Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

ΓΠΚΒ: Πάνω από 2% η ανάπτυξη το 2026, οδηγός επενδύσεις και κατανάλωση

Υψηλότερα του 4% του ΑΕΠ το πρωτογενές πλεόνασμα φέτος σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής. Η αξιολόγηση των νέων μέτρων για τη στεγαστική κρίση. «Ενσταση» για τις φοροαπαλλαγές.

ΓΠΚΒ: Πάνω από 2% η ανάπτυξη το 2026, οδηγός επενδύσεις και κατανάλωση

Διατήρηση της αναπτυξιακής δυναμικής της ελληνικής οικονομίας -αν και με επιβραδυνόμενο ρυθμό- και το 2026, με αιχμή τις ιδιωτικές επενδύσεις και την κατανάλωση, «βλέπει» το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ) σημειώνοντας ότι η οικονομία της χώρας «παρουσιάζει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα σε ένα ασταθές και αβέβαιο διεθνές περιβάλλον, ενώ μεγάλες οικονομίες βρίσκονται αντιμέτωπες με διευρυμένα κρατικά χρέη και πίεση για δημοσιονομικές προσαρμογές».

Παρουσιάζοντας την τριμηνιαία έκθεση, ο επικεφαλής του ΓΠΚΒ καθηγητής Ιωάννης Τσουκαλάς (φωτογραφία), σημείωσε ότι για το 2025 η πρόβλεψη για το ρυθμό ανάπτυξης παραμένει στο 2,2% του ΑΕΠ ενώ για το 2026 η βασική εκτίμηση είναι για 2,1% με ένα εύρος από 1,9% έως 2,6%.

Όπως είπε ο κ. Τσουκαλάς η μεγέθυνση της οικονομίας βασίστηκε κυρίως στην αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, ενώ δυναμική πορεία καταγράφουν και οι επενδύσεις. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξάνονται κατά 12%, αντισταθμίζοντας τη μείωση των αποθεμάτων και ενισχύοντας τη μεσοπρόθεσμη δυναμική.

Για τον πληθωρισμό σημείωσε ότι θα κινηθεί μεταξύ 2,5-2,6% την επόμενη χρονιά, αν και ο ρυθμός θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό και από την πορεία του ΑΕΠ. Δεν είναι από τους βασικούς κινδύνους -πρόσθεσε- αλλά μας ανησυχεί η ανθεκτικότητά του. Ότι επιμένει.

Αναφορικά με άλλα μεγέθη της οικονομίας, είπε ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού ανέρχεται στα 18,5 δισ. ευρώ και αναμένεται να υπερβεί ακόμα και το 4% του ΑΕΠ το τρέχον έτος. Η επίδοση αυτή δημιουργεί νέο δημοσιονομικό χώρο και εξυπηρετεί τα σχέδια για ταχύτερη αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους.

Η ανεργία κινείται στο 8,8% και προσεγγίζει το προ κρίσης επίπεδο, και η απασχόληση αυξήθηκε κατά 81.000 θέσεις εργασίας με τις κενές θέσεις να μειώνονται κατά 6,9%.

Χαρακτήρισε «καλό νέο» την περαιτέρω μείωση του κενού είσπραξης στο ΦΠΑ, τονίζοντας ότι το 2023 περιορίστηκε στο 11,5% ενώ ο μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι στο 9,5%. Εκτιμά δε ότι ήδη «είμαστε κάτω από το 10%».

Έκανε λόγο για επιτάχυνση της επενδυτικής δραστηριότητας η οποία θα ενισχύσει τη δυναμική της ανάπτυξης, και προέβλεψε μια περαιτέρω μείωση του κόστους δανεισμού σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.

Ο ρυθμός αύξησης των στεγαστικών δανείων, τον Οκτώβριο του 2025 ήταν για πρώτη φορά θετικός, ανέφερε.

Για τις έξι νέες παρεμβάσεις για τη στέγη που ανακοίνωσε η κυβέρνηση είπε ότι ειδικά το μέτρο (400 εκατ. ευρώ) για τις ανακαινίσεις είναι ιδιαίτερα θετικό, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι «αυτό δεν αρκεί απαραίτητα» και ότι απαιτούνται και άλλες παρεμβάσεις για να ανοίξουν τα περίπου 150.000 κλειστά ακίνητα.

Χρέος και παραγωγικότητα

Σημαντικό τμήμα της έκθεσης αφιερώνεται στη σχέση δημόσιου χρέους και παραγωγικότητας. Όπως επισημαίνεται, η διεθνής βιβλιογραφία δείχνει ότι όταν το χρέος υπερβαίνει το 90% του ΑΕΠ, αρχίζει να επηρεάζει αρνητικά την παραγωγικότητα. Στην ελληνική περίπτωση, την περίοδο 1980–2008 το χρέος αυξανόταν με σχετικά ομαλούς ρυθμούς, παράλληλα με την παραγωγικότητα. Μετά το 2009, όμως, η επιταχυνόμενη αύξηση του λόγου χρέους/ΑΕΠ συνοδεύτηκε από έντονη πτώση της παραγωγικότητας.

Η έκθεση εκτιμά ότι όταν το χρέος υπερβαίνει το 105% του ΑΕΠ, κάθε αύξηση κατά μία μονάδα μειώνει την παραγωγικότητα κατά περίπου 0,6%, οδηγώντας σε συνολική υστέρηση της τάξης του 13,1% σε σχέση με τη μακροχρόνια τάση κατά την περίοδο της κρίσης. Κομβικό ρόλο σε αυτή την εξέλιξη έπαιξε η υποχώρηση των ιδιωτικών επενδύσεων, οι οποίες από 13,8% του ΑΕΠ την περίοδο 1980–2009 μειώθηκαν στο 8,9% τα επόμενα χρόνια.

Η διόγκωση του χρέους αυξάνει το κόστος δανεισμού, περιορίζει τη χρηματοδότηση των ιδιωτικών επενδύσεων και οδηγεί σε «crowding out», μέσω αυξημένων φόρων και περιορισμένων δαπανών. Για τον λόγο αυτό, η ταχεία μείωση του χρέους χαρακτηρίζεται πρώτη προτεραιότητα οικονομικής πολιτικής. Σε αυτό το πλαίσιο, η νέα πρόωρη αποπληρωμή των δανείων από το πρώτο μνημόνιο ύψους 5,9 δισ. ευρώ αξιολογείται ως θετικό βήμα, καθώς ενισχύει την αξιοπιστία της χώρας και τη θέτει σε τροχιά περαιτέρω αναβαθμίσεων.

Ανησυχίες

Όπως σημειώνεται στην έκθεση υπάρχουν και ανησυχίες για την πορεία της οικονομίας όπως για παράδειγμα το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών παρότι έχει βελτιωθεί.

Στο μέτωπο των φορολογικών απαλλαγών, οι οποίες φθάνουν τα 28,4 δισ. ευρώ -περίπου το 33% των φορολογικών εσόδων- δεν υπάρχει μηχανισμός αξιολόγησης της αποτελεσματικότητάς τους.

Οι κίνδυνοι από τα ενεργειακά ρίσκα προς το παρόν έχουν περιοριστεί και δεν είναι ανεξέλεγκτοι αλλά εξακολουθούν να επηρεάζονται από τις διεθνείς γεωπολιτικές εξελίξεις.

Ο βασικός κίνδυνος, σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού, αφορά την αβεβαιότητα στο διεθνές περιβάλλον και τις επιπτώσεις της στις ιδιωτικές επενδύσεις. Η αβεβαιότητα δεν ακυρώνει επενδυτικά σχέδια, αλλά τα «παγώνει», κάτι που καθιστά κρίσιμο το 2026. Με ρυθμό ανάπτυξης 2,1%, οι επενδύσεις κινούνται γύρω στο 7%, ενώ μετά το 2026 το τοπίο γίνεται πιο θολό.

Καθοριστικός παραμένει και ο στόχος της μείωσης του χρέους προς τη «μαγική περιοχή» του 100% του ΑΕΠ. Υπάρχουν περιθώρια τα επόμενα δύο χρόνια το χρέος να αποκλιμακωθεί κοντά στο 120%, μετά όμως δυσκολεύουν τα πράγματα καθώς οι ρυθμοί ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας γίνονται ασθενέστεροι.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v
Απόρρητο