Κοινωνική ασφάλιση: Η δύσκολη μέρα είναι η... μεθεπόμενη!

Η επόμενη μέρα μετά την πανδημία θα φέρει ευφορία και μαζί τον κίνδυνο να παραπεμφθούν στις ελληνικές καλένδες, για ακόμα μία φορά, τα προβλήματα του ασφαλιστικού. Γράφει ο Πλάτων Τήνιος.

Κοινωνική ασφάλιση: Η δύσκολη μέρα είναι η... μεθεπόμενη!
  • του Πλάτωνα Τήνιου*

Το τέλος της πανδημίας θα φέρει ανακούφιση και μαζί με αυτήν ευφορία. Αλλά και συγχαρητήρια για τον ρόλο της κοινωνικής προστασίας στην ανθεκτικότητα. Τα επινίκια της επόμενης μέρας, όμως, πρέπει να αφήσουν χώρο να σκεφτούμε τη μεθεπόμενη.

Η Ελλάδα το 2022 θα βρίσκεται εκεί που ήταν το 2004. Η προίκα των Ολυμπιακών θα πλαισίωνε τότε την «Επανίδρυση του Κράτους». Οι μεταρρυθμίσεις έγιναν, αλλά ως τμήμα «ήπιας προσαρμογής». Ατυχώς, δεν απέτρεψαν τη χρεοκοπία. Η προειδοποίηση είναι ηχηρή και σαφής. Χρειαζόμαστε παρεμβάσεις ικανές να αλλάξουν ουσιαστικά το πώς ζούμε και εργαζόμαστε. Αλλαγές που «ξεβολεύουν» και όχι τυπικές διεκπεραιώσεις ανειλημμένων υποχρεώσεων.

Τι σημαίνει αυτό για την κοινωνική ασφάλιση; Αρκούν οι αλλαγές των μνημονίων για να αποτρέψουν μια κρίση μετά το 2025; Η απάντηση στο ερώτημα περνά από δύο ανησυχίες: μία ποσοτική και μία ποιοτική.

Πρώτον, η ποσοτική ανησυχία: Πόσο βάρος δημιουργούν στα δημοσιονομικά οι συντάξεις; Αμέσως πριν από την πανδημία, η Ελλάδα ξόδευε το μεγαλύτερο ποσοστό του ΑΕΠ σε συντάξεις στην Ευρώπη και απέδιδε τις μεγαλύτερες κρατικές επιχορηγήσεις. Παρά ταύτα, τα δύο κόμματα εξουσίας, το καθένα με δική του προβολή δαπανών, διαβεβαιώνουν ότι δεν πρέπει να ανησυχούμε: «Το σύστημα είναι βιώσιμο», «λεφτά υπήρχαν» - μάλιστα, βρέθηκαν και για νέες παροχές. Το αν θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν και το 2025 απαιτεί ψύχραιμη επικαιροποίηση των προβολών, λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις της πανδημίας, το κόστος των παρεκκλίσεων, αλλά και το ότι οι νέες συνταξιοδοτήσεις δεν έχουν σταματημό. Οι ευσεβείς πόθοι δεν γεμίζουν τα ταμεία.

Η ποιοτική ανησυχία αφορά την ανταγωνιστικότητα της εργασίας και τις αποταμιεύσεις. Το σημερινό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης διογκώνει το μη μισθολογικό κόστος τόσο άμεσα (με υψηλές εισφορές), αλλά και έμμεσα (μέσω της χρηματοδότησης της κρατικής επιχορήγησης). Απομυζά κεφάλαια αντί να τα συγκεντρώνει. Το σύστημα συντάξεων δεν αφορά μόνο συνταξιούχους, αλλά το σύνολο της οικονομίας.

Διαδηλώτρια καθ’ οδόν για τον χώρο συγκέντρωσης απεργιακής κινητοποίησης στην Αθήνα. Οι σφοδρές κοινωνικές συγκρούσεις για το ασφαλιστικό τα τελευταία 20 χρόνια δεν έχουν οδηγήσει σε ουσιαστικές παρεμβάσεις και λύσεις – και ο κίνδυνος εξακολουθεί να υφίσταται.

Η Έκθεση Πισσαρίδη εισηγείται πολλαπλούς πυλώνες στην κοινωνική ασφάλιση, όχι τόσο για την αποτροπή ελλειμμάτων όσο για να στηρίξουν την ανταγωνιστικότητα και τις αποταμιεύσεις. Όταν οι εισφορές μπαίνουν σε ατομικό κουμπαρά, γίνονται κυριολεκτικά «δικά μου λεφτά», που είναι διαθέσιμα και για επενδύσεις. Έτσι, από εμπόδιο, η κοινωνική ασφάλιση θα μπορούσε να γίνει αναπτυξιακός μοχλός.

Το θελκτικό αυτό αφήγημα -«από πρόβλημα, λύση», «μερίδιο στην ανάπτυξη»- εξηγεί γιατί το κυβερνητικό κόμμα στις εκλογές υποσχέθηκε πολλαπλούς πυλώνες. Για να έχει, όμως, το αφήγημα αντίκρισμα, πρέπει να δημιουργεί ουσιαστική διαφορά -δεν αρκεί άλλο ένα ΦΕΚ στο νομοθετικό ράφι. Αυτό συνεπάγεται δύο πράγματα:

Τα κίνητρα προκύπτουν από τη συνολική επίπτωση της κοινωνικής ασφάλισης και όχι από ένα μεμονωμένο τμήμα. Για να αποδώσει η νέα επικουρική ασφάλιση, πρέπει να της το επιτρέψει η (υφιστάμενη) κύρια -να της αφήσει χώρο και ρόλο, αλλιώς είναι σαν να περιμένουμε η ουρά να κουνήσει τον σκύλο. Η κατάσταση διαφέρει στους δημόσιους υπαλλήλους, όπου η κύρια σύνταξη αναπληρώνει σχεδόν το 100% του εισοδήματος από τους αυτοτελώς απασχολούμενους, όπου η κάλυψη είναι πολύ μικρότερη.

Για να έχει μακροοικονομικό αντίκρισμα, η νέα επικουρική ασφάλιση πρέπει να έχει έκταση και βάθος. Αυτό σημαίνει ότι, αν όχι αμέσως με τη νομοθέτηση, τότε ως το 2025, η κεφαλαιοποιητική ασφάλιση πρέπει, πρώτον, να αφορά μεγάλο αριθμό ατόμων και, δεύτερον, να ανακατευθύνει προς την κεφαλαιοποίηση ικανό τμήμα των σημερινών εισφορών.

Με την προσδοκία της μεταπανδημικής ανάπτυξης, θα είναι μεγάλος ο πειρασμός να διεκπεραιωθεί η προεκλογική δέσμευση ως «ήπια προσαρμογή» -να νομοθετηθεί ένα νέο σύστημα με μηδαμινό αποτέλεσμα. Αν περιορίζεται σε 20χρονους νεοπροσλαμβανόμενους, τότε η πρώτη σύνταξη θα εκδοθεί μετά το 2065. Θα υπάρχει κόστος χωρίς όφελος.

Αν οι εισηγητές του νέου συστήματος πραγματικά πιστεύουν σε αυτό, τότε πρέπει να σκεφτούν τρόπους διεύρυνσής του, προβλέποντας εξαρχής σταδιακή επέκταση σε νέες ομάδες, σχεδιάζοντας κίνητρα εθελοντικής προσέλκυσης μετά από πιλοτική λειτουργία. Πιο ουσιαστικά, εξετάζοντας τρόπους μαζικής μεταφοράς ασφαλισμένων του παλαιού συστήματος με την έκδοση «ομολόγων αναγνώρισης». Οι παρεμβάσεις αυτού του είδους θα είναι ευκολότερες στο πλαίσιο της πρώτης μεταπανδημικής ευφορίας.

Είναι σίγουρο ότι η επόμενη μέρα της πανδημίας θα είναι εύκολη. Καιρός να προετοιμαστούμε για την, πολύ πιο δύσκολη, μεθεπόμενη μέρα του 2025.

*Ο Πλάτων Τήνιος είναι Οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς


v