Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ράχμαν: O Μπάιντεν και το τέλος του «φιλελεύθερου ηγεμόνα»

Ο νυν πρόεδρος των ΗΠΑ μπορεί να είναι ο τελευταίος που θα στηρίξει μια πολιτική που κρατά από τη δεκαετία του 1940. Η δυσκολία των ΗΠΑ να «αστυνομεύσει» τρεις περιοχές του πλανήτη απέναντι σε Κίνα, Ρωσία και Ιράν.

Ράχμαν: O Μπάιντεν και το τέλος του «φιλελεύθερου ηγεμόνα»
Ο αρθρογράφος των Financial Times Gideon Rachman
  • του Gideon Rachman

Ο Τζο Μπάιντεν δεν είναι απλώς ένας γέρος. Είναι επίσης αντιπρόσωπος μιας γερασμένης ιδέας, μιας ιδέας που χρονολογείται από τη δεκαετία του 1940.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ πιστεύει πως το έθνος του και ο ευρύτερος κόσμος είναι πιο ασφαλή αν οι ΗΠΑ παίζουν τον ρόλο του παγκόσμιου αστυνόμου. Υποστήριξε πρόσφατα πως «η αμερικανική ηγεσία είναι αυτή που κρατά ενωμένο τον κόσμο. Οι αμερικανικές συμμαχίες είναι αυτές που κρατούν εμάς, την Αμερική, ασφαλείς… να το ρισκάρουμε όλο αυτό αποχωρώντας από την Ουκρανία, γυρνώντας την πλάτη μας στο Ισραήλ, απλά δεν αξίζει».

Η κοσμοθεωρία που άρθρωσε ο Μπάιντεν πάει πίσω στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου –όταν η αμερικανική ελίτ συμπέρανε πως ο απομονωτισμός της δεκαετίας του 1930 είχε βοηθήσει στην άνοδο της Ναζιστικής Γερμανίας και της Ιμπεριαλιστικής Ιαπωνίας. Το καθεστώς ασφάλειας της Ουάσινγκτον αποφάσισε πως δεν θα ξανακάνει το ίδιο λάθος.

Από τον Χάρι Τρούμαν στον Μπαράκ Ομπάμα, κάθε πρόεδρος των ΗΠΑ βάσιζε την εξωτερική του πολιτική σε ένα δίκτυο παγκόσμιων συμμαχιών, ιδιαίτερα το ΝΑΤΟ και τη συνθήκη ασφάλειας ΗΠΑ-Ιαπωνίας. Όταν έγινε πρόεδρος, ο Ντόναλν Τραμπ απομακρύνθηκε εν μέρει από αυτή τη γενική παραδοχή –συμπεριφερόμενος σε βασικούς συμμάχους όπως η Γερμανία και η Ιαπωνία σαν να ήταν αχάριστοι τζαμπατζήδες.

Ως πρόεδρος, ο Μπάιντεν επέστρεψε στην παραδοσιακή αμερικανική προσέγγιση που βασίζεται στις συμμαχίες. Αλλά είναι πιθανό ότι θα είναι ο τελευταίος Αμερικανός ηγέτης που θα ενστερνίζεται ολόψυχα την ιδέα της Αμερικής ως «φιλελεύθερου ηγεμόνα» -που είναι ο ακαδημαϊκός όρος για τον παγκόσμιο αστυνόμο.

Η προοπτική της επιστροφής του Τραμπ στον Λευκό Οίκο το επόμενο έτος εγείρει ένα τεράστιο ερωτηματικό αναφορικά με το μέλλον της παγκόσμιας ηγεσίας της Αμερικής. Στην πρώτη θητεία του, φλέρταρε με την ιδέα να βγάλει τις ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ. Σε μια δεύτερη θητεία, μπορεί να το πραγματοποιήσει. Πράγματι, αν επεδίωκε την πιο ακραία εκδοχή της ιδεολογίας «Πρώτα η Αμερική», μια δεύτερη κυβέρνηση Τραμπ θα μπορούσε να δει μια ολοκληρωτική διάσπαση από την ιδέα πως είναι προς το συμφέρον της Αμερικής να υποστηρίξει τις συμφωνίες ασφάλειας στις τρεις από τις πιο στρατηγικές περιοχές του κόσμου: στην Ευρώπη, την Βορειοανατολική Ασία και στον Περσικό Κόλπο.

Σε κάθε μία από αυτές τις περιοχές, η Αμερική αντιμετωπίζει τώρα έναν ενεργό αμφισβητία - που ανυπομονεί να τη δει να αποχωρεί. Στην Ευρώπη, αυτός ο αμφισβητίας είναι η Ρωσία ·στην Ασία είναι η Κίνα· στη Μέση Ανατολή είναι το Ιράν.

Η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία. Η Κίνα έχει κατασκευάσει στρατιωτικές βάσεις στη Νότια Σινική Θάλασσα και απειλεί την Ταϊβάν. Το Ιράν χρησιμοποιεί αντιπροσώπους, όπως η Χεζμπολάχ, η Χαμάς και οι αντάρτες Χούθι στην Υεμένη για να αμφισβητήσει τους φίλους της Αμερικής σε όλη την περιοχή.

Εάν οι ΗΠΑ μείωναν σοβαρά τις στρατιωτικές τους δεσμεύσεις σε όλο τον κόσμο, η Κίνα, η Ρωσία και το Ιράν θα προσπαθούσαν να επωφεληθούν από το κενό ισχύος που θα προέκυπτε. Εν τω μεταξύ, οι τρεις χώρες συνεργάζονται στενότερα. Όλες προωθούν πρόθυμα την ιδέα ενός «πολυπολικού κόσμου» - που είναι η κωδική ονομασία για το τέλος της αμερικανικής ηγεμονίας.

Στις ίδιες τις ΗΠΑ, η διακομματική συναίνεση υπέρ της ενεργής παγκόσμιας ηγεσίας έχει εμφανώς φθαρεί. Το 2016, τη χρονιά που εξελέγη ο Τραμπ, μια δημοσκόπηση έδειξε ότι το 57% των Αμερικανών συμφωνούσε ότι οι ΗΠΑ πρέπει «να ασχοληθούν με τα δικά τους προβλήματα και να αφήσουν τους άλλους να ασχοληθούν με τα δικά τους προβλήματα όσο καλύτερα μπορούν».

Ο Τραμπ ξεκίνησε τη διαδικασία απόσυρσης της Αμερικής από το Αφγανιστάν και ο Μπάιντεν την ολοκλήρωσε. Αλλά ο Μπάιντεν προσπάθησε στη συνέχεια να επαναβεβαιώσει την παγκόσμια ηγεσία των ΗΠΑ, μέσω της υποστήριξης της Ουκρανίας και της Ταϊβάν - και με την απάντησή του στον πόλεμο Ισραήλ-Γάζας.

Αντίθετα, ο Τραμπ και άλλοι κορυφαίοι Ρεπουμπλικάνοι, όπως ο Ρον ΝτεΣάντις, στράφηκαν κατά της βοήθειας προς την Ουκρανία. Οι Ρεπουμπλικάνοι παραμένουν σταθεροί στην υποστήριξή τους προς το Ισραήλ. Αλλά η αριστερά του Δημοκρατικού Κόμματος είναι όλο και πιο εχθρική. Οι έρευνες κοινής γνώμης δείχνουν ότι η αμερικανική κοινή γνώμη είναι όλο και πιο καχύποπτη απέναντι στην Κίνα. Αλλά το κατά πόσον αυτό θα μεταφραστεί σε προθυμία να πολεμήσει για την Ταϊβάν είναι αμφίβολο.

Υπάρχουν επίσης πρακτικοί περιορισμοί. Καθώς οι εντάσεις ασφαλείας αυξάνονται σε όλο τον κόσμο, οι ΗΠΑ δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να παίξουν το ρόλο του αστυνόμου σε τρεις μεγάλες περιοχές ταυτόχρονα. Ένας από τους λόγους για τους οποίους η κυβέρνηση Μπάιντεν υπήρξε σχετικά φειδωλή στην προμήθεια της Ουκρανίας με πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς μπορεί να είναι ότι το Πεντάγωνο θέλει να κρατήσει κάποια από τα αποθέματά του - σε περίπτωση που χρειαστούν για την Ταϊβάν. Η αύξηση των αμυντικών δαπανών δεν είναι επίσης απλή υπόθεση, όταν οι ΗΠΑ εμφανίζουν δημοσιονομικό έλλειμμα 5,7% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος ανέρχεται στο 123% του ΑΕΠ.

Εδώ και καιρό υπάρχει μια σχολή σκέψης στον ακαδημαϊκό χώρο που υποστηρίζει ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να μειώσουν σοβαρά τις στρατιωτικές τους δεσμεύσεις στο εξωτερικό. Οι καθηγητές Τζον Μίαρσαϊμερ και Στέφεν Γουολτ έχουν υποστηρίξει ότι όταν πρόκειται για τη διατήρηση της ισορροπίας ισχύος στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Ασία – «η Ουάσινγκτον θα πρέπει να περάσει την ευθύνη στις περιφερειακές δυνάμεις».

Η δυσκολία είναι ότι οι περιφερειακές δυνάμεις στις οποίες η Αμερική θα μεταβίβαζε την ευθύνη είναι ανεπαρκώς εξοπλισμένες για να ελέγξουν μόνες τους τις περιφερειακές φιλοδοξίες της Ρωσίας, της Κίνας και του Ιράν. Μια συμμαχία του ΝΑΤΟ χωρίς τις ΗΠΑ θα φαινόταν στην καλύτερη περίπτωση αναποτελεσματική - και στη χειρότερη θα μπορούσε να καταρρεύσει. Το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία θα αγωνίζονταν να περιορίσουν το Ιράν, χωρίς την ισχύ των ΗΠΑ στο παρασκήνιο. Η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, οι Φιλιππίνες και η Αυστραλία θα αντιμετώπιζαν παρόμοια προβλήματα με την Κίνα στην Ασία.

Οι συνέπειες μιας αμερικανικής υποχώρησης από τον κόσμο θα γίνονταν πιθανώς αισθητές τελευταίες στις ίδιες τις ΗΠΑ. Αλλά, όπως κατάλαβε η γενιά μετά το 1945, ακόμη και η Αμερική θα απειλούνταν τελικά από την άνοδο αντιδημοκρατικών και επεκτατικών δυνάμεων στην Ευρώπη, την Ασία ή τη Μέση Ανατολή.

© The Financial Times Limited 2023. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v