«Κόψτε τα κεφάλια τους.» Αυτή είναι η φράση που λατρεύει να λέει η Βασίλισσα Ντάμα Κούπα, η προσωποποίηση της μοναρχικής ιδιοτροπίας, στο βιβλίο «Οι Περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων».
Αυτή μπορεί να είναι διασκεδαστική. Η πραγματικότητα, ωστόσο, δεν είναι. Κατά τη διάρκεια της ιστορίας, οι απόλυτοι ηγεμόνες έφεραν δυστυχία στους λαούς τους, ακόμα και στις οικογένειές τους. Οι αυλές τους είναι εστίες συκοφαντίας, ευνοιοκρατίας και διαφθοράς. Αυτό είναι το τίμημα του αυθαίρετου δεσποτισμού.
Στην καλύτερη περίπτωση, η ιστορία των αγγλόφωνων λαών, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, υπήρξε μια ιστορία εξημέρωσης αυτού του είδους της αυθαίρετης εξουσίας. Ήταν ένας μακρύς και δύσκολος αγώνας, από τη Magna Carta το 1215 μέχρι την εξορία του Ιάκωβου Β’ και τη Διακήρυξη Δικαιωμάτων το 1689, μέσω του εμφυλίου πολέμου των αρχών του 17ου αιώνα και της εκτέλεσης του Καρόλου Α’ το 1649.
Αυτοί που καταδίκασαν τον έκπτωτο μονάρχη σε εκτέλεση τον έκριναν δικαίως ένοχο για επιδίωξη «απεριόριστης και τυραννικής εξουσίας για να κυβερνά κατά τη βούλησή του».

Η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας και η επικύρωση του Συντάγματος των ΗΠΑ ήταν περαιτέρω βήματα σε αυτόν τον πόλεμο κατά της απολυταρχίας. Το ίδιο και ο εμφύλιος πόλεμος στις ΗΠΑ, που καθιέρωσε την αρχή πως δεν θα πρέπει να επιτρέπεται σε κανέναν να κατέχει την απόλυτη εξουσία πάνω σε άλλο άτομο.
Αυτό που συμβαίνει σήμερα στις ΗΠΑ είναι ιστορικής και επίσης παγκόσμιας σημασίας, επειδή έχει να κάνει με το αν οι περιορισμοί στην αυθαίρετη άσκηση εξουσίας θα αντέξουν. Κανένας που έχει γνώση των καταστροφών του 20ου αιώνα δεν μπορεί να μην γνωρίζει τη σημασία αυτού του ζητήματος.

Η αντικατάσταση της τυραννίας με το κράτος δικαίου, ο ρόλος των δικαστηρίων στον καθορισμό αυτού του δικαίου και ο ρόλος του νομοθετικού σώματος στη διαμόρφωσή του, εξυπηρετεί τόσο ηθικούς, όσο και πρακτικούς στόχους. Μόνο σε ένα τέτοιο κράτος μπορούν οι άνθρωποι να νοιώθουν ασφαλείς από τον δεσποτισμό.
Μια κυβέρνηση που αγνοεί τους περιορισμούς είναι μια τυραννία. Όπως παρατηρεί ο σχολιαστής Andrew Sullivan, «η Αμερική έχει να κάνει με τη νομική εξουσία. Ο Τραμπ έχει να κάνει με την ωμή εξουσία. Η Αμερική ιδρύθηκε με βάση την πίστη και τη λογική. Ο Τραμπ ενστερνίζεται μόνο το δικό του ένστικτο». Είμαστε μάρτυρες μιας από καιρό σχεδιασμένης επίθεσης κατά της ίδιας της Δημοκρατίας.

Μας έχει επίσης δοθεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του οικονομικού κόστους, που τυφλά αγνόησαν οι πλούσιοι και ισχυροί υποστηρικτές του Τραμπ. Όπως σημείωσα τον περασμένο Ιούνιο, «ο Μπάιντεν μπορεί να είναι ηλικιωμένος. Αλλά ο Τραμπ είναι τρελός και, αλλοίμονο, δεν είναι διασκεδαστικά τρελός: είναι επικίνδυνα τρελός. Τα ένστικτα του Τραμπ είναι επίσης αυτά ενός δικτάτορα». Και πράγματι έτσι αποδεικνύεται πως είναι.
Οι εμπορικοί πόλεμοι που έχει εξαπολύσει ο Τραμπ είναι μια απόδειξη των κινδύνων. Είναι εκπληκτικό πως το ο «ανιχνευτής δασμών» (tariff tracker) των FT καταγράφει 25 σημαντικές ανακοινώσεις πολιτικής από τις ΗΠΑ και τις χώρες στις οποίες επιτίθενται, μέσα σε λιγότερο από τρεις μήνες. Μόνο από τις 2 έως τις 11 Απριλίου καταγράφει επτά μεγάλες ανακοινώσεις εμπορικής πολιτικής.
Σε αυτές περιλαμβάνονται οι «ανταποδοτικοί» δασμοί σε όλες τις χώρες στις 2 Απριλίου, η επακόλουθη μείωσή τους μετά την αναταραχή στις αγορές στο 10% για 90 ημέρες, μαζί με τον κύκλο αντιποίνων μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, που οδήγησαν σε απαγορευτικούς δασμούς και από τις δυο πλευρές.

Έχουμε επίσης δει πτώση στις τιμές των μετοχών, μεγάλη μεταβλητότητα στις αγορές και, ακόμα πιο ανησυχητικό, την πτώση του δολαρίου, ακόμα και ενώ αυξάνονταν οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων. Φαίνονταν σαν το κεφάλαιο να είχε αρχίσει να φεύγει από τις ΗΠΑ. Δεν είναι λοιπόν περίεργο που ο Τραμπ έκανε πίσω. Ενώ «δασμολογούσε» τον κόσμο, θα έπρεπε να γνώριζε πως οι ξένοι διακρατούσαν αμερικανικά ομόλογα 8,5 τρισ. δολαρίων στο τέλος του 2024, σχεδόν το ένα τέταρτο του συνολικού δημοσίου χρέους.
Ο τρόπος που ο Τραμπ διαχειρίζεται τον εμπορικό του πόλεμο εγείρει ακόμα μεγαλύτερες ανησυχίες από τα οικονομικά του ίδιου του προστατευτισμού. Ναι, οι δασμοί είναι κακά εργαλεία πολιτικής: επιβάλλουν μια ισχυρή προκατάληψη της εγχώριας αγοράς στην παραγωγή εμπορεύσιμων αγαθών και υψηλή φορολογία -έμμεση (μέσω ανατίμησης της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας) και άμεση (μέσω υψηλότερων τιμών παραγωγής) – στις εξαγωγές.
Ωστόσο, ακόμα πιο σοβαρό από αυτό είναι ο τρόπος με τον οποίον χρησιμοποιούνται τώρα. Οι δασμοί είναι φόροι. Τη δεκαετία του 1970, το Κογκρέσο παραχώρησε απερίσκεπτα στον πρόεδρο την εξουσία να επιβάλλει αυτούς τους φόρους κατά βούληση, ως απάντηση σε μια «έκτακτη ανάγκη», έστω και φανταστική. Αυτή είναι μια κλασική περίπτωση δεσποτισμού. Τώρα, όπως είναι αναμενόμενο, ο Τραμπ εκμεταλλεύεται αυτή την εξουσία για να δημιουργήσει χάος. Κανένας δεν μπορεί λογικά να πιστεύει πως αυτό θα επαναβιομηχανοποιήσει τις ΗΠΑ. Μάλλον θα παραλύσει τις επιχειρήσεις, θα αυξήσει τις τιμές και θα επιβραδύνει την οικονομία.

Η αποφυγή ενός τέτοιου χάους ήταν ένα από τα οφέλη του τερματισμού της αυθαίρετης εξουσίας. Μέχρι το τέλος του 17ου αιώνα, το βρετανικό κράτος απέκτησε την ικανότητα να δανείζεται τεράστια ποσά μακροπρόθεσμα και φθηνά. Αυτό ήταν καρπός εμπιστοσύνης. Ήταν ένα από τα θεμέλια της άνθισης της χρηματοοικονομικής τον 18ο και 19ο αιώνα. Αυτό με τη σειρά του ήταν ένα ισχυρό κίνητρο για τη βιομηχανική επανάσταση και την επακόλουθη άνοδο της ευημερίας.
Οι απρόβλεπτοι δεσπότες δημιουργούν σπατάλη, φόβο και διάχυτη αβεβαιότητα. Αυτά είναι εχθροί της ευημερίας. Οι συνεχώς μεταβαλλόμενοι εμπορικοί πόλεμοι του Τραμπ και η καταστροφή του παγκόσμιου εμπορικού συστήματος το αποδεικνύουν αυτό τώρα.

Τώρα οι ΗΠΑ υποτίθεται πως θα καταλήξουν σε εμπορικές συμφωνίες με περισσότερες από 180 χώρες μέσα σε περίπου 84 ημέρες. Αυτό είναι γελοίο. Ακόμα και αν υπάρξουν «συμφωνίες», θα κρατήσουν; Θα πρέπει να αμφιβάλλουμε.
Μπορούν οι επιχειρήσεις να σχεδιάσουν μακροπρόθεσμες επενδύσεις εν μέσω του χάους που βλέπουν; Οι επιχειρήσεις, άλλωστε, πρέπει να σκέφτονται σε όρους ετών και όχι ημερών. Με την κομματική της γραφειοκρατία, η Κίνα του Σι Τζινπίνγκ παρέχει τώρα περισσότερη προβλεψιμότητα για τις επιχειρήσεις απ’ ότι οι ΗΠΑ. Αυτό είναι σοκαριστικό. Είναι επίσης σκανδαλώδες. Ο κόσμος που υποστήριξε τον Τράμπ θα έπρεπε να ξέρει πως, αν ήταν απόλυτα απελευθερωμένος, ήταν βέβαιο πως θα έσπερνε χάος.
Η λατρεία του «ισχυρού άνδρα» είναι μια αιώνια ανοησία. Γνωρίζουμε πως δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε σε κανέναν την απόλυτη εξουσία, πόσο μάλλον στους δημαγωγούς που την επιδιώκουν.
Το ένα καλό που επιτυγχάνουν οι εμπορικές πολιτικές του Τραμπ είναι πως το καταδεικνύουν αυτό για μια ακόμα φορά. Είναι προάγγελοι του χάους. Η πρόκληση του κόσμου είναι να επιβιώσει της τρέλας. Για τις ΗΠΑ, η πρόκληση είναι να της βάλουν τέλος.
© The Financial Times Limited 2025. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation