Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

H Ουκρανία, τα ψέματα της Ρωσίας και η υποκρισία της Δύσης

Η υποκρισία και τα ψέματα δεν είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα και αυτό έχει αντανάκλαση στο εσωτερικό των ΗΠΑ και της Ρωσίας, εξηγεί ο Gideon Rachman στους Financial Times. Οι εμμονές του Πούτιν και ο μεγάλος κίνδυνος στην Ουάσιγκτον.

H Ουκρανία, τα ψέματα της Ρωσίας και η υποκρισία της Δύσης
  • του Gideon Rachman

Ο Βλαντίμιρ Πούτιν έχει ένα όνομα για τη Δύση. Την αποκαλεί «αυτοκρατορία των ψεμάτων». Η ανακοίνωση του Ρώσου ηγέτη για την «ειδική στρατιωτική επιχείρησή» του στην Ουκρανία ήταν διανθισμένη με οργισμένες αναφορές στη δυτική διπροσωπία στο Κόσοβο, στο Ιράκ, στη Λιβύη και αλλού.

Η οργή του Πούτιν δεν είναι προσποιητή. Όπως παρατηρεί ο πολιτικός σχολιαστής Ιβαν Κράστερ, «η υποκρισία της Δύσης τού έχει γίνει εμμονή».

Αλλά η υποκρισία και τα ψέματα δεν είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα. Η διάκριση μπορεί να φαίνεται σημειολογική, ακόμα και ασήμαντη, αλλά έχει σημασία. Η ρωσική κυβέρνηση ειδικεύεται στα ξεκάθαρα ψέματα, επιμένοντας με διάφορους τρόπους πως δεν έχει εισβάλει στην Ουκρανία, δεν δηλητηρίασε τον ηγέτη της αντιπολίτευσης Αλεξέι Ναβάλνι, δεν έχει καμία σχέση με την κατάρριψη της πτήσης MH17 και ο στρατός της δεν έχει τελέσει εγκλήματα πολέμου.

Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους, αντιθέτως, ειδικεύονται στην υποκρισία. Το χαρακτηριστικό δυτικό συνήθειο είναι να διακηρύσσει ένα ιδανικό ή μια πολιτική και στη συνέχεια να τα εφαρμόζει χωρίς συνέπεια. Έτσι οι δυτικές χώρες ανακηρύσσουν τον εαυτόν τους ως υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αλλά ανταγωνίζονται για να πουλήσουν όπλα στη Σαουδική Αραβία.

Τάσσονται υπέρ της κρατικής κυριαρχίας, αλλά οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία υποστήριξαν μια ανθρωπιστική παρέμβαση στη Λιβύη που οδήγησε άμεσα, και ίσως εσκεμμένα, σε αλλαγή καθεστώτος και στον βίαιο θάνατο του Λίβυου ηγέτη Μουαμάρ Καντάφι. Οι δυτικές χώρες διακηρύσσουν πως είναι σθεναρά ενάντια στη διάδοση των πυρηνικών, αλλά κάνουν εξαίρεση στις περιπτώσεις του Ισραήλ και της Ινδίας, αλλά όχι και του Ιράν.

Η Δύση είναι μια «αυτοκρατορία υποκρισίας». Η Ρωσία είναι αυτή που είναι η πραγματική «αυτοκρατορία των ψεμάτων». Και στο μπρα ντε φερ μεταξύ των δύο συστημάτων, η υποκρισία είναι πιο αποτελεσματική από τα ξεκάθαρα ψέματα.

Σε μια αυτοκρατορία υποκρισίας, η ανοιχτή συζήτηση και η κριτική είναι ακόμα δυνατά. Γίνονται λάθη και εγκλήματα. Αλλά αυτά τα εγκλήματα μπορούν να επισημανθούν -είτε από επίσημες έρευνες είτε από τον ελεύθερο Τύπο. Οι New York Times μόλις κέρδισαν βραβείο Πούλιτζερ για μια επίπονη έρευνα σχετικά με τον πόλεμο με μη επανδρωμένα αεροσκάφη της Αμερικής και τον τρομακτικό απολογισμό των απωλειών αμάχων. Η απάντηση του Πενταγώνου ήταν να ευχαριστήσει την εφημερίδα και να υποσχεθεί αλλαγή. Περισσότερη υποκρισία; Ίσως -αλλά δεν θα υπήρχε προοπτική μεταρρύθμισης χωρίς έρευνα και έκθεση.

Κανείς στη Ρωσία δεν θα κερδίσει βραβεία για μια έρευνα για τα εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν στην Μπούτσα ή την καταστροφή της Μαριούπολης. Οποιοσδήποτε δημοσιογράφος ήταν αρκετά γενναίος για να προσπαθήσει, θα κατέληγε στη φυλακή ή θα πέθαινε. Αντίθετα, η ρωσική κυβέρνηση λέει ψέματα -όπως ο ισχυρισμός ότι τα πτώματα στους δρόμους της Μπούτσα τοποθετήθηκαν εκεί από τους Ουκρανούς.

Μια κοινωνία που μπορεί να αντιμετωπίσει οδυνηρές αλήθειες δεν είναι μόνο ηθικά προτιμότερη. Είναι επίσης πιο αποτελεσματική. Μια αυτοκρατορία του ψέματος υπάρχει σε μια κατάσταση συνεχούς γνωστικής ασυμφωνίας. Υπάρχουν ορισμένοι τομείς της κοινωνικής ζωής υπό ένα κατασταλτικό σύστημα όπου παραμένει απαραίτητο να πούμε την αλήθεια: τι ώρα φεύγει το τρένο μου; Έχω καρκίνο; Υπάρχουν και άλλοι τομείς όπου είναι κρίσιμο να αποκρύψουμε την αλήθεια: ήταν νοθευμένες αυτές οι εκλογές; Πόσοι Ρώσοι έχουν πεθάνει στην Ουκρανία;

Τα προβλήματα προκύπτουν όταν η πολιτική απαιτεί ένα ψέμα, αλλά μια κοινωνία που λειτουργεί, απαιτεί την αλήθεια. Οι κοινωνικά διαβρωτικές συνέπειες του ψέματος αποτυπώθηκαν στο διάσημο σοβιετικό ρητό: «Κάνουμε ότι δουλεύουμε και αυτοί κάνουν ότι μας πληρώνουν».

Ο κίνδυνος να βασιστεί μια πολιτική στα ψέματα έχει αποδειχθεί ευρέως στην Ουκρανία. Μέχρι την τελευταία στιγμή, το Κρεμλίνο αρνιόταν ότι σχεδιαζόταν εισβολή. Ακόμη και ανώτεροι Ρώσοι αξιωματούχοι προφανώς έμαθαν την αλήθεια μόνο λίγες ώρες πριν τα τανκς αρχίσουν να προχωρούν. Ακόμη και τώρα, ένας γενικευμένος πόλεμος πρέπει να ονομάζεται «ειδική στρατιωτική επιχείρηση».

Όμως ο Πούτιν και η Ρωσία πληρώνουν τώρα βαρύ τίμημα για τα ψέματα που είπε το Κρεμλίνο στον κόσμο και στον εαυτό του. Αποδεικνύεται ότι η ουκρανική κυβέρνηση δεν καθοδηγείται από νεοναζί που είναι τρελαμένοι με τα ναρκωτικά. Ο λαός της ανατολικής Ουκρανίας δεν ήθελε απεγνωσμένα να «απελευθερωθεί» από τον ρωσικό στρατό. Τα όνειρα του Πούτιν για μια γρήγορη νίκη κατέρρευσαν όταν συνάντησαν την πραγματικότητα.

Η Δύση, ωστόσο, δεν μπορεί να εφησυχάσει αναφορικά με την ικανότητά της να αντιστέκεται στην πολιτική του μεγάλου ψέματος. Η εισβολή στο Ιράκ δικαιολογήθηκε με τον ψευδή ισχυρισμό ότι το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν ανέπτυξε όπλα μαζικής καταστροφής. Οι ΗΠΑ φαίνεται να έπεισαν τον εαυτό τους ότι αυτό ήταν αλήθεια. Ο διευθυντής της CIA είπε περιβόητα στον πρόεδρο Τζορτζ Μπους ότι τα στοιχεία για τα όπλα μαζικής καταστροφής ήταν «ξεκάθαρα». Η πολιτική πίεση για να δικαιολογηθεί μια εισβολή βοήθησε στη δημιουργία μιας ψευδούς αφήγησης -με καταστροφικά αποτελέσματα.

Ακόμη σοβαρότερα, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει φέρει την πολιτική του «μεγάλου ψέματος» στην καρδιά της αμερικανικής εσωτερικής πολιτικής. Ο Τραμπ συνεχίζει να επιμένει ότι του «έκλεψαν» τις προεδρικές εκλογές του 2020. Μεγάλο μέρος του Ρεπουμπλικανικού κόμματος συμφώνησε με αυτό το ψέμα. Και ο Τραμπ φαίνεται έτοιμος να διεκδικήσει ξανά την προεδρία το 2024 και έχει καλές πιθανότητες να κερδίσει.

Οι πιο σαφείς διακρίσεις μεταξύ της αυτοκρατορίας του ψεύδους της Ρωσίας και της αυτοκρατορίας της υποκρισίας της Αμερικής εντοπίζονται συχνά όχι τόσο στη συμπεριφορά τους πέρα από τα σύνορά τους, όσο στα εγχώρια συστήματα που υπερασπίζονται. Το σύστημα του Πούτιν βασίζεται όλο και πιο προφανώς στα ψέματα και στην καταστολή. Οι ΗΠΑ είναι ακόμα μια ελεύθερη χώρα.

Η ελευθερία του λόγου είναι τόσο εδραιωμένη στην Αμερική, που ακόμη και ένας επανεκλεγμένος Τραμπ δεν θα μπορούσε να επιμείνει -όπως κάνει ο Πούτιν- ότι κάθε πολίτης της χώρας του πρέπει να υποστηρίξει το ψέμα του ή να αντιμετωπίσει φυλάκιση. Αλλά αν η πολιτική του μεγάλου ψέματος βγει ξανά από τον Λευκό Οίκο, αυτό θα υποβάθμιζε την Αμερική και θα έθετε σε κίνδυνο τον κόσμο.

© The Financial Times Limited 2022. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v