Παρά το γεγονός ότι σημαντικό τμήμα των πολιτών ταλαιπωρείται έντονα από τις επιπτώσεις του πληθωρισμού, ή/και εξακολουθεί να έχει ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις προς τράπεζες-funds-ασφαλιστικά ταμεία και εφορία, ο πλούτος των νοικοκυριών εμφανίζει σε αθροιστική βάση μεγάλη άνοδο τα τελευταία πέντε χρόνια.
Το μεγαλύτερο περιουσιακό στοιχείο των ελληνικών νοικοκυριών είναι αυτό των ακινήτων (σύμφωνα με τη UBS, το 75% του πλούτου των Ελλήνων είναι τοποθετημένο σε ακίνητα -όσο περίπου και σε Ισπανία & Πορτογαλία- το 35% σε καταθέσεις και χρηματοοικονομικά προϊόντα, ενώ ο δανεισμός που επιδρά αφαιρετικά αντιστοιχεί στο 10% του πλούτου), η συνολική αξία του οποίου εκτιμάται από ορισμένους γύρω ή και πάνω από ένα τρισ. ευρώ.
Με βάση τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, ο δείκτης οικιστικών ακινήτων από το 61,0 που βρισκόταν κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2018 εκτινάχθηκε στο 105,1 μέσα στο 2025 (αύξηση τιμών κατά 72%).
Πολύ σημαντικές ποσοστιαίες αυξήσεις έχουν σημειωθεί τόσο στα γραφεία (ο σχετικός δείκτης κινήθηκε από το 77,2 στο 97,1) όσο και στα καταστήματα (από το 77,1 στο 107,7). Η εξέλιξη αυτή οδηγεί σε μια υπεραξία άνω των εκατό δισ. ευρώ για τα ελληνικά νοικοκυριά, η πλειονότητα ωστόσο των οποίων δεν την έχει αντιληφθεί, καθώς δεν δείχνει διατεθειμένη να τη ρευστοποιήσει.
Οι καταθέσεις των νοικοκυριών στις ελληνικές τράπεζες έχουν αυξηθεί από το Δεκέμβριο του 2019 έως και το και το φετινό Ιούνιο κατά 32,9 δισ. ευρώ (από τα 116,7 δισ. στα 149,58 δισ. ευρώ).
Οι καθαρές κεφαλαιακές εισροές στα αμοιβαία κεφάλαια (κυρίως στα Ομολογιακά Διεθνή με συγκεκριμένη χρονική διάρκεια) και σε Έντοκα Γραμμάτια Ελληνικού Δημοσίου εκτιμάται ότι κατά την τελευταία τετραετία έχουν υπερβεί τα είκοσι δισ. ευρώ.
Αξιοσημείωτη αύξηση πλούτου έχει παραχθεί κατά τα τελευταία χρόνια και μέσα από το Χρηματιστήριο της Αθήνας. Ο Γενικός Δείκτης του ΧΑ από τις 634,97 μονάδες της 12/8/2020 σήμερα έχει εκτιναχθεί κοντά στις 2.100 μονάδες.
Με πιο απλά λόγια, η συνολική κεφαλαιοποίηση του ΧΑ βρισκόταν το πρώτο τρίμηνο του 2024 (μετά την είσοδο του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών) λίγο χαμηλότερα από τα 100 δισ. ευρώ και σήμερα κυμαίνεται γύρω στα 148 δισ. ευρώ. Άρα, φαίνεται να προκύπτει μια υπεραξία δεκάδων δισ. ευρώ.
Αν συνεκτιμηθεί ότι περίπου το 30% της αξίας των εισηγμένων εταιρειών ελέγχεται από Έλληνες και γύρω στο 15% από Έλληνες «μικροεπενδυτές» (είτε άμεσα, είτε έμμεσα μέσω θεσμικών χαρτοφυλακίων) τότε προκύπτει κατά τους τελευταίους 18 μήνες μια υπεραξία αρκετά πάνω από τα πέντε δισ. ευρώ για τα ελληνικά νοικοκυριά (προφανώς το ποσό αυτό είναι πολύ υψηλότερο αν υπολογιστεί σε επίπεδο πενταετίας).
Κέρδη όμως έχουν προκύψει κατά τα τελευταία χρόνια για τα νοικοκυριά και από τη μεγάλη άνοδο που έχουν σημειώσει οι τιμές των μετοχών και των ομολόγων ανά τον κόσμο.
Στην όλη εξίσωση έχουν εισέλθει τα τελευταία χρόνια και τα κρυπτονομίσματα, όπου ενώ το 2019 ήταν άγνωστα στη χώρα μας, σήμερα βρίσκονται στα «πορτοφόλια» πολλών χιλιάδων ελληνικών νοικοκυριών, με την τρέχουσα αξία τους να υπολογίζεται σε κάποια δισ. ευρώ.
Τέλος, κατά την τελευταία χρόνια παρατηρείται μια συνεχής υποχώρηση των υποχρεώσεων των νοικοκυριών προς το τραπεζικό σύστημα, με την πιστωτική επέκταση να συνεχίζει την αρνητική της πορεία (αποπληρωμές δανείων υψηλότερες από τις νέες εκταμιεύσεις) κατά τα τελευταία χρόνια (βλέπε στοιχεία παρατιθέμενου πίνακα).

Ανισοκατανομή-διεθνής κατάταξη
Βέβαια, παρά τη μεγάλη αύξηση που σημειώθηκε στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, η χώρα μας εξακολουθεί να υστερεί σε σχέση με την Ευρωζώνη και φυσικά -όπως σε όλες τις χώρες- τίθεται και σε εμάς το ζήτημα της ανισοκατανομής του πλούτου μεταξύ πληθυσμιακών ομάδων.
Για παράδειγμα, σύμφωνα με τον παρατιθέμενο πίνακα (πηγή UBS) η Ελλάδα υστερεί στον κατά κεφαλή πλούτο σε σύγκριση με την Ισπανία και την Πορτογαλία. Σύμφωνα με τον ίδιο οίκο, πάντως, o πλούτος της χώρας μας αυξήθηκε το 2024 κατά 7% σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά, όταν το ποσοστό αυτό ήταν 4,6% παγκοσμίως. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα κινήθηκε αρκετά καλύτερα από το μέσο όρο.
Ο μέσος (αριθμητικός) όρος του πλούτου κάθε ενήλικα Έλληνα το 2024 διαμορφώθηκε στα 114.991 δολάρια ΗΠΑ (δηλαδή 230 χιλ. δολάρια για μια τυπική οικογένεια που περιλαμβάνει ένα ανδρόγυνο και δύο μικρά παιδιά), όπου περιλαμβάνονται προσθετικά τα ακίνητα και η χρηματοοικονομική περιουσία (καταθέσεις, μετοχές, ομόλογα) και αφαιρετικά ο δανεισμός.
Το ποσό αυτό είναι σαφώς χαμηλότερο από τα περισσότερα κράτη της αποκαλούμενης Δυτικής Ευρώπης, με ενδεικτικές να είναι οι αντίστοιχες επιδόσεις της Δανίας (481.558 δολάρια), του Βελγίου (349.404 δολάρια) και της Ιταλίας (214.663 δολάρια).
Κατά τα τελευταία χρόνια, έχει διευρυνθεί ο δείκτης ανισότητας του πλούτου στην Ελλάδα (χειρότερες επιδόσεις το 2024 στο συγκεκριμένο πεδίο είχαν η Ολλανδία, η Αυστρία και η Ελλάδα).
Η χώρα μας πάντως, ανάμεσα σε 32 κράτη κατατάσσεται σε θέση λίγο καλύτερη από τη μέση, με επίδοση παραπλήσια άλλων όπως η Πορτογαλία, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο (καλύτερα από Γερμανία, ΗΠΑ, Ισραήλ, Ολλανδία, κ.λπ.).
