Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Τα κρυμμένα μυστικά της πανδημίας

Ποια κρίσιμα δεδομένα κρατούνται επιμελώς μακριά από το φως της δημοσιότητας. Τα ερωτήματα από την ηλικιακή κατανομή στις ΜΕΘ και τους εμβολιασμούς. Γράφει ο Β. Τσαουσίδης.

Τα κρυμμένα μυστικά της πανδημίας
  • Του Βασίλη Τσαουσίδη*

Είχαμε επισημάνει από την αρχή της πανδημίας, τη σημασία των ανοιχτών δεδομένων. Η παρακολούθηση και διαχείριση της πανδημίας είναι στην ουσία μια σειρά πολιτικών αποφάσεων, στη βάση κάποιων επιστημονικών δεδομένων. Η ευθύνη των επιστημόνων είναι να αξιολογήσουν σωστά τα δεδομένα και η ευθύνη της πολιτείας είναι να διαχειριστεί την κρίση προς όφελος των πολιτών. Οι συνέπειες μιας ενδεχόμενης αποτυχίας των μεν ή των δε, είναι αυτονόητες, οι αποφάσεις τους κρίσιμες και η ευθύνη τους τεράστια.

Η επιστημονική κοινότητα δε δουλεύει με κλειστές πόρτες και μυστικές αποφάσεις αλλά με διάλογο και επιχειρήματα. Η βάση των αποφάσεων -τα αντικειμενικά στοιχεία- είναι τα πρωτογενή δεδομένα, και στη συνέχεια διαμορφώνονται οι επιστημονικές απόψεις και οι πολιτικές επιλογές, από την επεξεργασία τους. Τα πρωτογενή δεδομένα με τα οποία μπορούμε να αξιολογήσουμε το έργο της πολιτείας και της επιστημονικής επιτροπής, λείπουν. Για την ακρίβεια, είναι κρυμμένα επιμελώς. Πόσοι ασθενείς δε βρίσκουν κλίνες; Πόσοι πεθαίνουν εκτός ΜΕΘ; Γίνεται διαλογή ασθενών; Ποιοι εμβολιάστηκαν κατά προτεραιότητα; Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα αποτελούν για τους πολίτες τα κριτήρια για να αξιολογήσουν αν η πολιτεία έκανε σωστά τη δουλειά της.

Τα στοιχεία αυτά υπάρχουν. Απλώς δε δίνονται στη δημοσιότητα. Με λίγα λόγια, τα στοιχεία που είναι κατάλληλα για να αξιολογηθεί το έργο της πολιτείας, η πολιτεία δεν τα δίνει στη δημοσιότητα. Αυτό δημιουργεί μια δικαιολογημένη καχυποψία στους πολίτες, καθώς γνωρίζουν εκ πείρας ότι η αδιαφάνεια δεν είναι πάντα αποτέλεσμα γραφειοκρατικής αμέλειας.

Με αυτά τα δεδομένα, είμαστε αναγκασμένοι να εντοπίσουμε από δευτερογενή δεδομένα δείκτες που απεικονίζουν τα κρίσιμα στοιχεία που λείπουν. Τέτοιοι δείκτες είναι η απόσταση ανάμεσα στον ρυθμό θανάτων και την πληρότητα των ΜΕΘ και η ηλικιακή κατανομή των ασθενών στις ΜΕΘ.

Με βάση τον πρώτο δείκτη τεκμηριώσαμε τις παρατηρήσεις μας για το κρίσιμο θέμα των θανάτων εκτός ΜΕΘ. Ο δεύτερος δείκτης είναι κατάλληλος, για να αξιολογηθούν δύο παραμέτροι: (ι) αν είναι διαχειρίσιμη η πίεση που δέχεται το σύστημα υγείας ή γίνεται διαλογή ασθενών και (ιι) αν εφαρμόζεται το πρωτόκολλο προτεραιοποίησης και τι αποτελέσματα έχει ο σχεδιασμός των εμβολιασμών.

Αποτυπώνεται επαρκώς στο διάγραμμα που παραθέτουμε ότι υπάρχει μια φυσιολογική ηλικιακή αναλογία των ασθενών στις ΜΕΘ σε περίοδο ομαλότητας: περίπου τα 2/3 ανήκουν στην ηλικιακή ομάδα των 65+ και το 1/3 στην ηλικιακή ομάδα των 40-64. Αυτή η αναλογία είναι αποτέλεσμα της πιθανότητας να νοσήσει κάποιος σοβαρά ανάλογα με την ηλικιακή ομάδα στην οποία ανήκει, σε συνδυασμό με την ηλικιακή κατανομή του πληθυσμού στη χώρα μας.

Παρατηρούμε ότι την περίοδο της μεγάλης πίεσης το σύστημα δεν ανταποκρίνεται πλέον στις απαιτήσεις νοσηλείας. Ακριβώς επειδή αδυνατεί να εξυπηρετήσει όλους τους νοσούντες, εξυπηρετεί αναλογικά περισσότερο τους νεότερους. Τότε, η αναλογία στις ΜΕΘ αλλάζει συντριπτικά (15 Νοεμβρίου) και από 2/3 προς 1/3 γίνεται μισό-μισό. Αυτό είναι μια σοβαρή ένδειξη ότι το σύστημα υγείας κατέρρευσε και η κατάρρευση είχε καταστροφικές συνέπειες. Οφείλουμε να παρατηρήσουμε ότι, όταν το σύστημα κατέρρεε, τα πρωτογενή δεδομένα που ήταν διαθέσιμα δεν έδειχναν ότι είχε καταρρεύσει. Έπρεπε να το ανακαλύψουμε μόνοι μας.

Πλέον παρακολουθούμε με αγωνία την εξέλιξη των εμβολιασμών, εκτιμώντας - σωστά κατά τη γνώμη μου - ότι οι εμβολιασμοί θα ανακόψουν την πορεία της πανδημίας, και οπωσδήποτε την πορεία των θανάτων. Είχαμε επισημάνει, μήνες πριν, ότι το 10% των εμβολιασμών μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να μειωθεί κατά 90% το ποσοστό των θανάτων. Πράγματι, οι ευάλωτες ηλικιακές ομάδες των 75+ αποτελούν περίπου το 10% του πληθυσμού και από αυτόν τον πληθυσμό προέρχεται η συντριπτική πλειονότητα των θανόντων. Έχουμε επίσης επισημάνει ότι ο δείκτης που παρακολουθεί τον ρυθμό εμβολιασμών από μόνος του δεν αρκεί: ο υψηλός ρυθμός εμβολιασμών δεν έχει απαραίτητα ως άμεσο αποτέλεσμα τη μείωση των θανάτων. Αν αυτό το τελευταίο αποτελεί τον άμεσο στόχο, τότε ο δείκτης που πρωτίστως πρέπει να παρακολουθεί κάποιος είναι ο ρυθμός εμβολιασμού των ηλικιωμένων και ευπαθών ομάδων.

Όμως, και πάλι, η ηλικιακή κατανομή των εμβολιασμένων, ενώ υπάρχει, δεν είναι διαθέσιμη δημόσια. Έτσι, είμαστε υποχρεωμένοι να συνάγουμε τα πρώτα συμπεράσματά μας από τα δευτερογενή στοιχεία – και εν προκειμένω από την διακύμανση της ηλικιακής αναλογίας στις ΜΕΘ. Αυτή, θα περιμέναμε να είχε ανατραπεί προς όφελος των ηλικιωμένων, με δεδομένο ότι αποκτούν προτεραιότητα στους εμβολιασμούς και άρα το ποσοστό αυτής της ομάδας που αποκτά ανοσία μειώνει προοδευτικά την πιθανότητα να νοσήσουν τα μέλη της.

Αυτή η μείωση θα έπρεπε να έχει ήδη αποτυπωθεί στην κόκκινη καμπύλη, η οποία θα έπρεπε να παρουσιάζει σαφή κάμψη. Αυτό όμως, δεν συμβαίνει. Και με δεδομένο ότι η αποτελεσματικότητα των εμβολίων έχει ήδη αποδειχτεί, το συμπέρασμα είναι ότι η ηλικιακή κατανομή των εμβολιασμένων δεν ευνοεί την ηλικιακή ομάδα 65+. Αντίθετα, παρατηρείται (15 Φεβρουαρίου) μια προσωρινή βελτίωση της ηλικιακής ομάδας 40-64 που ενδέχεται να συνδέεται με τον κατά-προτεραιότητα εμβολιασμό των υγειονομικών, που ανήκαν όλοι στην ηλικιακή ομάδα κάτω των 65.

Επιβεβαιώνεται από τα στοιχεία των εμβολιασμών που αναλύσαμε ότι μέχρι τις 5 Μαρτίου και με την προϋπόθεση ότι τουλάχιστον 1 στους 4 ηλικιωμένους δέχεται να εμβολιαστεί, θα έπρεπε να έχει εμβολιαστεί έστω με την πρώτη δόση το 25% τουλάχιστον της ηλικιακής ομάδας 65+ έναντι περίπου 5% της ηλικιακής ομάδας 40-64, με βάση τη στατιστική αναλογία τους στον συνολικό πληθυσμό. Αυτό όμως, αν είχε συμβεί, θα ήταν αδύνατο σήμερα, τρεις εβδομάδες μετά (επαρκής χρόνος ανοσίας) να μην έχει αποτυπωθεί στην ηλικιακή κατανομή των ΜΕΘ και επομένως, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι δεν φαίνεται να συνέβη. Αν αυτό είναι αποτέλεσμα λανθασμένου σχεδιασμού, αστοχιών υλοποίησης, εξαιρέσεων ήπαρεκκλίσεων από το πρωτόκολλο προτεραιοτήτων, δεν μπορούμε να το διαπιστώσουμε. Τα στοιχεία όμως, «φωνάζουν» και πάλι για εξηγήσεις.

Η διαχείριση της πανδημίας μπορεί να είναι αποτελεσματική, μόνον εφόσον ο πολίτης εμπιστευτεί την πολιτεία. Αυτό προϋποθέτει η πολιτεία να παίρνει αιτιολογημένες αποφάσεις και να δίνει το δικαίωμα στον πολίτη να αξιολογήσει τα αποτελέσματα των αποφάσεών της. Με τα πρωτογενή δεδομένα στον σκοτεινό θάλαμο, δεν δικαιούται η πολιτεία να απαιτεί την εμπιστοσύνη και άρα τη συνεργασία των πολιτών.

 

(*) Ο κ. Τσαουσίδης έχει ασχοληθεί εκτενώς με το αντικείμενο του ελέγχου και της αποφυγής συμφόρησης. Είναι καθηγητής στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης (ΔΠΘ) και διευθυντής στο Εργαστήριο Προγραμματισμού και Επεξεργασίας Πληροφοριών. Έχει διατελέσει καθηγητής στο πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και το Πανεπιστήμιο Northeastern της Βοστόνης, επισκέπτης καθηγητής του ΜΙΤ καθώς και μέλος του Συμβουλίου Ιδρύματος του ΔΠΘ.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v