Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Financial Times: Περιττή πράξη αυτοτραυματισμού το Brexit

Με το κύριο άρθρο της, η εφημερίδα παίρνει θέση υπέρ της παραμονής. Ζητά να μη γίνει η Μεγάλη Βρετανία «μικρή Αγγλία». Το ρίσκο του Κάμερον και τα ψέματα της καμπάνιας «Leave». Ο φόβος της Τουρκίας και η... Κωνσταντινούπολη.

Financial Times: Περιττή πράξη αυτοτραυματισμού το Brexit

Σε επτά ημέρες, ο βρετανικός λαός θα αποφασίσει. Το δημοψήφισμα για τη συμμετοχή στην ΕΕ σηματοδοτεί μια ιστορική στιγμή. Αυτό που διακυβεύεται είναι η συχνά προβληματική σχέση της Βρετανίας με την Ευρώπη, αλλά επίσης και η συνοχή της Δύσης. Ψήφος υπέρ της αποχώρησης θα ήταν αμετάκλητη, ένα οδυνηρό πλήγμα στη φιλελεύθερη παγκόσμια τάξη της περιόδου από το 1945 και μετά.

Το ρίσκο του Ντέιβιντ Κάμερον με το δημοψήφισμα αποδείχτηκε άκαρπη προσπάθεια να γεφυρωθούν οι διχασμοί στους κόλπους του Συντηρητικού κόμματος. Η εκστρατεία έχει διχάσει τη χώρα. Τα συναισθήματα έχουν επισκιάσει τα γεγονότα. Οι αναγεννημένοι λαϊκιστές διαμαρτύρονται κατά του καθεστώτος. «Ο λαός αυτής της χώρας έχει μπουχτίσει στους ειδικούς», δηλώνει ο Μάικλ Γκόουβ, ηγέτης της καμπάνιας υπέρ του Brexit, υπουργός Δικαιοσύνης (και πρώην υπουργός Παιδείας).

Αυτή η εφημερίδα έχει υποστηρίξει τη βρετανική συμμετοχή στην ΕΕ από την αρχή, το 1973. Οι Financial Times δεν είναι υπέρ της συμμετοχής στη νομισματική ένωση. Δεν έχει λογική οικονομικά. Αλλά η επιλογή της μη συμμετοχής στο ευρώ είναι κάτι διαφορετικό από την επιλογή της μη συμμετοχής στην ΕΕ, κάτι που θα έπληττε σοβαρά τη βρετανική οικονομία. Η εποικοδομητική εμπλοκή είναι ζωτικής σημασίας, όταν η Ευρώπη αντιμετωπίζει απειλές από τον ισλαμικό εξτρεμισμό, τη μετανάστευση, τον επεκτατισμό της Ρωσίας και την κλιματική αλλαγή. Αυτά τα προβλήματα μόνο συλλογικά μπορούν να αναχαιτιστούν.

Η καμπάνια του δημοψηφίσματος είναι μια μάχη μεταξύ αντίπαλων αξιών: μεταξύ του φιλελεύθερου διεθνισμού και ενός αδύναμου εθνικισμού, μεταξύ ενός ανοικτού εμπορικού συστήματος και της περιθωριοποίησης. Γι' αυτό τον λόγο οι σύμμαχοι της Βρετανίας, από την Αυστραλία μέχρι την Ιαπωνία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, έχουν ομόφωνα υποστηρίξει την καμπάνια Remain -και γι' αυτό η Μαρίν Λεπέν και ο Ντόναλντ Τραμπ προτιμούν το Brexit.

To debate έχει σταθεί θλιβερά «ανταγωνιστικό». Τα οικονομικά κόστη της αποχώρησης είναι πράγματι σημαντικά, αλλά το στρατόπεδο Remain έχει ενδώσει στην «οικονομική κινδυνολογία». Η καμπάνια Leave έχει υπάρξει επιφανειακά πατριωτική, στην ουσία ανειλικρινής. Η Βρετανία δεν συνεισφέρει το καθαρό ποσό των 350 εκατ. στερλινών την εβδομάδα στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό. Η εξοικονόμηση δεν θα πάει αυτόματα στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Η Τουρκία έχει τόσες πιθανότητες να μπει στην ΕΕ μέχρι το 2020, όσες και η Κωνσταντινούπολη να ξαναγίνει η πρωτεύουσα μιας αναστημένης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Σίγουρα, η προσοχή της Leave στη μετανάστευση έχει απήχηση στους ψηφοφόρους. Αυτό μπορεί να δικαιολογεί τη μικρή ψαλίδα στις δημοσκοπήσεις, στον βαθμό που το Brexit αποτελεί πραγματικό κίνδυνο. Η εισροή μεταναστών από την Ευρώπη, πολύ μεγαλύτερη από ό,τι προέβλεπαν οι διαδοχικές κυβερνήσεις, έχει προκαλέσει φόβο για τις θέσεις εργασίας, τις δημόσιες υπηρεσίες και τη βρετανική ταυτότητα. Το «πάρτε πίσω τον έλεγχο» στο όνομα της δημοκρατίας αποτελεί δελεαστικό σύνθημα στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Ο κ. Κάμερον δεν έχει ακόμη προσφέρει μια επαρκή απάντηση.

Έχει προστεθεί σε μια μακρά σειρά Βρετανών πρωθυπουργών, περιλαμβανομένων της Μάργκαρετ Θάτσερ και του Τόνι Μπλερ, οι οποίοι δεν έχουν καταφέρει να εξηγηθούν με τον βρετανικό λαό. Η συμμετοχή στην ΕΕ και -αυτό είναι κρίσιμης σημασίας- στην κοινή ευρωπαϊκή αγορά συνεπάγεται μια κάποια μεταφορά κυριαρχίας με αντάλλαγμα ένα ουσιαστικό κέρδος σε ισχύ, στο πλαίσιο ενός ευρύτερου συνόλου. Η ανταμοιβή είναι αδιαμφισβήτητη.

Από τη στιγμή που η Βρετανία προσχώρησε στην ΕΕ το 1973, το πραγματικό κατά κεφαλήν ακαθάριστο εγχώριο προϊόν έχει αναπτυχθεί γρηγορότερα από αυτό της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ιταλίας. Οι μεταρρυθμίσεις της Θάτσερ στην εργασία και η ανεξαρτησία της Τράπεζας της Αγγλίας ήταν επίσης ζωτικής σημασίας. Αλλά η συμμετοχή στην κοινή αγορά έχει σταθεί μαγνήτης για τις ξένες άμεσες επενδύσεις, χρηματοδοτώντας ένα διογκωμένο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και διασφαλίζοντας τις θέσεις εργασίας των Βρετανών.

Η «Leave» δεν έχει καταφέρει να περιγράψει με σαφήνεια τους σοβαρούς κινδύνους της ζωής εκτός ΕΕ. Ο Μπόρις Τζόνσον, πρώην δήμαρχος του Λονδίνου που έχει βάλει στο μάτι τη θέση του κ. Κάμερον, επικαλείται μια νεοανακαλυφθείσα ελευθερία χωρίς τους σχολαστικούς κανόνες της κοινής αγοράς. Με ένα άλμα, η Βρετανία θα γίνει η Βενετία του 21ου αιώνα.

Στον πραγματικό κόσμο, θα αναγκαστεί να επανακαθορίσει ριζικά τη σχέση της με την ΕΕ. Μια συμφωνία παρόμοια με εκείνη της Νορβηγίας, θα απαιτούσε πληρωμές στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό και την αποδοχή της ελεύθερης μετακίνησης των εργαζομένων. Η συμφωνία της Ελβετίας είναι ακόμη πιο περίπλοκη. Ο κ. Γκόουβ επικαλείται ένα μοντέλο πιο κοντά σε αυτά της Αλβανίας, της Βοσνίας, της Σερβίας και της Ουκρανίας, κάτι άξιο χλευασμού. Η εναλλακτική -βάσει των κανόνων του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου- θα περιλάμβανε δασμούς στα βρετανικά αγαθά, μια ανεπαρκή συμφωνία στις υπηρεσίες (κρίσιμης σημασίας για το Σίτι) και χρόνια διαπραγματεύσεων. Η Βρετανία θα κατέληγε να αποδέχεται κανόνες αντί να δημιουργεί κανόνες.

Η θέση της Βρετανίας στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης της επέτρεψε να κερδίσει σε σημαντικές διαμάχες στις Βρυξέλλες: στο ελεύθερο εμπόριο, στη φιλελευθεροποίηση των αεροπορικών ταξιδιών και των τηλεπικοινωνιών και στην επέκταση της ΕΕ στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη. Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει διαμορφώσει τη συμμετοχή του βάσει των αναγκών του, διασφαλίζοντας το δικαίωμα της «μη συμμετοχής» στο ευρώ και την κατάργηση των συνοριακών ελέγχων βάσει της Σένγκεν. Διατηρεί τον έλεγχο του φόρου εισοδήματος και της εταιρικής φορολογίας. Η παιδεία, οι δεξιότητες και μια στρεβλή αγορά κατοικιών είναι που καθυστερούν τη βρετανική οικονομία, όχι μια ευρωπαϊκή γραφειοκρατία στο μέγεθος του δημοτικού συμβουλίου του Μπέρμιγχαμ.

Σε μια ΕΕ πολλών ταχυτήτων και επιπέδων, το ευρωπαϊκό υπερκράτος είναι χίμαιρα. Υποστηρικτές του Brexit όπως ο Νάιτζελ Φάρατζ, ηγέτης του κόμματος Ανεξαρτησίας, βλέπουν την αποχώρηση της Βρετανίας ως επιδέξια κίνηση σαμποτάζ, επισπεύδοντας τον κατακερματισμό της ΕΕ. Για ποιο λόγο; Είτε μείνει, είτε φύγει, η Βρετανία θα πληρώσει βαρύ τίμημα. Το Brexit θα επανεισήγαγε τα σύνορα μεταξύ Βορρά και Νότου στην Ιρλανδία. Θα έθετε σε κίνδυνο την εδαφική ακεραιότητα του Ηνωμένου Βασιλείου, ιδιαίτερα αν μια Σκοτία που επιθυμεί την ανεξαρτησία της, ψηφίσει σαρωτικά υπέρ της παραμονής. Θα πυροδοτούσε μια πολιτική κρίση στη Βρετανία -ο κ. Κάμερον οπωσδήποτε θα αποχωρούσε- και θα ξυπνούσε τα φαντάσματα του εθνικισμού στην Ευρώπη.

Η επιχειρηματολογία υπέρ της παραμονής στην ΕΕ είναι εύκολη. Η εγκατάλειψη του ιδανικού της εποικοδομητικής μεταρρύθμισης σε μια ομολογουμένως ελαττωματική ΕΕ θα ήταν τουλάχιστον ηττοπαθής. Θα ήταν μια ανώφελη πράξη αυτοκαταστροφής. Οι επιχειρηματικοί ηγέτες έχουν την υποχρέωση να σκιαγραφήσουν το κόστος της εξόδου, πριν να είναι πολύ αργά.

Το 1975, όταν η κυβέρνηση των Εργατικών ζήτησε δημοψήφισμα για τη συμμετοχή της Βρετανίας στην ΕΟΚ, οι FT απέρριψαν την ιδέα μιας Βρετανίας ως «περιορισμένο, μικρό νησί, που ζητά καταφύγιο σε μια πολιορκητική οικονομία, επιλέγοντας να απέχει από την πορεία που ακολουθεί η παγκόσμια πολιτική».

Αυτό το αίσθημα παραμένει ηχηρό και σήμερα. Δεν υπάρχει περιθώριο να επιστρέψουμε στη Μικρή Αγγλία. Είμαστε η Μεγάλη Βρετανία. Έχουμε να συνεισφέρουμε σε έναν πιο εύπορο και ασφαλή κόσμο. Θα πρέπει να ψηφίσουμε να παραμείνουμε.

© The Financial Times Limited 2016. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v