Τη συμβολή των πολλών ελληνικών μονάδων φυσικού αερίου στην ενεργειακή επάρκεια και ευστάθεια των συστημάτων της Νοτιοανατολικής Ευρώπης εξετάζει το ΥΠΕΝ από κοινού με γειτονικές χώρες και τη Κομισιόν, μέσα από ένα περιφερειακό μηχανισμό στήριξης που θα υπερβαίνει τα εθνικά σύνορα.Το κόστος για να είναι διαθέσιμες ανά πάσα στιγμή αυτές οι ελληνικές μονάδες θα το επωμίζονται όλες οι χώρες της βαλκανικής μας γειτονιάς που θα συμμετέχουν στο σχήμα, ανάλογα με την ποσότητα του εξαγόμενου «ελληνικού« ρεύματος που θα καταναλώνουν. Και υπό αυτή την έννοια, αυτός ο μηχανισμός διαθεσιμότητας ισχύος θα μπορούσε να είναι πιο προσιτός οικονομικά και πιο αποτελεσματικός απ’ ότι ένα αμιγώς εθνικό σχήμα στήριξης των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής.
Σε αδρές γραμμές αυτή είναι η λογική του σχεδίου που επεξεργάζεται και συζητά με τις χώρες της περιοχής η πολιτική ηγεσία του υπουργείου, σύμφωνα με τις πληροφορίες του Euro2day.gr, έχοντας ήδη πάρει ένα πρώτο θετικό σινιάλο από το Συμβούλιο των Υπουργών Ενέργειας της περασμένης εβδομάδας στο Λουξεμβούργο .
Το δεύτερο σινιάλο ήρθε χθες από την ίδια τη Κομισιόν, καθώς συμπεριέλαβε τους εν λόγω μηχανισμούς στα επιλέξιμα εργαλεία για στήριξη από εθνικούς πόρους σύμφωνα με το νέο πλαίσιο κρατικών ενισχύσεων που συνοδεύει τη Καθαρή Βιομηχανική Συμφωνία (CISAF).
Στη πράξη το σχέδιο που προωθεί η ελληνική πλευρά στη διαπραγμάτευση με τη Κομισιόν και τις γειτονικές χώρες, στηρίζεται στη φιλοσοφία ότι υπάρχει μια ευκαιρία για την Ελλάδα, καθώς είναι η μοναδική χώρα της περιοχής με τόσες πολλές εν λειτουργία ή σχεδιαζόμενες μονάδες φυσικού αέριου.
Το ελληνικό «οικοσύστημα»
Το ελληνικό «οικοσύστημα» κάνει ήδη το balancing της περιοχής και συχνά - πυκνά η Βουλγαρία εξαρτάται από τις ελληνικές εξαγωγές. Στα επόμενα ωστόσο χρόνια θα έχουμε ως χώρα τέσσερις πλέον μεγάλες νέες μονάδες: Τις υφιστάμενες των TERNA - Motor Oil στη Κομοτηνή και της Metlen στον Αγ. Νικόλαο Βοιωτίας, και τις σχεδιαζόμενες των ΔΕΗ -ΔΕΠΑ -Ομ.Κοπελούζου στην Αλεξανδρούπολη καθώς και των ΔΕΠΑ - Clavenia- Eusif - Volton στη Λάρισα. Επενδύσεις συνολικού ύψους κοντά στα 2 δισ. ευρώ, οι οποίες αντιστοιχούν σε μια τεράστια ισχύ, πάνω από 3 GW.
Κανείς από τους γείτονες πάνω στο «βαλκανικό» διάδρομο, από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία μέχρι την Ουγγαρία, δεν διαθέτει - ούτε και σχεδιάζει- τόσες πολλές μονάδες αερίου, μια τεχνολογία απαραίτητη για την επάρκεια και τις αυξανόμενες ανάγκες ευελιξίας, δηλαδή την ευστάθεια των «πράσινων» ηλεκτρικών συστημάτων της περιοχής, όταν σβήνει ο ήλιος ή παύει να φυσάει. Η τεχνολογία των μονάδων αερίου τους επιτρέπει να «ανάβουν» άμεσα και να μπαίνουν πολύ γρήγορα στο σύστημα.
Ταυτόχρονα όμως λόγω της κυριαρχίας των ΑΠΕ, δουλεύουν όλο και λιγότερες ώρες, άρα χρειάζονται οικονομική στήριξη για να είναι βιώσιμες, πρόβλημα πανευρωπαϊκό που σε άλλες χώρες, από τη Γαλλία, τη Βρετανία μέχρι τη Πολωνία και την Ιταλία, αντιμετωπίζεται με αγορές διαθέσιμης ισχύος (capacity markets), όπου οι ηλεκτροπαραγωγοί, μέσω διαγωνισμών, προσφέρουν τη διαθέσιμη ισχύ που χρειάζεται το σύστημα και αποζημιώνονται ανάλογα. Τέτοια αγορά ακόμη δεν υπάρχει στην Ελλάδα.
Οι μεγάλες ανάγκες της ΝΑ Ευρώπης σε επιπλέον capacity
Στη λογική αυτή, η κυβέρνηση εξετάζει κατά πόσο θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένας περιφερειακός μηχανισμός διαθεσιμότητας ισχύος για τη ΝΑ Ευρώπη, όπου οι παραγωγοί θα προσέφεραν μέσω διαγωνισμών τη διαθέσιμη ισχύ που έχουν ανάγκη τα συστήματα των γειτονικών χωρών, «κλειδώνοντας» αμοιβές μέσα από ετήσια συμβόλαια. Ένας μηχανισμός που θα μπορούσε να κουμπώσει με το πλάνο καλύτερου συντονισμού των χωρών της περιοχής, ώστε να μειωθούν οι στρεβλώσεις και να εξορθολογιστούν οι τιμές, καθώς θα μειώνονταν σημαντικά τα ζητήματα επάρκειας.
«Η περιοχή χρειάζεται επειγόντως επιπλέον capacity ηλεκτροπαραγωγής από φορτία βάσης. Και το ερώτημα είναι γιατί η Ελλάδα που ούτως ή άλλως καλύπτει και σήμερα ως ένα βαθμό τις ανάγκες της διασυνδεδεμένης και συζευγμένης με εμάς Βουλγαρίας να μην κάνει αυτή το balancing όλης της περιοχής; Δηλαδή να αξιοποιήσει καλύτερα τις μονάδες της ώστε να αμείβονται για τις υπηρεσίες ευελιξίας που θα παρέχουν», αναφέρουν πηγές που συμμετέχουν στις διεργασίες.
Και εξηγούν ότι αφού οι ελληνικές μονάδες θα συνεχίσουν να στηρίζουν τη περιοχή, θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένας περιφερειακός μηχανισμός, ένας regional capacity mechanism (CRM) μέσω του οποίου αυτές θα εισπράττουν αποζημίωση από τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, την Ουγγαρία και όλους τους ωφελούμενους για τη παροχή αυτής της υπηρεσίας.
Ποιος και πόσο θα πληρώσει
Στη πράξη, πέρα από το αμιγώς επιχειρηματικό στοιχείο, το θέμα άπτεται και της ενεργειακής πολιτικής που θέλει να ακολουθήσει η Ελλάδα στη περιοχή. Στον ευρωπαϊκό Βορρά για παράδειγμα, η Πολωνία που ακούει ότι η Γερμανία θέλει να κτίσει μαζικά νέες μονάδες φυσικού αερίου 20 GW, έχει προτείνει στο Βερολίνο να του παράσχει εκείνη την ενέργεια που χρειάζεται μέσω των πολλών σταθμών άνθρακα που διαθέτει.
Σαν θέμα, η δημιουργία περιφερειακών μηχανισμών ισχύος δεν πέφτει για πρώτη φορά στο τραπέζι. Τη σημασία τους είχε αναδείξει σε πρόσφατη μελέτη του και ο ENTSO-E, o Σύνδεσμος που εκπροσωπεί τους Διαχειριστές Συστήματος Μεταφοράς όλης της Ευρώπης.
«Η διασυνοριακή συμμετοχή μπορεί να μειώσει τα κόστη και να ενθαρρύνει τις επενδύσεις τόσο σε εθνική, όσο και σε διασυνοριακή δυναμικότητα», ανέφερε χαρακτηριστικά, αναδεικνύοντας ωστόσο και τις δυσκολίες του εγχειρήματος. Αυτά τα σχήματα απαιτούν καθαρές συμφωνίες για τον καταμερισμό του κόστους καθώς και λήψη μέτρων για την αποτροπή «διπλών πληρωμών».
Σαν άσκηση, η δημιουργία ενός περιφερειακού μηχανισμού έχει πράγματι υψηλό βαθμό δυσκολίας. Το πώς θα δουλέψει στη πράξη, το ποιος θα πληρώνει και πόσο, με ποια φόρμουλα, ποιος μηχανισμός θα επιλέγει ώστε οι χώρες της περιοχής να απολαμβάνουν καλές υπηρεσίες με το μικρότερο δυνατό κόστος, όλα αυτά θέλουν πολύ δουλειά.
Ούτε φυσικά έχει αποφασιστεί ποιο μοντέλο θα επιλεγεί προκειμένου οι καταναλωτές να έχουν τη μικρότερη δυνατή επιβάρυνση. Οι μηχανισμοί ισχύος με τη μικρότερη επιβάρυνση είναι αυτοί των «Στρατηγικών Αποθεμάτων» (Strategic Reserves), όπου οι συμμετέχουσες μονάδες αποσύρονται από την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και άρα παύουν να επηρεάζουν τις τιμές. Σύμφωνα με χθεσινή του ανάλυση του Green Tank, στις χώρες που διαθέτουν Strategic Reserves (Φινλανδία, Γερμανία και Σουηδία), το επιπλέον κόστος ηλεκτρικής ενέργειας λόγω του μηχανισμού είναι 0,06% της ετήσιας μέσης ημερήσιας τιμής στην αγορά χονδρικής της επόμενης μέρας.
Στον αντίποδα, σε χώρες με μηχανισμούς αγοράς (Ιρλανδία, Πολωνία, Γαλλία, Ιταλία), η επιβάρυνση κυμαίνεται μεταξύ 1,3% - 4,4%. Δηλαδή 21 με 65 φορές περισσότερο.
Το μήνυμα Στάσση
Καύσιμο στην όλη συζήτηση έριξε και η ανάρτηση του προέδρου της ΔΕΗ Γιώργου Στάσση, που με την ιδιότητα του αντιπροέδρου της Eurelectric, δηλαδή του φορέα που εκπροσωπεί όλα τα utilities ηλεκτρισμού πανευρωπαϊκά, συμμετείχε τη περασμένη εβδομάδα στο γεύμα εργασίας των ευρωπαίων υπουργών Ενέργειας, μεταφέροντας την προσέγγιση του φορέα για ένα ανθεκτικό και ολοκληρωμένο σύστημα ηλεκτρισμού.
«…Εργαλεία όπως οι Μηχανισμοί Διαθεσιμότητας Ισχύος (CRMs) μπορούν να βοηθήσουν στη διασφάλιση της επάρκειας και να προωθήσουν μια πιο αποτελεσματική χρήση των πόρων, ενισχύοντας την ευελιξία και ενδυναμώνοντας τη διασυνοριακή συνεργασία», ανέφερε στην ανάρτησή του ο κ. Στάσσης.
Επί της ουσίας, η σφραγίδα της Eurelectric και η θεσμική της νομιμοποίηση είναι απαραίτητη για ένα θέμα όπου θα χρειαστεί ο ΑΔΜΗΕ κάθε μιας από τις εμπλεκόμενες χώρες να αποδείξει μέσω μελέτης (National Resource Adequacy Assessment NRAA) ότι υπάρχουν διαπιστωμένα ζητήματα επάρκειας που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια εφοδιασμού. Και που στη συνέχεια ο ENTSO-E θα πρέπει να δώσει την έγκρισή του επί των εθνικών μελετών των εμπλεκομένων χωρών.
Στα συμπεράσματα πάντως του τελευταίου Συμβουλίου Υπουργών Ενέργειας οι «27» ζητούν από τη DG Energy να τοποθετηθεί. Εφόσον αυτή συμφωνήσει, το θέμα θα υποβληθεί στον ENTSO-E και στον ACER, τον οργανισμό συνεργασίας των ευρωπαικών ρυθμιστικών αρχών ενέργειας, προκειμένου να πάρει κι από αυτούς το «πράσινο φως».