ του νέου εγχειρήματος βρίσκεται η ανάγκη βελτίωσης της κλονισμένης εμπιστοσύνης των ασφαλισμένων απέναντι στο συνταξιοδοτικό σύστημα. Παράλληλα και παρά τη συνθηματολογία, οι υποστηρικτές του κεφαλαιοποιητικού συστήματος στο εσωτερικό της κυβέρνησης επισημαίνουν ότι η αλλαγή θα συμβάλει στη διαγενεακή αλληλεγγύη. Παράλληλα, υπολογίζουν πως θα αυξηθεί ο βαθμός ανταποδοτικότητας των εισφορών, καθιστώντας το σύστημα δικαιότερο.

Επίσης, και σε συνδυασμό με τη μείωση των εισφορών, που επίσης αναμένεται να συνεχιστεί εντός του 2021, στην κυβέρνηση εκτιμούν ότι θα μειωθεί σημαντικά το μη μισθολογικό κόστος εργασίας, θα περιοριστεί το μακροχρόνιο βάρος χρηματοδότησης ενός αποκλειστικά διανεμητικού συστήματος, διαφοροποιώντας τον κίνδυνο μείωσης των συντάξεων, θα αυξηθούν τα κίνητρα για συμμετοχή στην αγορά εργασίας, όπως και η εθνική αποταμίευση, οι επενδύσεις, η απασχόληση και συνεπώς το ΑΕΠ.

Ποια γενιά θα πληρώσει

Είναι ενδεικτικές οι δηλώσεις του κ. Τσακλόγλου ότι εκτός από την υψηλή χρηματοδότηση του συστήματος από τον κρατικό προϋπολογισμό, ακόμη και μετά τις παρεμβάσεις των τελευταίων ετών, το κύριο πρόβλημα του ασφαλιστικού στην Ελλάδα είναι ότι έτσι όπως είναι δομημένο σήμερα δεν βοηθά στην ανάπτυξη της οικονομίας. «Επομένως, μια ουσιαστική μεταρρύθμιση τμημάτων του συστήματος είναι επιβεβλημένη», δήλωσε χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του στο «Βήμα» ο νέος υφυπουργός.

Ο κ. Τσακλόγλου δήλωσε πως οι επικουρικές συντάξεις των παλαιότερων ασφαλισμένων θα αντιστοιχούν στο ίδιο ακριβώς ποσό που θα ελάμβαναν αυτοί με το υφιστάμενο σύστημα νοητής κεφαλαιοποίησης. Αρα για αυτούς δεν επέρχεται καμία μεταβολή και το επίπεδο της διαγενεακής αλληλεγγύης δεν επηρεάζεται. Ωστόσο η αλληλεγγύη των γενεών πρέπει να είναι αμφίδρομη.

Με την εισαγωγή της κεφαλαιοποιητικής ασφάλισης, η γενιά μας επιδεικνύει την αλληλεγγύη της στις επόμενες γενεές. Διότι θεραπεύουμε μερικώς μια εγγενή αδυναμία του υφιστάμενου συστήματος που, σε περιβάλλον δημογραφικής συρρίκνωσης, καθίσταται διαγενεακά άδικο εις βάρος των νεοτέρων.

Το νέο σύστημα δημιουργεί αποταμιεύσεις, σημαντικό τμήμα των οποίων θα διατεθεί για χρηματοδότηση επενδύσεων στη χώρα μας. Αυτές οι επενδύσεις θα δώσουν ώθηση στον ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας, αυξάνοντας την απασχόληση, τα εισοδήματα και το βιοτικό επίπεδο. Στον αντίποδα, σε βάθος χρόνου, η εισαγωγή του κεφαλαιοποιητικού συστήματος δημιουργεί ταμειακές ανάγκες.

Πώς θα χρηματοδοτηθεί

Βάσει των σεναρίων που επεξεργάζονται στην κυβέρνηση, τμήμα των αυξημένων ταμειακών αναγκών της επόμενης 10ετίας μπορεί να καλυφθεί από τις προσόδους της ταχύτερης οικονομικής ανάπτυξης, ενώ άλλο τμήμα μπορεί να καλυφθεί από μηχανισμούς που έχουν θεσμοθετηθεί πριν από αρκετά χρόνια, ακριβώς για την αντιμετώπιση παρόμοιων προβλημάτων.

Μάλιστα, στο οικονομικό επιτελείο εκτιμούν πως το κενό που δημιουργείται είναι πλασματικό. Αυτό που καταγράφεται ως δημόσιο χρέος στους εθνικούς λογαριασμούς αφορά τις ακαθάριστες χρηματικές υποχρεώσεις του δημόσιου τομέα. Δηλαδή, από αυτό δεν αφαιρούνται τα αντίστοιχα στοιχεία ενεργητικού, ώστε να εμφανιστεί η καθαρή θέση του Δημοσίου, όπως θα γινόταν σε μια επιχείρηση. Με αντίστοιχο τρόπο, τα ποσά που θα εμφανίζονται ως δημοσιονομικό κενό δεν θα «χάνονται», αλλά θα βρίσκονται στα αποθεματικά του δημόσιου δεύτερου πυλώνα του συνταξιοδοτικού συστήματος.

Η μελέτη

Είναι χαρακτηριστική η μελέτη του ΙΟΒΕ, σύμφωνα με την οποία, η κεφαλαιοποίηση των επικουρικών λαμβάνοντας υπόψη ένα σενάριο εγχώριων επενδύσεων της τάξης του 25%, οδηγεί σε αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά μέσο όρο μεταξύ 4,4 δισ. και 4,7 δισ. ευρώ κατ’ έτος, για τα επόμενα 40 χρόνια και σωρευτικά περί τα 200 δισ. ευρώ. Αντίστοιχα, εκτιμάται ενίσχυση της απασχόλησης, κατά μέσο όρο τουλάχιστον κατά 70.000 νέων θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης, ανά έτος.

Εάν το σενάριο ποσοστού εγχώριων επενδύσεων αυξηθεί στο 75% και προωθηθεί παράλληλα, η ενίσχυση του τρίτου πυλώνα των ιδιωτικών - ατομικών ασφαλίσεων, η κεφαλαιοποίηση στις επικουρικές θα μπορούσε να οδηγεί σε αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά μέσο όρο κατά 8 δισ. ευρώ κατ’ έτος και σωρευτικά περί τα 320 δισ. ευρώ. Αντίστοιχα, η ενίσχυση της απασχόλησης θα είναι της τάξης των 84 χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας κατά μέσο όρο, τον χρόνο, για 40 χρόνια.

Αντιδράσεις

Υπάρχουν βέβαια ακόμη και εντός της κυβέρνησης φωνές που θεωρούν την εισαγωγή του κεφαλαιοποιητικού συστήματος στον δεύτερο πυλώνα της κοινωνικής ασφάλισης ως ένα μέτρο υψηλού οικονομικού, κοινωνικού και δημοσιονομικού κινδύνου. Το μεγαλύτερο και ουσιαστικότερο πρόβλημα της κυβερνητικής πρότασης και αντίστοιχα το ισχυρότερο αντεπιχείρημα αφορά καθαρά αυτό που λέμε «κόστος μετάβασης» και τη δημιουργία ενός τεράστιου χρέους για το κράτος.

Με την κεφαλαιοποίηση της επικουρικής ασφάλισης που προτείνεται, οι νέοι ασφαλισμένοι που θα εισέρχονται στην αγορά εργασίας δεν θα συμμετέχουν στο ισχύον σύστημα επικουρικής ασφάλισης, με αποτέλεσμα ο αριθμός των εργαζομένων που εισφέρει σε αυτό σταδιακά να μειώνεται, καθώς θα αρχίζουν να συνταξιοδοτούνται.

Έτσι, σύμφωνα με τον ομότιμο καθηγητή του Παντείου Πανεπιστημίου Σάββα Ρομπόλη και τον αναλογιστή, υποψήφιο διδάκτορα Βασίλη Μπέτση, μετά την πρώτη 10ετία, θα είναι αδύνατον οι σημερινοί ασφαλισμένοι να λάβουν ως συνταξιούχοι μέση μηνιαία επικουρική της τάξης των 180 ευρώ. Θα λάβουν, σύμφωνα με τους υπολογισμούς τους, περίπου 110 ευρώ τον μήνα. Για να μη συμβεί αυτό, σύμφωνα με τους δύο επιστήμονες, θα πρέπει:

  • είτε οι νέοι που συσσωρεύουν στον ατομικό τους κουμπαρά να πληρώνουν διπλές εισφορές, τόσο για τη χρηματοδότηση της μελλοντικής σύνταξης τους όσο και για τη χρηματοδότηση της επικουρικής σύνταξης των σημερινών συνταξιούχων,
  • είτε το κράτος να χρηματοδοτήσει τη διαφορά των 70 ευρώ, ανά μήνα κατ’ άτομο, ήτοι τουλάχιστον 57 δισ. ευρώ για το σύνολο του διαστήματος μετάβασης από το ένα σύστημα στο άλλο.

Κατά συνέπεια, επισημαίνουν οι «σκεπτικιστές», οι σημερινοί εργαζόμενοι και μελλοντικοί συνταξιούχοι και οι σημερινοί συνταξιούχοι για τα επόμενα 25-30 έτη που θα διαρκέσει η μετάβαση, θα βρεθούν σε χειρότερη οικονομική κατάσταση από αυτή που βρίσκονται σήμερα. Παράλληλα, το χρέος θα αυξηθεί κατά 57 δισ. ευρώ, με τον φόβο των νέων μνημονιακών πολιτικών να επιστρέφει.

Όπως εκτιμούν μιλώντας στο Euro2day.gr οι δύο ειδικοί, το σημερινό διανεμητικό σύστημα στην επικουρική ασφάλιση αντιμετωπίζει τρεις κινδύνους:

  1. τον μακροοικονομικό (τους οικονομικούς κύκλους)
  2. τη δημογραφική γήρανση
  3. τον πολιτικό κίνδυνο.

Αντίθετα, η ιδιωτική κεφαλαιοποιημένη επικουρική ασφάλιση που προτείνεται, αντιμετωπίζει εκτός από τους τρεις προαναφερόμενους κινδύνους και άλλους δύο επιπλέον κινδύνους.

  1. Τον διαχειριστικό κίνδυνο, ο οποίος προκύπτει από τη συγκέντρωση της αγοράς και τη δημιουργία συνθηκών μονοπωλίου που αυξάνει τον κίνδυνο εξαπάτησης (fraud), λόγω και της μη κατάλληλης γνώσης των ασφαλισμένων που δεν γνωρίζουν πώς να παρακολουθούν τους όρους και τις συνθήκες διαχείρισης των πόρων του ατομικού τους κουμπαρά
  2. Τον επενδυτικό κίνδυνο αφού οι εισφορές του ατομικού κουμπαρά θα τοποθετούνται σε χρηματιστηριακά προϊόντα (π.χ. μετοχές) τα οποία είναι ευάλωτα στις διακυμάνσεις των κεφαλαιαγορών. 

Επίσης, σημειώνουν οι κ. Ρομπόλης και Μπέτσης, ενυπάρχει και ο κίνδυνος της «κερδοσκοπίας των αγορών», στην περίπτωση που ο δικαιούχος λαμβάνει το ήμισυ του ποσού που έχει συσσωρεύσει στον ατομικό του κουμπαρά ή και καθόλου, σε μια περίπτωση χρηματοπιστωτικής κρίσης όπως συνέβη το 2008, όπου πολλοί εργαζόμενοι έχασαν τις αποταμιεύσεις τους, αφού εξανεμίστηκαν οι αξίες μετοχών και έτσι εταιρείες και κράτη χρεοκόπησαν, όπως συνέβη με το κούρεμα των ομολόγων των ασφαλιστικών ταμείων το 2012.

Αλλαγή στάσης ακόμη κι από παραδοσιακούς υποστηρικτές

Από την άποψη αυτή, αξίζει να σημειωθεί ότι ο Nickolas Barr (2000): "Reforming Pensions: Myths, Truths, and Policy Choices, IMF", καταλήγει ότι για να μην επιδεινωθεί το βιοτικό επίπεδο εργαζομένων και συνταξιούχων και προκειμένου να μην προστεθεί στο χρέος μίας χώρας και το κόστος μετάβασης, δεν είναι πολιτικά ορθή μια επιλογή της μετάβασης σε ένα κεφαλαιοποιητικό σύστημα ενός ήδη υπάρχοντος διανεμητικού συστήματος.

Αντίθετα, όπως υποστηρίζει, αυτό που απαιτείται να συντελεσθεί είναι παρεμβάσεις παραμετρικών αλλαγών, προκειμένου να διατηρείται η μακροχρόνια ισορροπία του υπάρχοντος συστήματος, κάτι το οποίο έχουν εφαρμόσει όλες οι ανεπτυγμένες χώρες της βόρειας και κεντρικής Ευρώπης, αφού καμία από αυτές δεν έχει επιχειρήσει να μετατρέψει ένα ήδη διανεμητικό σύστημα σε κεφαλαιοποιητικό.

Στην πράξη, η επιλογή συνίσταται στη δημιουργία κεφαλαιοποιητικών ταμείων από την αρχή χωρίς ελλείμματα, όπως συμβαίνει με τα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης του δεύτερου πυλώνα, που υπάρχουν με βάση την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2341/2016 και τους Ν. 3029/2002 και Ν. 4680/2020 στη χώρα μας.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v