Ο αρχικός προτεινόμενος προϋπολογισμός του «Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας» (2021-26) του Ιουλίου 2021, ανερχόταν στα 31,5 δισ. ευρώ. Με την αναθεώρηση τον Δεκέμβριο του 2023 κατέληξε στα 35,95 δισ. ευρώ. Από αυτά τα 18,22 δισ. ευρώ αναφερόταν σε επιχορηγήσεις και τα 17,73 δισ. ευρώ σε χαμηλότοκα δάνεια.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του κρατικού προϋπολογισμού των ετών 2021-2025 και τα όσα καταγράφονται στην Εισηγητική Έκθεση του υπουργού Οικονομικών του 2026 (σελίδες 157-58) διαπιστώνεται το εξής:
Από τους πίνακες του κρατικού προϋπολογισμού και ιδιαίτερα τις προβλέψεις των μεταβιβάσεων-εσόδων (επιχορηγήσεων) που αναφέρονται στον εν λόγω «Μηχανισμό» βλέπουμε ότι κατά την περίοδο 2021-25 τα ποσά που προβλέπονταν να εισρεύσουν στα Ταμεία του κράτους ανέρχονταν σε 15,8 δισ. ευρώ.
Παρακολουθώντας όμως την εξέλιξη αυτής της πρόβλεψης και βλέποντας τις πραγματικές εισροές, διαπιστώνεται ότι το σύνολο αυτό ανέρχεται σε 12,2 δισ. ευρώ. Αν θεωρήσουμε ότι θα επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις του 2026 (προβλεπόμενα έσοδα 5,9 δισ. ευρώ) τότε μόνο το σύνολο των ποσών ως το 2026, της περιόδου λήξης του προγράμματος, θα ανέλθει σε 18,1 δισ. ευρώ.
Ως προς το σκέλος των δανείων, από τα πρώτα 290 περίπου επενδυτικά σχέδια, τα 167 προέρχονται από Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις,(ΜμΕ) συνολικού ύψους περίπου μόνο 2,25 δισ. ευρώ σε σύνολο 17,7 δισ. ευρώ δανείων!
Η πρόσβαση των ΜμΕ σε δάνεια αυτής της μορφής είναι άκρως περιορισμένη καθώς εξαρτάται από την αξιολόγηση των επενδυτικών σχεδίων και του προφίλ τους από τις τράπεζες κατά κύριο λόγο όπως και και τις λοιπές δυσκολίες που προτάσσονται από αυτές.
Η απορροφητικότητα των πόρων του «Μηχανισμού Ανάκαμψης» είναι το πρώτο σκέλος του προγράμματος. Η αποτελεσματικότητα είναι το δεύτερο σκέλος. Δυστυχώς διαπιστώνεται, για ακόμη μια φορά, ότι δεν αποφεύχθηκαν επιλογές χαμηλής προτεραιότητας με ισχνές πολλαπλασιαστικές επιπτώσεις. Ενδεικτικά παραθέτουμε ένα παράδειγμα.
Όλοι είδαμε διαφημίσεις στην τηλεόραση για ένα πρόγραμμα με αναφορά την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, που ενισχύθηκε από τον «Μηχανισμό Ανάκαμψης». Και ερωτάται κάθε εχέφρων άνθρωπος: Με το πανδαιμόνιο των πληροφοριών που κυκλοφορούν στο Διαδίκτυο και στα προγράμματα της τεχνικής νοημοσύνης (προσβάσιμα σε όλους και χωρίς κόστος) είναι τόσο απαραίτητο να δίνονται χρήματα για τη διαφήμιση και για την υλοποίηση ενός προγράμματος με θέμα την παχυσαρκία;
Και φυσικά δεν είναι το μόνο πρόγραμμα ως εκφραστής τέτοιας μορφής επιχορηγήσεων, που μειώνουν την αποτελεσματικότητα με τελικό απόηχο την ασθενή αύξηση του ΑΕΠ.
Όλα χρειάζονται σε μια οικονομία, ουδείς το αμφισβητεί αυτό! Αλλά σε κάθε οικονομία υπάρχουν προτεραιότητες. Στη δική μας, που χαρακτηρίζεται από μια μοναδική αποβιομηχάνιση και κάμψη της αγροτικής παραγωγής, οι κύριες προτεραιότητες οφείλουν να στρέψουν το βλέμμα τους προς τα εκεί. Όταν ένα τέτοιο πρόγραμμα 35,9 δισ. ευρώ, δεν προτάσσει τις κύριες αδυναμίες της χώρας με σκοπό τη θεραπεία τους, τότε η προοπτική της δεν είναι ανθηρή.
Και αυτό φαίνεται και στις μελλοντικές μεσοπρόθεσμες προβλέψεις αύξησης του ΑΕΠ. Η αύξηση του ΑΕΠ εκτιμάται από ΔΝΤ, ΟΟΣΑ και Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι θα κυμανθεί, το 2025 από 2% ως 2,3%, το 2026 από 1,8% ως 2,2%, το 2027 από 1,7% ως 1,8% και μετά το 2027 από 1,2% ως 1,5%. Αυτή η πτωτική τάση αντανακλά τις ανεπαρκείς επιλογές των αναπτυξιακών προγραμμάτων της χώρας και ό,τι σχετίζεται με αυτές.
Κλείνοντας, τονίζονται δύο άλλες εξελίξεις που διαπιστώνονται στην Εισήγηση Έκθεση του υπουργού και τον κρατικό προϋπολογισμό του 2026. Πρώτη δυσάρεστη εξέλιξη αναφέρεται στο έλλειμμα του εμπορικού μας ισοζύγιο. Με τα τελικά στοιχεία του 2024 διαπιστώνεται ότι το έλλειμμα αυτό έχει εκτιναχθεί στο 15% του ΑΕΠ της χώρας.
Έχοντας υπόψη τα στοιχεία του οκταμήνου του 2025 και τις προβλέψεις για την αύξηση του ΑΕΠ, το ποσοστό αυτό θα είναι κάπως μικρότερο (εκτίμηση στο 12-13%) για το τρέχον έτος, αλλά εξακολουθεί να είναι υπέρογκο. Να υπενθυμίσουμε ότι ο πρόεδρος Τραμπ τάραξε όλο τον πλανήτη με τους δασμούς εισαγωγής που επέβαλε, έχοντας οι ΗΠΑ ένα εμπορικό έλλειμμα, ως ποσοστό του ΑΕΠ, της τάξης του 3,9%.
Δεύτερη εξέλιξη. Οι προβλέψεις της Εισηγητικής Έκθεσης, του Νοεμβρίου του 2024 για το 2025 σε, ΑΕΠ, επενδύσεις, και εξαγωγές ήταν πολύ καλύτερες από τις εκτιμήσεις, όπως αυτές καταγράφονται στη νέα Εισηγητική Έκθεση του υπουργού και για τον κρατικό προϋπολογισμό του 2026. (2025, αυξήσεις: ΑΕΠ πρόβλεψη 2,3%, εκτίμηση 2,2%, Επενδύσεις, πρόβλεψη 8,4%, εκτίμηση 5,7%, εξαγωγές, πρόβλεψη 4%, εκτίμηση 2,2%).
Κινητήρια δύναμη αύξησης του ΑΕΠ στην χώρα είναι η ιδιωτική κατανάλωση και ακολουθούν οι επενδύσεις και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών. Η ιδιωτική όμως κατανάλωση ενισχύει τις εισαγωγές αγαθών. Ως προς τις εξαγωγές των αγαθών παρατηρείται σημαντική κάμψη από το 2022 ως σήμερα.
Η προοπτικές της Ελληνικής οικονομίας δεν ηχούν λοιπόν ευοίωνες. Έχουν χαθεί δεκάδες ευκαιρίες (ΕΣΠΑ, Μηχανισμός Ανάκαμψης κ.λπ) ικανές να οικοδομήσουν έναν παραγωγικό ιστό μέσω επενδύσεων με ισχυρές πολλαπλασιαστικές επιπτώσεις στην οικονομία.
Από τα ΕΣΠΑ έχουμε λάβει κατά την περίοδο 2000-2020, 72,5 δισ. ευρώ ενώ το ΕΣΠΑ της περιόδου 2021-27 έχει προϋπολογισμό 26,2 δισ. ευρώ. Προσθέτοντας και τα 18,8 δισ. ευρώ των επιχορηγήσεων και τα 17,7 δισ. χαμηλότοκων δανείων του «Μηχανισμού Ανάκαμψης», το συνολικό ποσό ανέρχεται γύρω στα 135 δισ. ευρώ περίπου! Και δεν είναι φυσικά μόνο αυτοί οι εισερχόμενοι πόροι από την Ε.Ε.
Παρόλα αυτά, η οικονομία καταγράφει χαμηλές επιδόσεις, εξέλιξη που δείχνει τις ακατάλληλες κατευθύνσεις δεκαετιών. Οι υποδομές από μόνες τους δεν χαρίζουν την επιθυμητή ανάπτυξη. Και όταν στους υπερσύγχρονους αυτοκινητόδρομους δεν κυκλοφορούν πολλά φορτηγά, αυτό είναι μια απλή ένδειξη της ασθενούς μεγέθυνσης της οικονομίας.
* Ο Δημήτρης Μάρδας είναι Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.