Μια νεοφυής εταιρεία κατασκευής drones, με τη στήριξη του Αμερικανού δισεκατομμυριούχου της τεχνολογίας Peter Thiel, πραγματοποίησε δύο δοκιμές με τις βρετανικές και γερμανικές ένοπλες δυνάμεις που χαρακτηρίστηκαν «καταστροφή», εγείροντας ερωτήματα σχετικά με τους τολμηρούς δημόσιους ισχυρισμούς της και τις ελπίδες της να εξασφαλίσει κρατικά συμβόλαια.
Τα επιθετικά drones που παράγονται από τη Stark, με έδρα το Βερολίνο, απέτυχαν να πλήξουν οποιονδήποτε στόχο κατά τη διάρκεια τεσσάρων προσπαθειών σε δύο ξεχωριστές ασκήσεις αυτόν τον μήνα — με τον βρετανικό στρατό στην Κένυα και τον γερμανικό στρατό κοντά στην πόλη Μύνστερ, στη Κάτω Σαξονία — σύμφωνα με τέσσερις πηγές που επικαλούνται οι Financial Times.
Σε μία περίπτωση, κατά τη διάρκεια της γερμανικής δοκιμής, ένα από τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη τύπου Virtus έχασε τον έλεγχο και προσγειώθηκε σε δασώδη περιοχή. Σε άλλη, μετά από μια αποτυχημένη προσπάθεια πλήγματος στην Κένυα, η μπαταρία ενός drone έπιασε φωτιά κατά την πρόσκρουση. «Ήταν μια καταστροφή για τη Stark», δήλωσε ένα άτομο που είχε ενημερωθεί για τη γερμανική δοκιμή, προσθέτοντας: «Έχουν υπερεκτιμήσει [τις δυνατότητές τους] και τώρα πληρώνουν το τίμημα».
Η Stark, η οποία πρόκειται να εγκαινιάσει εργοστάσιο στην πόλη Swindon του Ηνωμένου Βασιλείου τον Νοέμβριο, σημείωσε σε δήλωσή της: «Δεν συντριβήκαμε μία ή δύο φορές — συντριβήκαμε εκατό. Έτσι δοκιμάζουμε, αναπτύσσουμε και τελικά συνεχίζουμε να παρέχουμε αμυντική τεχνολογία όπως το Virtus στα μέτωπα της Ουκρανίας».
Η Stark ιδρύθηκε μόλις πριν από 15 μήνες, αλλά έχει γνωρίσει ραγδαία ανάπτυξη. Η νεοφυής εταιρεία έχει εξασφαλίσει τη στήριξη όχι μόνο της επενδυτικής εταιρείας του Thiel, αλλά και του κολοσσού επιχειρηματικών κεφαλαίων της Silicon Valley, Sequoia Capital, καθώς και του Ταμείου Καινοτομίας του ΝΑΤΟ (Nato Innovation Fund).
Η γερμανική εταιρεία επελέγη πρόσφατα, σε προκαταρκτικό στάδιο, ως μία από τις τρεις νικήτριες για σύμβαση αξίας 300 εκατ. ευρώ ανά εταιρεία, για την προμήθεια οπλισμένων αυτόνομων drones στη Bundeswehr, τις γερμανικές ένοπλες δυνάμεις — αν και, σύμφωνα με πηγή που γνωρίζει το σχέδιο, η ανάθεση εξαρτάται από την απόδοση κατά τη διάρκεια των τρεχουσών δοκιμών, καθώς και από την κοινοβουλευτική έγκριση.
Στις αρχές του μήνα, η εταιρεία, η οποία αποτιμήθηκε στα 500 εκατ. δολάρια στον τελευταίο γύρο χρηματοδότησής της, παρουσίασε τον νέο της διευθύνοντα σύμβουλο, Uwe Horstmann. Ο Horstmann είναι επίσης εταίρος στην εταιρεία επιχειρηματικών κεφαλαίων Project A — επενδυτή της Stark — και είχε συμβάλει στην ανάπτυξη της εταιρείας μετά την ίδρυσή της πέρυσι.
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις διοχετεύουν δισεκατομμύρια ευρώ σε αμυντικές τεχνολογίες, καθώς τα drones αποδεικνύονται κρίσιμη ικανότητα στον πόλεμο της Ουκρανίας. Ο Γερμανός υπουργός Άμυνας Boris Pistorius δήλωσε αυτόν τον μήνα ότι μόνο η Γερμανία θα επενδύσει 10 δισ. ευρώ σε drones τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο, η ξαφνική εισροή ενδιαφέροντος και κεφαλαίων έχει επίσης προκαλέσει ανησυχίες για τη δημιουργία «φούσκας» στον τομέα των drones.
Κατά τον διορισμό του στη θέση του διευθύνοντος συμβούλου της Stark, ο Horstmann εξήρε τις επιδόσεις του drone Virtus της εταιρείας. Είπε επίσης στους Financial Times ότι η εταιρεία του θα είναι έτοιμη να παράγει «χιλιάδες» drones από τον Ιανουάριο του 2026.
Λίγες ημέρες αργότερα, σε στρατιωτική βάση στην Κένυα, η Stark συμμετείχε μαζί με δύο άλλες γερμανικές νεοφυείς επιχειρήσεις — τις Helsing και ARX Robotics — σε δοκιμές. Η άσκηση, με την ονομασία «Haraka Storm», είχε στόχο τη δοκιμή και την αξιολόγηση των drones τύπου καμικάζι.
Η εταιρεία ενημέρωσε τους στρατιώτες στη δοκιμή ότι ήταν διατεθειμένη να ρίξει μόνο δύο από τα τέσσερα drones της, σύμφωνα με δύο άτομα που γνωρίζουν τις λεπτομέρειες. Τα όπλα επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν χωρίς πολεμικές κεφαλές, απλώς προσκρούοντας στους στόχους για να προσομοιώσουν πραγματικά πλήγματα. Η Stark δεν επέτρεψε στους στρατιώτες να τα χειριστούν.
Η ιστοσελίδα της Stark αναφέρει ότι το drone Virtus μπορεί να «εντοπίζει και να εμπλέκει ακριβείς στόχους έως και 100 χλμ. μακριά». Όταν, όμως, η εταιρεία επιχείρησε δύο πλήγματα στην Κένυα, απέτυχε και στις δύο περιπτώσεις — με τη μία προσπάθεια να έχει ως αποτέλεσμα το drone να γίνει... αποκαΐδια αφού η μπαταρία του πήρε φωτιά.
Η ανταγωνίστρια εταιρεία Helsing — η οποία είχε δεχθεί στο παρελθόν έντονη κριτική για το προγενέστερο drone της, HF-1 — πραγματοποίησε πέντε επιτυχή πλήγματα με το νεότερο μοντέλο της, HX-2.
Η ARX Robotics, που κατασκευάζει μικρά μη επανδρωμένα οχήματα για χρήση στο πεδίο της μάχης, καθώς και συστήματα λογισμικού, χρησιμοποίησε την τεχνολογία Mithra για να βοηθήσει στην καθοδήγηση των drones της Helsing προς τους στόχους τους.
Εκπρόσωπος του βρετανικού στρατού δήλωσε: «Ο Βρετανικός Στρατός δοκιμάζει και αξιολογεί συστηματικά την πλέον προηγμένη τεχνολογία προκειμένου να συμβάλει στην άμυνα του έθνους και στον εκσυγχρονισμό των δυνάμεων. Στο πλαίσιο αυτό, συνεργαζόμαστε με μια σειρά προμηθευτών και εταιρειών για να αξιολογήσουμε τις δυνατότητες και την καταλληλότητά τους για ενσωμάτωση στις δυνάμεις μας».
Ένας δυτικός αξιωματούχος που γνωρίζει την άσκηση ανέφερε ότι δεν επρόκειτο για επιλογή «είτε το ένα είτε το άλλο» μεταξύ Stark και Helsing. «Ήταν ένα πείραμα. Ο στρατός θέλει όλοι οι βιομηχανικοί εταίροι να έχουν ρόλο, γιατί αυτό είναι προς όφελός μας».
Στη Γερμανία, η Stark πραγματοποίησε επίσης ξεχωριστή δοκιμή με τις γερμανικές ένοπλες δυνάμεις, σύμφωνα με τρία άτομα που γνωρίζουν τις λεπτομέρειες. Μπροστά σε πολυάριθμο κοινό στρατιωτών και εκπροσώπων της αμυντικής βιομηχανίας απέτυχε και στις δύο προσπάθειες πλήγματος, με ένα από τα drones να μην μπορεί να ανακτηθεί μετά τη συντριβή του. Η Helsing, η οποία επίσης συμμετείχε, πέτυχε 17 επιτυχή πλήγματα, σύμφωνα με δύο από τα εν λόγω άτομα.
Ένας από τους χρηματοδότες της Stark, που ζήτησε να διατηρήσει την ανωνυμία του, τόνισε τη σημασία των «δοκιμών και πειραματισμών» ως «αναγκαίων στοιχείων της διαδικασίας ανάπτυξης και καινοτομίας στην αιχμή της τεχνολογίας».
Αυτό επιβεβαιώθηκε και από ανώτερο αξιωματικό της Bundeswehr, ο οποίος δεν συμμετείχε σε καμία από τις δοκιμές, λέγοντας ότι οι στρατιώτες γενικά απολαμβάνουν να συνεργάζονται με νεοφυείς επιχειρήσεις, καθώς αυτές είναι «πολύ ταχύτερες στην προσαρμογή στις απαιτήσεις μας σε σχέση με τις μεγαλύτερες εταιρείες».
Η γερμανική Bundeswehr αρνήθηκε να σχολιάσει, όπως και οι Helsing, Sequoia και Project A. Οι Thiel Capital και Nato Innovation Fund δεν απάντησαν σε αιτήματα για σχόλιο.
Ο διευθύνων σύμβουλος της ARX, Marc Wietfeld, δήλωσε ότι η εταιρεία του «δοκίμασε με επιτυχία» τα ολοκληρωμένα της συστήματα σε συνεργασία με τη Helsing στην Κένυα.