Η Κίνα, έμαθε το ελαιόλαδο από την Αλβανία το 1964 όταν ο Zhou Enlai μετέφερε 10.000 δενδρύλλια από τα Τίρανα. Όμως παρά τις σημαντικές προσπάθειες καλλιέργειας σε Gansu, Sichuan και Yunnan, η χώρα καλύπτει μόλις το 0,36% της παγκόσμιας παραγωγής. Ενώ η κατανάλωση παραμένει χαμηλή, μόλις 0,03 λίτρα ετησίως ανά άτομο, όταν στην Ελλάδα ξεπερνά τα 12 λίτρα.
Υπάρχει, όμως, προοπτική. Πέρυσι το μέγεθος της κινεζικής αγοράς ελαιόλαδου ξεπέρασε τα 8 δισ. γουάν (περίπου 1 δισ. ευρώ), με το 91% να καλύπτεται από εισαγωγές. Στο παιχνίδι αυτό, η Ισπανία εμφανίζεται ως απόλυτη κυρίαρχος. Με μαζική παραγωγή, καλά οργανωμένα logistics και επιθετικό branding, οι Ισπανοί κατέχουν 84% του συνόλου των εισαγωγών. Στη δεύτερη θέση οι Ιταλοί που έχουν χτίσει την τέλεια εικόνα σε μια αγορά όπου το 70% του ελαιολάδου αγοράζεται ως δώρο.
Από την άλλη, πλευρά η εικόνα για τις εξαγωγές ελληνικού έξτρα παρθένου ελαιόλαδου είναι εντελώς διαφορετική. Το 2024 εξήγαγε στην Κίνα μόλις 62.000 κιλά, αξίας 705.000 ευρώ ποσότητα που, σε σχέση με τα 10 εκατ. κιλά της Ισπανίας και το 1,78 εκατ. κιλά της Ιταλίας, μοιάζει σταγόνα στον ωκεανό. Τη στιγμή που οι προβλέψεις θέλουν την κατανάλωση να ξεπερνά τα 10 δισ. RMB εφέτος και να αγγίζει τα 15 δισ. RMB ως το 2030, με διψήφιο ρυθμό ανάπτυξης.
Η εικόνα, με βάση τα στοιχεία του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της Σαγκάης, γίνεται πιο αποκαλυπτική αν κοιτάξει κανείς τα στοιχεία διαχρονικά. Από το 2020 μέχρι το 2024, οι ελληνικές εξαγωγές υποχώρησαν από 257 χιλιάδες κιλά σε μόλις 71 χιλιάδες. Όμως την ίδια περίοδο η τιμή από 5,18 ευρώ το κιλό που ήταν το 2020 ξεπέρασε τα 11 ευρώ το 2024. Με άλλα λόγια, πουλάμε λιγότερο, αλλά πολύ ακριβότερα.
Το ερώτημα είναι αν η premium τιμή θα φέρει premium θέση στο τραπέζι των Κινέζων. Μέχρι σήμερα κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί.
Ποιος είναι όμως ο Κινέζος καταναλωτής; Πρόκειται για νέους 25–43 ετών, μεσαία και ανώτερη τάξη, που ζει σε πόλεις όπως το Πεκίνο, η Σαγκάη, η Σενζέν. Για αυτούς το ελαιόλαδο είναι υγεία και status. Το αγοράζουν για την αντιοξειδωτική του δράση, για να δείξουν πολίτες του κόσμου, αλλά και ως δώρο πολυτελείας.
Δεν είναι τυχαίο ότι σχεδόν το 70% των αγορών γίνεται μέσα από e-commerce πλατφόρμες, με Tmall και JD να κυριαρχούν. Θέλουν μικρές, καλαίσθητες συσκευασίες, με κινεζική ετικέτα, QR code για ιχνηλασιμότητα και πιστοποιήσεις. Θέλουν να καταλαβαίνουν τη διαφορά ανάμεσα σε έξτρα παρθένο, παρθένο και εξευγενισμένο. Και θέλουν και την ιστορία πίσω από το προϊόν.
Εκτός όμως από την άμεση κατανάλωση το προϊόν χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο σε καλλυντικά και φαρμακευτικά προϊόντα, με εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για μια υπο-αγορά που θα φτάσει τα 3 δισ. γιουάν μέχρι το τέλος της δεκαετίας.