Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Πόσο κοντά είναι το τέλος της εποχής Ερντογάν

Ο πληθωρισμός και οι ελλείψεις αγαθών έχουν αυξήσει τη δυσαρέσκεια για την ανορθόδοξη οικονομική πολιτική. Tο πλήγμα από τα επικοινωνιακά ολισθήματα. Οι κρίσιμες διεργασίες στην αντιπολίτευση και το βαθύ κράτος.

Πόσο κοντά είναι το τέλος της εποχής Ερντογάν
  • Της Laura Pitel

Όταν μια γενναία ψυχή από το κυβερνών κόμμα του Ταγίπ Ερντογάν αποφάσισε να του αντιπαρατεθεί σχετικά με την αυξανόμενη δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης για την οικονομία, δεν εισακούστηκε. «Λες ψέματα. Ξέρω τι γίνεται στην πραγματική οικονομία καλύτερα από εσένα» απάντησε θυμωμένος ο κ. Ερντογάν, σύμφωνα με τον ίδιο, ο οποίος παραμένει μέλος του κόμματος: «Είναι πεπεισμένος ότι κάποιοι στο κόμμα και την κυβέρνηση διογκώνουν τα προβλήματα».

O Ερντογάν λαμβάνει ολοένα και περισσότερα προειδοποιητικά σημάδια ότι η ιδιοσυγκρασιακή προσέγγιση του όσον αφορά τη διαχείριση της οικονομίας των $765 δισ. δεν αποδίδει. Ενώ οι ρυθμοί ανάπτυξης δείχνουν καλοί στα χαρτιά, δεν έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες θέσεις εργασίας. Ο πληθωρισμός άγγιξε σχεδόν το 20% τον Σεπτέμβριο και η αξία του νομίσματος υποχωρεί. Πριν από μια δεκαετία κόστιζε περίπου 1,8 λίρες να αγοράσεις ένα δολάριο. Σήμερα το ποσό είναι σχεδόν 10 λίρες.

Αυτό που είναι ακόμα πιο σημαντικό για τον πρόεδρο, ο οποίος την Τετάρτη συμπλήρωσε 19 χρόνια στην εξουσία της χώρας, είναι ότι η στήριξη για το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) έχει υποχωρήσει περίπου 10 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση τις κοινοβουλευτικές εκλογές του 2018 σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα μεταξύ 30% και 33%.

«Ο κύριος και πιο βασικός λόγος είναι η οικονομία» λέει ο Οζέρ Σενκάρ, επικεφαλής της εταιρείας δημοσκοπήσεων Metropoll. «Aυτή τη στιγμή υπάρχει μια μεγάλη ομάδα ανθρώπων οι οποίοι δεν μπορούν να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες. Περίπου το 30% του εκλογικού σώματος δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα. Αυτός είναι ο βασικός λόγος που ο κόσμος εγκαταλείπει το AKP» προσθέτει.

Η τουρκική αντιπολίτευση ποτέ δεν ήταν τόσο αισιόδοξη. Ακόμα και αν την κατηγορούν για ευχολόγια, είναι πεπεισμένη ότι τα προβλήματα στην οικονομία θα τη βοηθήσουν να ρίξει τον Ερντογάν. Ο επόμενος γύρος εκλογών έχει προγραμματιστεί για το 2023, στα 100 χρόνια από την ίδρυση της σύγχρονης τουρκικής δημοκρατίας, αλλά κάποιοι αναλυτές προβλέπουν ότι μπορεί να διενεργηθούν πρόωρες εκλογές ακόμα και στο πρώτο εξάμηνο του επόμενου έτους.

«Δεν έχει μείνει πολύ» δήλωσε ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, αρχηγός του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), τον Οκτώβριο, απευθυνόμενος στους πολίτες της χώρας. «Να είστε υπομονετικοί. Μπορεί να πεινάσετε. Μπορεί να σας κόψουν το ηλεκτρικό ρεύμα. Μπορεί να σας συλλάβουν, να σας ρίξουν στη φυλακή και να σας βασανίσουν και να σας κάνουν σωματικό έλεγχο. Να είστε υπομονετικοί. Δεν έχει μείνει πολύ», πρόσθεσε.

Ωστόσο, ο Τούρκος πρόεδρος, περιστοιχισμένος από κόλακες και απασχολημένος με τις φήμες για την υγεία του, δείχνει ανίκανος ή απρόθυμος να ακούσει αυτούς που τον καλούν να αλλάξει κατεύθυνση. Τον Οκτώβριο, προκάλεσε και πάλι σοκ στις αγορές όταν η κεντρική του τράπεζα μείωσε τα επιτόκια, ενώ ο πληθωρισμός κάλπαζε και σε μια στιγμή που οι κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο αυξάνουν τα επιτόκια. Η ριψοκίνδυνη κίνηση οδήγησε σε νέα βουτιά τη λίρα, η οποία θεωρείται ως το βαρόμετρο της οικονομικής κατάστασης της χώρας.

Κάποιες ημέρες αργότερα, έφτασε κοντά στο να προκαλέσει τη χειρότερη διπλωματική κρίση των τελευταίων δεκαετιών διατάσσοντας την απέλαση 10 δυτικών πρεσβευτών οι οποίοι είχαν απευθύνει έκκληση για την απελευθέρωση ενός φυλακισμένου φιλάνθρωπου, προτού κάνει τελικά πίσω.

«Η εγχώρια πολιτική, η εξωτερική πολιτική, η οικονομία, όλα πάνε από το κακό στο χειρότερο» λέει ένας πρώην υπουργός ο οποίος είναι δυσαρεστημένος με την πορεία αλλά έχει επιλέξει να παραμείνει στο AKP. «Υπάρχει ακόμα ευκαιρία να γυρίσουμε την κατάσταση, να αλλάξουμε την ατμόσφαιρα. Αλλά μόνο ένας άνδρας μπορεί να το κάνει αυτό. Από αυτόν εξαρτάται», επισημαίνει.

Oι επικριτές του Ερντογάν ισχυρίζονται ότι αυτά είναι ανοησίες, υποστηρίζοντας ότι ο πρόεδρος έχει στερεύσει από ενέργεια, ιδέες και χρόνο. Αισιόδοξα στελέχη της αντιπολίτευσης ισχυρίζονται ότι υπάρχουν ήδη σημάδια ότι το κλίμα αλλάζει. Κάποιοι γραφειοκράτες είναι εξαιρετικά καχύποπτοι, λένε, εν μέσω σημάτων από τον Κιλιτσντάρογλου ότι θα λογοδοτήσουν για τις αποφάσεις που λαμβάνουν σήμερα.

Eπιφανή εταιρικά στελέχη, μεταξύ των οποίων και κάποια που φημίζονται για τις διασυνδέσεις τους με το AKP, έχουν αρχίσει να κάνουν επαφές με το κεντροδεξιό κόμμα IYI, σημειώνει ο Ουμίτ Οζάλ, ένας από τους αντιπροέδρους του. «Είτε προσπαθούν να καλύψουν τα νώτα τους από μια πιθανή αλλαγή εξουσίας, είτε βλέπουν ότι όλα πάνε λάθος και είναι πρόθυμοι να δείξουν τη στήριξη τους» επισημαίνει.

«Ανάπτυξη με κάθε κόστος»

Μολονότι παραμένει ακόμα ένας δεινός πολιτικός, ο Ερντογάν σήμερα δείχνει συχνά κουρασμένος και υπερβολικά αδυνατισμένος. Ο πρόεδρος φάνηκε προς στιγμή να τον παίρνει ο ύπνος κατά τη διάρκεια διαδικτυακού μηνύματος σε στελέχη του κόμματος τον Ιούλιο. Kαθώς πληθαίνουν οι φήμες για την κατάσταση της υγείας του, οι βοηθοί του κυκλοφόρησαν ένα βίντεο τον περασμένο μήνα στα κοινωνικά δίκτυα που δείχνει τον 67χρονο ηγέτη να παίζει μπάσκετ, φορώντας ένα καπέλο του μπέιζμπολ και μια φωσφοριζέ φανέλα.

Κυβερνητικοί αξιωματούχοι λένε ότι ο πρόεδρος συνεχίζει να απολαμβάνει τις βόλτες στους δρόμους, αλλά οι συναντήσεις του με το κοινό έχουν αμαυρωθεί από παραπατήματα. Την περασμένη χρονιά, σε μια επίσκεψη στην πόλη Μαλάτια, είπε σε έναν ψηφοφόρο που του παραπονέθηκε ότι δυσκολεύεται να θρέψει την οικογένειά του πως υπερβάλλει. Το καλοκαίρι γνώρισε τη χλεύη όταν κατά τη διάρκεια επίσκεψης σε περιοχή που είχε πληγεί από μεγάλες πυρκαγιές προσπάθησε να παρηγορήσει τους κατοίκους πετώντας φακελάκια τσαγιού από το προεδρικό λεωφορείο.

Ο Οζάλ, που το κόμμα του IYI καταγράφει μεγάλη άνοδο στις δημοσκοπήσεις και το οποίο θα μπορούσε να σχηματίσει κυβέρνηση με το CHP αν κέρδιζε την εξουσία η αντιπολίτευση, ισχυρίζεται ότι η υπερβολικά συγκεντρωτική προεδρική εκτελεστική εξουσία που εδραιώθηκε πριν από τρία χρόνια από τον Τούρκο ηγέτη δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τα αυξανόμενα προβλήματα της χώρας. «Ο Ερντογάν είναι ο μόνος που λαμβάνει τις αποφάσεις» σημειώνει. «Δεν έχει καλό δίκτυο πληροφόρησης. Γερνάει, είναι περισσότερο κουρασμένος».

O πρόεδρος, ο οποίος για χρόνια κέρδιζε εκλογές στηριζόμενος στην άνοδο του βιοτικού επιπέδου εκατομμυρίων Τούρκων, συνεχίζει να διατυμπανίζει τους εντυπωσιακούς ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας. Το ΔΝΤ προβλέπει ότι το ΑΕΠ της Τουρκίας θα αυξηθεί κατά 9% φέτος, ρυθμός υψηλότερος από αυτόν της Κίνας και λίγο κάτω από την Ινδία.

Αλλά ακόμα και η μεγαλύτερη επιχειρηματική ένωση της χώρας, η Τusiad, η οποία συχνά διστάζει να ασκήσει κριτική στις πολιτικές του Ερντογάν, έχει προειδοποιήσει ότι η εμμονική επικέντρωση της κυβέρνησης στην ανάπτυξη με κάθε κόστος κάνει κακό στη χώρα.

Η αύξηση των μισθών δεν μπορεί να παρακολουθήσει τον πληθωρισμό. Τα χαμηλού εισοδήματος νοικοκυριά έχουν δεχτεί το μεγαλύτερο πλήγμα από την παρεπόμενη μείωση του βιοτικού επιπέδου. Το ποσοστό της φτώχειας, το οποίο υποχώρησε δραματικά κατά την πρώτη δεκαπενταετία του ΑΚP στην εξουσία, άρχισε να αυξάνεται και πάλι του 2019 στον απόηχο της οξείας κρίσης της λίρας που προκάλεσε ύφεση και οδήγησε στην απώλεια 10 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας.

«Αυτό μεταφράζεται σε περίπου 1,5 εκατομμύρια επιπλέον φτωχούς, συνολικά 8,4 εκατ. σε όλη τη χώρα, το οποίο διαγράφει όλα τα κέρδη που σημειώθηκαν κατά τα τρία χρόνια πριν την οικονομική αναταραχή» προειδοποίησε η Παγκόσμια Τράπεζα σε έκθεση που δημοσίευσε αυτή τη χρονιά η οποία προβλέπει ότι η τάση θα ενταθεί από την πανδημία της Covid.

Ο Ρεφέτ Γκουρκαϊνάκ, καθηγητής οικονομικών στο πανεπιστήμιο Μπίλκεντ της Άγκυρας, υποστηρίζει ότι το κοινό νιώθει «προσβεβλημένο» όταν του λένε ότι η οικονομία αναπτύσσεται με ταχείς ρυθμούς σε αυτές τις συνθήκες. «Στην καθημερινότητα τους αυτό που βλέπουν είναι ανεργία, υψηλό πληθωρισμό και διάβρωση της αγοραστικής τους δύναμης και ότι η ζωή τους σίγουρα δεν βελτιώνεται – αντίθετα έχει γίνει πολύ πιο δύσκολη».

Ανεξάρτητα από αυτό, ο Ερντογάν έχει στηριχτεί στη φθηνή πίστωση για την τόνωση της κατανάλωσης και των κατασκευών καθώς το μοντέλο αυτό έχει οδηγήσει σε χρόνιο πληθωρισμό και αποδυνάμωση του νομίσματος και έχει καταστήσει τη χώρα φτωχότερη. Οι νέες ξένες άμεσες επενδύσεις ανήλθαν μόλις στα $5,8 δισ. την περσινή χρονιά, έναντι του υψηλού των $19,7 δισ. το 2007.

Έχοντας θέσει υπό τον απόλυτο έλεγχό του τους θεσμούς της χώρας, ο Ερντογάν έχει έρθει σε σύγκρουση με την τυπικά ανεξάρτητη κεντρική τράπεζα, απαιτώντας επανειλημμένα και επιτυγχάνοντας τη μείωση των επιτοκίων, που πιστεύει, κόντρα στην οικονομική ορθοδοξία, ότι βοηθούν να αντιμετωπιστεί ο υψηλός πληθωρισμός. Ο συνδυασμός χαλαρής νομισματικής πολιτικής και διαρκής ανόδου των τιμών έχει προκαλέσει διαδοχικές υποτιμήσεις του νομίσματος.

Οι διεθνείς επενδυτές, τα χρήματα των οποίων είναι αναγκαία για τη χρηματοδότηση του εξωτερικού χρέους της Τουρκίας ύψους $450 δισ., ενθουσιάστηκαν προς στιγμήν πέρυσι όταν ο Ερντογάν απέλυσε ουσιαστικά τον κουμπάρο του, Μπεράτ Αλμπαϊράκ, μετά από μια καταστροφική διετή θητεία ως υπουργός Οικονομικών. Την ίδια στιγμή, καλωσόρισαν τον διορισμό του Νασί Αγκμπάλ, ενός αξιοσέβαστου τεχνοκράτη, στη θέση του επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας. Αλλά ο Αγκμπάλ άντεξε μόλις τέσσερις μήνες προτού τον διώξει και αυτόν ο πρόεδρος -η τρίτη απόλυση κεντρικού τραπεζίτη σε λιγότερο από δύο χρόνια. Ο διάδοχός του, ο Σαχάπ Καβτσίογλου, είναι πρώην αξιωματούχος της κεντρικής τράπεζας ο οποίος τον Σεπτέμβριο άρχισε να μειώνει τα επιτόκια.

«Μοιάζει με τη μέρα της μαρμότας» λέει ο Τζόζεφ Μουαουάντ, διαχειριστής χαρτοφυλακίου στην επενδυτική εταιρεία Carmignac. «Επαναλαμβάνονται οι ίδιοι κύκλοι: η τουρκική κεντρική τράπεζα αυξάνει τα επιτόκια, ο Ερντογάν εκνευρίζεται, αντικαθιστά το προσωπικό, μειώνουν τα επιτόκια και στη συνέχεια καθώς τα πράγματα παίρνουν πραγματικά άσχημη τροπή αλλάζουν λογική και αυξάνουν τα επιτόκια».

Ο Μουαουάντ προειδοποιεί ότι, αυτή τη φορά, το πείραμα είναι «πιο επικίνδυνο» λόγω της ανόδου των τιμών στην ενέργεια που θα αυξήσουν τον λογαριασμό των εισαγωγών και μιας στροφής των κεντρικών τραπεζών προς υψηλότερα επιτόκια που θα απομακρύνει κεφάλαια από τις αναδυόμενες αγορές. «Μπορεί να καταλήξουμε σε μια κατάσταση χαμηλής ανάπτυξης και υψηλού πληθωρισμού, το οποίο είναι η χειρότερη δυνατή εξέλιξη».

Δισταγμός να ειπωθεί η αλήθεια

Αγανακτισμένα μέλη της κυβέρνησης και της επιχειρηματικής κοινότητας ισχυρίζονται ότι ο Ερντογάν, ο οποίος έχει βάλει στο περιθώριο τους εγχώριους επικριτές, έχει μια περιορισμένη αντίληψη περί οικονομικών και σπάνια αμφισβητούνται οι θέσεις του ακόμα και από μέλη του υπουργικού συμβουλίου.

«Οι υπουργοί μας λένε: “πρέπει να μιλήσετε στον πρόεδρο για να καταλάβει την κατάσταση» σημειώνει στέλεχος σε μεγάλη τουρκική πολυεθνική. «Αλλά θα έπρεπε; Αυτή είναι η δουλειά τους». Άνθρωποι μέσα από το κόμμα λένε ότι κάποιοι ανώτατοι σύμβουλοι στην κουστωδία του Ερντογάν είναι αντίθετοι με την εμμονή του στη μείωση των επιτοκίων, αλλά διστάζουν να του το πουν. «Ο πρόεδρος δεν θέλει να έχει ισχυρούς ανθρώπους δίπλα του. Όλοι το ξέρουν αυτό» τονίζει κυβερνητικός αξιωματούχος. «Οπότε κανείς δεν είναι πρόθυμος να πει την αλήθεια».

Άλλοι πιστεύουν ότι η προσέγγιση του προέδρου είναι μελετημένη και δεν είναι αποτέλεσμα άγνοιας. Ο Μπουράκ Μπιλγκεχάν Οζπέκ, πολιτικός επιστήμονας στο πανεπιστήμιο TOBB της Άγκυρας, ισχυρίζεται ότι τα χαμηλά επιτόκια και το φθηνό νόμισμα ευνοούν ένα δίκτυο διαπλεκόμενων συμφερόντων, ιδίως στον κατασκευαστικό και τον τουριστικό τομέα, που έχει βοηθήσει να ανέλθει ο Ερντογάν στην κυβέρνηση.

Προσθέτει: «Ο σωστός όρος εδώ είναι η επιβίωση… Δεν θέλει να έχει μια δυναμική οικονομία, δεν θέλει να κάνει την τουρκική οικονομία μεγάλη, αλλά θέλει μια οικονομία που θα του επιτρέψει να κερδίσει τις επόμενες εκλογές».

O Oζπέκ αμφιβάλλει ότι η στρατηγική θα έχει αποτέλεσμα δεδομένης της στρατηγικής μετατόπισης της αντιπολίτευσης από την πολιτική της ταυτότητας που στηριζόταν στις θρησκευτικές, πολιτισμικές και εθνοτικές διαφορές που είχαν απομακρύνει τους ψηφοφόρους του AKP προς μια ατζέντα που εστιάζει στην ανικανότητα της κυβερνώντος κόμματος να κυβερνήσει. Οι αντίπαλοι του Ερντογάν «αμφισβητούν την ικανότητα της ελίτ του AKP παρά την ιδεολογία και την ταυτότητά της» σημειώνει. «Και η στρατηγική αυτή αποδίδει υπό αυτές τις οικονομικές συνθήκες».

Ενώ υπάρχει απογοήτευση με το AKP για την πορεία που έχει πάρει η χώρα, δεν υπάρχει κάποιος από το κόμμα που να μπορεί να αμφισβητήσει τον Τούρκο πρόεδρο.

Ο Αλμπαϊράκ, ο οποίος έχει παντρευτεί την κόρη του Ερντογάν και θεωρούνταν κάποτε πιθανός διάδοχός του, έχει εξαφανιστεί από τη δημόσια θεά. Ο Σουλεϊμάν Σοϊλού, ο χαρισματικός και φιλόδοξος υπουργός Εσωτερικών, έχει δεχθεί πλήγμα από μια σειρά καταγγελιών για διαφθορά που εξαπέλυσε αφεντικό της μαφίας που ζει στο εξωτερικό. Ο Σοϊλού αρνείται τις κατηγορίες.

Ανεξάρτητα από όλα αυτά, το «μπραντ» Ερντογάν – που η δημαγωγική ρητορική του και η εικόνα του σκληρού πολιτικού που προβάλλει εμπνέουν ακόμα τους σκληροπυρηνικούς οπαδούς – παραμένει, σύμφωνα με δημοσκόπηση, πιο δημοφιλές από το ίδιο το AKP.

Πόσοι απολυταρχικοί ηγέτες παραιτούνται;

Ενώ η αντιπολίτευση είναι γεμάτοι με αισιοδοξία ότι το τέλος της εποχής του Ερντογάν είναι κοντά, πολλοί ξένοι παρατηρητές είναι πολύ πιο απαισιόδοξοι. «Ονειρεύονται» λέει ένας ευρωπαίος διπλωμάτης. «Πόσους απολυταρχικούς ηγέτες μπορείτε να σκεφτείτε που έχουν παραιτηθεί;».

Αισιόδοξα στελέχη της αντιπολίτευσης υποστηρίζουν ότι η συντριπτική ήττα του AKP στις δημοτικές εκλογές στην Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα το 2019, όταν στήριξαν από κοινού έναν υποψήφιο σε κάθε πόλη, δείχνουν ότι ο Ερντογάν μπορεί να ηττηθεί όταν ενώνουν τις δυνάμεις τους.

Yποβαθμίζουν τις ανησυχίες ότι στοιχεία από το βαθύ κράτος της Τουρκίας - που περιλαμβάνει την υπηρεσία πληροφοριών, την αστυνομία, τον στρατό και εγκληματικά στοιχεία και έχει δεσμούς με τον υπερεθνικιστή εταίρο του συνασπισμού του Ερντογάν - θα μπορούσαν να κινηθούν για να στηρίξουν έναν παραπαίοντα πρόεδρο. «Όταν είναι ξεκάθαρο ότι το πλοίο βυθίζεται, όλοι θα πηδήξουν», λέει ένα ανώτερο στέλεχος κόμματος της αντιπολίτευσης. «Δεν εννοώ μόνο στο AKP, εννοώ επίσης στη γραφειοκρατία, τον στρατό. Πιστεύετε ότι ο στρατός θα τον υποστηρίξει αν πέσει; Δεν θα το κάνουν».

Άλλοι υπενθυμίζουν ότι ο Τούρκος ηγέτης φοβόταν τόσο πολύ μήπως χάσει την Κωνσταντινούπολη που, μετά τη ισχνή νίκη του υποψηφίου της αντιπολίτευσης Εκρέμ Ιμάμογλου το 2019, κήρυξε τα αποτελέσματα ψευδή και κίνησε διαδικασίες για την επανάληψη της εκλογικής αναμέτρησης, για να χάσει τελικά και αυτές τις εκλογές.

«Δείχνει πόσο μακριά είναι διατεθειμένος να φτάσει ο Ερντογάν για να κερδίσει εκλογές», λέει η Ασλί Αϊντιντασμπάς, ερευνήτρια στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων. «Αυτό μας λέει ότι δεν θα κρίνει τα πράγματα μόνο αυτό που θα συμβεί στην κάλπη, δεν είναι απλώς ένα παιχνίδι αριθμών, αλλά θα υπάρξουν επίσης κάθε είδους πολιτικές πιέσεις και αντίσταση από τον Ερντογάν και τους κυβερνητικούς του εταίρους».

Κάποιοι ανησυχούν ότι θα μπορούσε να επιδιώξει να ακυρώσει εντελώς τις εκλογές ή ότι η χώρα θα μπορούσε να βυθιστεί σε ένα κύμα βίας όπως αυτό που ακολούθησε τις εκλογές του Ιουνίου του 2015, όταν το AKP έχασε την κοινοβουλευτική του πλειοψηφία για πρώτη φορά.

Μια εξίσου σημαντική ανησυχία αφορά την ικανότητα της αντιπολίτευσης, η οποία ένωσε για πρώτη φορά τις δυνάμεις της για τις εθνικές εκλογές το 2018, να σπαταλήσει την ευκαιρία. Μέχρι στιγμής, η αναπάντεχη συμμαχία ανάμεσα στο αριστερό CHP, το δεξιό IYI, τους Κούρδους και πολλά άλλα μικρότερα κόμματα έχει καταφέρει να παραμείνει ενωμένη παρά τις επίμονες προσπάθειες του Ερντογάν να τη διαλύσει. Αλλά θα μπορούσε να υπάρξει μια σύγκρουση σχετικά με την επιλογή ενός υποψηφίου κοινής αποδοχής που θα αντιπαρατεθεί με τον Τούρκο πρόεδρο.

Δυστυχώς για τα μέλη του μπλοκ της αντιπολίτευσης, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι μεγάλος αριθμός αναποφάσιστων ψηφοφόρων, πολλοί από τους οποίους είναι απογοητευμένοι υποστηρικτές του ΑΚΡ, εξακολουθούν να μην τους εμπιστεύονται. «Φεύγουν από το AKP, αλλά δεν βλέπουν κανένα κόμμα της αντιπολίτευσης ως το σπίτι τους», λέει ο Σενκάρ, ο ερευνητής. «Εάν η αντιπολίτευση δεν παρουσιάσει έναν αρκετά ισχυρό υποψήφιο, τότε ο Ταγίπ Ερντογάν έχει ακόμα την ευκαιρία να κερδίσει».

Το διακύβευμα δεν θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερο για τους 83 εκατομμύρια κατοίκους της Τουρκίας. «Όταν μια κυβέρνηση βρίσκεται στην εξουσία εδώ και 20 χρόνια, νομίζω ότι υπάρχει αναμφισβήτητο ιστορικό για το τι πρόκειται να προσφέρει», λέει ο Γκουρκαϊνάκ, καθηγητής του Πανεπιστημίου Μπίλκεντ.

«Δεν νομίζω ότι αυτή η χώρα - ή οποιαδήποτε άλλη χώρα - μπορεί να το αντέξει πολλά περισσότερα χρόνια από μια τέτοια κυβέρνηση» προσθέτει.

© The Financial Times Limited 2021. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v