Ένα ακόμη σημαντικό βήμα στην κατεύθυνση αναβίωσης του πρώην Ξενία Κύθνου αναμένεται να σηματοδοτήσει η έγκριση ανέγερσης καταλυμάτων και κατοικιών στο ακίνητο που θα κληθεί να αποφασίσει την Παρασκευή το Κεντρικό Συμβούλιο Νεώτερων Μνημείων (ΚΣΝΜ) του υπουργείου Πολιτισμού (ΥΠΠΟ).
Εννέα μήνες μετά το «πράσινο φως» που έδωσαν οι αρμόδιες διευθύνσεις του υπουργείου Πολιτισμού στη νέα οριστική μελέτη αποκατάστασης του έργου των 30 εκατ. ευρώ, το ΚΣΝΜ καλείται να αποφασίσει σχετικά με την ανάπτυξη των νέων συγκροτημάτων κατοικιών στο πλαίσιο της ανάπλασης του πρώην Ξενία της Κύθνου.
Συγκεκριμένα, το Συμβούλιο θα συνεδριάσει, μεταξύ άλλων, για την έγκριση ή μη της μελέτης ανέγερσης δύο νέων συγκροτημάτων αυτοτελώς εξυπηρετούμενων καταλυμάτων με υπόγειο και πισίνες, ενός νέου διώροφου συγκροτήματος αυτοτελώς εξυπηρετούμενων καταλυμάτων με υπόγειο και πισίνες, ενός νέου συγκροτήματος διώροφων τουριστικών καταλυμάτων με υπόγειο και πισίνες, ενός ακόμη νέου συγκροτήματος διώροφων αυτοτελώς εξυπηρετούμενων καταλυμάτων με υπόγειο και πισίνες, ενός νέου συγκροτήματος διώροφων κατοικιών με υπόγειο και πισίνες και, τέλος, ενός νέου συγκροτήματος υπόσκαφων κατοικιών με υπόγειο.
Οι νέες αναπτύξεις, εφόσον λάβουν τη σχετική έγκριση, θα κατασκευαστούν, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, στον περιβάλλοντα χώρο των χαρακτηρισμένων από το ΥΠΠΟ ως νεώτερων μνημείων κτηρίων των Λουτρών και του παλαιού ξενοδοχειακού συγκροτήματος Ξενία νήσου Κύθνου.
Ο διαγωνισμός του ΤΑΙΠΕΔ
Το project υλοποιεί η εταιρεία «Xenia Kythnos», πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της οποίας είναι ο Ισραηλινός επιχειρηματίας Avraham Ravid.
Υπενθυμίζεται ότι ο Ισραηλινός επιχειρηματίας είχε πλειοδοτήσει σε διαγωνισμό που διενήργησε το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ) για την αξιοποίηση του ακινήτου του πρώην ΞΕΝΙΑ και της Ιαματικής Πηγής Κύθνου το 2022.
Η εταιρεία Xenia Kythnos ανέλαβε τότε για χρονικό διάστημα 99 ετών το δικαίωμα αξιοποίησης του ξενοδοχείου «Ξενία Κύθνος» και το δικαίωμα χρήσης από την ΕΤΑΔ των δύο ιαματικών πηγών («Αγίων Αναργύρων» και «Κάκαβος») που βρίσκονται μαζί με την ξενοδοχειακή εγκατάσταση, εντός οικοπέδου με έκταση 7.018 τ.μ.
Το ακίνητο, όπως αναφέρει σχετικά το ΤΑΙΠΕΔ, έχει ιδιαίτερα σημαντική ιστορική και πολιτιστική αξία, δεδομένου ότι κατασκευάσθηκε την περίοδο της βασιλείας του Όθωνος από τον Δανό αρχιτέκτονα, Christian Hansen. Οι εγκαταστάσεις τροποποιήθηκαν από τον Ernst Ziller, την περίοδο 1871-1891 και έχουν χαρακτηρισθεί ως ιστορικά διατηρητέα μνημεία καθώς αποτελούν αξιόλογα δείγματα αρχιτεκτονικής, άμεσα συνδεδεμένα με την ιστορία των Λουτρών Κύθνου.
Το asset βρίσκεται στον παραδοσιακό οικισμό Λουτρά Κύθνου και αποτελείται από ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις, κέντρο υδροθεραπείας το οποίο αποτελείται από 14 ξεχωριστά μαρμάρινα λουτρά και υποδομές υποστήριξης. Θεωρείται η πρώτη υποδομή ιαματικού τουρισμού που λειτούργησε στην Ελλάδα. Το ξενοδοχείο, που σταμάτησε να λειτουργεί το 1999, βρίσκεται σε τριώροφο κτίριο και διαθέτει 46 δωμάτια.
Σύμφωνα με το ΤΑΙΠΕΔ, η αξιοποίηση του ξενοδοχείου και των ιαματικών πηγών θα αποτελέσει εμβληματική επένδυση με σημαντικά οφέλη για την τοπική οικονομία και τις αναπτυξιακές προοπτικές του νησιού. Το ξενοδοχείο θα αποκατασταθεί και θα επαναλειτουργήσει μετά από περισσότερα από 25 χρόνια, ενώ θα αναβαθμιστεί και το Μνημείο των ιστορικών εγκαταστάσεων των ιαματικών πηγών, συμβάλλοντας στην ενίσχυση της πολιτιστικής ταυτότητας της Κύθνου και του ιαματικού τουρισμού.
Η αδειοδότηση
Σε ό,τι αφορά την αδειοδότηση της ανάπλασης, τον περασμένο Ιούλιο το υπουργείο Πολιτισμού ενέκρινε τη νέα οριστική μελέτη του project για την «Αποκατάσταση διατηρητέου κτιρίου (υδροθεραπευτήριο Λουτρών), επεμβάσεις στις όψεις του υφιστάμενου ξενοδοχείου, διαρρυθμίσεις εσωτερικών χώρων, στατική ενίσχυση, προσθήκη κολυμβητικής δεξαμενής στον ακάλυπτο χώρο και διαμορφώσεις στον περιβάλλοντα χώρο» του ακινήτου. Παράλληλα, εγκρίθηκε η μελέτη συντήρησης και αποκατάστασης των διακοσμητικών και μορφολογικών στοιχείων του διατηρητέου κτιρίου.
Υπενθυμίζεται ότι η πρώτη οριστική μελέτη αποκατάστασης που κατατέθηκε το 2023 «κόπηκε» από τις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού.