Τριπλός κλοιός πολιορκίας

Οι απολυταρχικοί ηγέτες, τα κοινωνικά δίκτυα αλλά και οι ίδιες της οι αποτυχίες συνθέτουν μια μοναδική ιστορική πρόκληση για τη δημοκρατία.

Τριπλός κλοιός πολιορκίας
  • του Steven Erlanger*

Η δημοκρατία μοιάζει να απειλείται παντού. Αυτό είναι εμφανές από τις περιπτώσεις εξαγριωμένων εθνικιστών έως εκείνες απολυταρχών που ισχυρίζονται ότι όταν η κρατική ισχύς είναι απεριόριστη, παράγει περισσότερα οφέλη για τους απλούς πολίτες και ότι οι δημοκρατίες είναι πολύ θορυβώδεις και διαιρεμένες για να προσπορίσουν αγαθά.

Ακόμη και εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπάρχουν ουσιώδεις προκλήσεις για τη φιλελεύθερη δημοκρατία και το κράτος δικαίου από χώρες όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία, για την οποία το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρόσφατα διακήρυξε ότι «δεν μπορεί πλέον να θεωρείται πλήρης δημοκρατία» αλλά «εκλεγμένη απολυταρχία».

Η νίκη της φιλελεύθερης δημοκρατίας που ο Francis Fukuyama δικαίως πανηγύρισε μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, μπορεί να μοιάζει χωρίς νόημα σήμερα. Αν μη τι άλλο, αντιμετωπίζει σοβαρή πρόκληση από απολυταρχίες που εκτείνονται από τη Ρωσία και την Κίνα ως την Τουρκία, τη Βραζιλία και τις πλούσιες σε πετρέλαιο χώρες του Κόλπου.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, 72 χώρες ήταν σε φάση εκδημοκρατισμού και μόνο τρεις ακολουθούσαν πιο απολυταρχική κατεύθυνση, σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου V-Dem, το οποίο παρακολουθεί τη δημοκρατία και τις εκδοχές της. Πέρυσι, μόνο 15 χώρες στράφηκαν περισσότερο προς τη δημοκρατία, ενώ 33 έγιναν περισσότερο απολυταρχικές. Οι φιλελεύθερες δημοκρατίες βρέθηκαν στο χαμηλότερο σημείο των τελευταίων 25 ετών, ανέφερε το V-Dem, καθώς κάλυπταν μόνο το 13% του παγκόσμιου πληθυσμού, ενώ τα «κλειστά απολυταρχικά καθεστώτα» κυβερνούσαν το 26% του παγκόσμιου πληθυσμού και οι «εκλεγμένες απολυταρχίες» το 44%.

Άρα, η «μονοπολική στιγμή» των ΗΠΑ έχει προ πολλού τελειώσει. Η αταξία του αναδυόμενου κόσμου θα είναι «σύνθετη, διασπασμένη και ρευστή. Το ακανθόσχημο περίγραμμά της θα διαμορφωθεί από ευκαιριακές συμμαχίες, πολυμερή σύμφωνα και αλληλοεπικαλυπτόμενα όρια», έγραψε ο Philip Stephens, συντάκτης των «Financial Times», σε μια μελέτη του για λογαριασμό του Institut Montaigne.

Οι ΗΠΑ και οι νατοϊκοί σύμμαχοί τους έχουν εμπλακεί βαθιά στην Ουκρανία, παρέχοντας βοήθεια για την απόκρουση της ρωσικής εισβολής -και αυτό παρουσιάζεται ως μάχη της δημοκρατίας έναντι του απολυταρχισμού. Αλλά αυτό ενδεχομένως να είναι μια λανθασμένη ανάγνωση της φύσης αυτού του πολέμου και να προϋποθέτει μια εξωραϊσμένη εικόνα της Ουκρανίας, η οποία, λίγους μήνες πριν, δύσκολα μπορούσε να θεωρηθεί μοντέλο δημοκρατίας ή διαφάνειας. Όπως πάντα, η πολιτική χρειάζεται συνθήματα και το «δημοκρατία εναντίον απολυταρχισμού» πουλάει.

Αλλά η αντίθεση που υποστηρίχθηκε από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Joe Biden είναι υπερβολικά απλουστευτική, με δεδομένο ότι σύμμαχοι των ΗΠΑ, όπως η Ουγγαρία και η Τουρκία, και μεγάλο μέρος του νότιου ημισφαιρίου, περιλαμβανομένης της τεράστιας και κατά κύριο λόγο δημοκρατικής Ινδίας, αρνήθηκαν να συμπλεύσουν με τη Δύση όσον αφορά την επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία, και θεωρούν τον πόλεμο στην Ουκρανία ένα είδος πολέμου δι’ αντιπροσώπου μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας.

Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Volodymyr Zelensky (στο κέντρο) µαζί µε στρατιώτες σε τελετή έπαρσης της σηµαίας στην κεντρική πλατεία της ουκρανικής πόλης Izium (14 Σεπτεµβρίου 2022). Ακόµα και «δηµοκρατικοί» σύµµαχοι των ΗΠΑ, όπως η Ουγγαρία και η Τουρκία, αρνήθηκαν να συµπλεύσουν µε τη Δύση όσον αφορά την επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία για την εισβολή στη χώρα.

Καθώς η Ρωσία και η Κίνα προσπαθούν να αλλάξουν ή και να καταστρέψουν τη διεθνή τάξη που χτίστηκε από τις φιλελεύθερες δημοκρατίες που κέρδισαν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, «η γεωπολιτική διαμάχη που έχει σημασία δεν είναι εκείνη μεταξύ των φιλελεύθερων δημοκρατιών και των υπόλοιπων», ανέφερε ο κ. Stephens, «αλλά εκείνη μεταξύ του κράτους δικαίου και του δίκαιου του ισχυρότερου».

Σε αυτή τη μάχη, η βαθιά πόλωση και η αποσύνθεση της αμερικανικής δημοκρατίας είναι σημαντικοί παράγοντες που η ψηφιακή επανάσταση καθιστά εμφανείς σε κάθε γωνιά του κόσμου. «Στο τέλος, οι ΗΠΑ είναι ο καθρέφτης στον οποίο βλέπουμε τους εαυτούς μας», είπε η Arancha Gonzàlez Laya, πρώην υπουργός Εξωτερικών της Ισπανίας και κοσμήτορας στην παρισινή Σχολή Διεθνών Σχέσεων του Sciences Po. «Άρα είμαι βαθιά ανήσυχη. Ό,τι συμβαίνει στις ΗΠΑ, δεν μένει στις ΗΠΑ. Αναλύεται και παρακολουθείται εξονυχιστικά στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο».

Ο Gianni Riotta, επισκέπτης καθηγητής στο Princeton, ανέπτυξε αυτόν τον συλλογισμό περισσότερο. Με την παγκοσμιοποίηση να αποδιαρθρώνει την οικονομία, να αυξάνει την ανισότητα και να διαβρώνει την εθνική ταυτότητα, καθώς και με το ιστορικό της ανεπιτυχούς έκβασης σημαντικών στρατιωτικών επιχειρήσεων στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, «οι Αμερικανοί και η Δύση έχασαν την ήπια ισχύ τους», ανέφερε. «Οι προσπάθειές μας να προωθήσουμε τη δημοκρατία στη Μέση Ανατολή και στο Αφγανιστάν απέτυχαν». Για πολλούς στη Δύση, ειδικά νέους, είπε, «η δημοκρατία είναι σημαντική, αλλά όχι τόσο όσο το κλίμα ή η οικονομία».

Η αποτυχία στο Ιράκ απέφερε μεγαλύτερο πλήγμα στην επιρροή της Αμερικής στον κόσμο απ’ ό,τι ο πόλεμος στο Βιετνάμ, ενώ η ταπεινωτική αποχώρηση από το Αφγανιστάν, μετά από μια προσπάθεια για οικοδόμηση της δημοκρατίας για περισσότερα από 20 έτη, έκανε μεγάλη ζημιά, υποστήριξε ο Stefano Pontecorvo, το ανώτερο μη στρατιωτικό στέλεχος του ΝΑΤΟ στην ασιατική χώρα και ένας από τους τελευταίους ανθρώπους που αποχώρησαν μετά την κατάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου, οι ΗΠΑ ξόδευαν 3 δισ. δολάρια τον χρόνο για το τίποτα, ανέφερε. «Το πρόβλημα με το να εξάγεις δημοκρατία είναι ότι δεν είναι κάτι φυσικό σε αυτές τις χώρες», είπε. «Δεν μπορείς να επιβάλεις τις αξίες σου -πρέπει να τις προσαρμόσεις στις αξίες της χώρας».

Η λευκή σημαία των Ταλιμπάν έχει αντικαταστήσει τη μαύρη, κόκκινη και πράσινη σημαία που κάποτε κυμάτιζε σε ύψος άνω των 60 μέτρων στον λόφο Wazir Akbar Khan στην Καμπούλ. Οι ΗΠΑ ξόδευαν 3 δισ. δολάρια τον χρόνο για να ενισχύσουν τη χώρα και τους δημοκρατικούς της θεσμούς, αλλά δεν θέλησαν ή δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν τις αξίες της ίδιας της χώρας και να κινηθούν ανάλογα

Αλλά μια Αμερική που καταπέφτει γρήγορα, δεν είναι κάτι εξ ορισμού καλοδεχούμενο, ούτε καν από τον βασικό στρατηγικό και ιδεολογικό της αντίπαλο, την Κίνα -τουλάχιστον όχι ακόμη-, επεσήμανε ο Huang Jing, Αμερικανο-κινέζος πολιτικός επιστήμονας και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Διεθνών Σπουδών της Σαγκάης.

Η Κίνα ενδιαφέρεται για τη σταθερότητα σε μια δύσκολη περίοδο, ανέφερε στο Ambrosetti Forum 2022. Η Κίνα και η Ρωσία έχουν «μια φιλία χωρίς όρια», αλλά όχι μια συμμαχία πάση θυσία. Η Ρωσία έχει «μεγάλες δυνατότητες να καταστρέψει» την τρέχουσα παγκόσμια τάξη, είπε, ενώ η Κίνα, βλέποντας το χάος στην Ουκρανία, «προσπαθεί να μείνει εντός αυτής της τάξης, να είναι ειρηνοποιός και να συνεισφέρει στο κοινό καλό», επέμεινε.

«Η άτακτη πτώση των ΗΠΑ είναι καταστροφική για εμάς και την παγκόσμια οικονομία», είπε. «Η Κίνα πιστεύει ότι σταθερές, ενωμένες και ευημερούσες ΗΠΑ είναι κάτι καλό για την Κίνα, τουλάχιστον για τώρα».

Ο Niall Ferguson, ιστορικός στο Πανεπιστήμιο του Stanford, προειδοποίησε για την κινεζική αυτοπεποίθηση. Κάνουν το ίδιο λάθος που έκαναν οι Γερμανοί στη δεκαετία του 1930 και οι Ρώσοι σε εκείνη του 1970: υποτιμούν τη δύναμη της δημοκρατίας, είπε. «Επενδύουν στη δική μας αυτοτιμωρητική κριτική και δεν βλέπουν τα δικά τους λάθη και προβλήματα».

Αλλά η Κίνα έχει ξεκαθαρίσει ότι βλέπει τις ΗΠΑ και τη δημοκρατία τους σε ανίατη παρακμή, ενώ κατ’ οίκον φροντίζει να ελέγχει ή να λογοκρίνει αυτές που κάποιοι θεωρούν βασικές μηχανές αυτής της παρακμής, ειδικά τα social media και το διαδίκτυο.

Η ψηφιοποίηση του πολιτικού χώρου και η σύγχυση μεταξύ αλήθειας και ψεμάτων έχει υπονομεύσει τη δημοκρατία, σχολίασε ο Bruno Le Maire, ο Γάλλος υπουργός Οικονομίας, Οικονομικών, Βιομηχανίας και Ψηφιακής Πολιτικής. «Η ψηφιακή επανάσταση δεν άλλαξε μόνο την οργάνωση των εθνών και των κοινωνιών μας, αλλά και τους εγκεφάλους μας», είπε σε συνέντευξή του. «Δεν μπορεί να υπάρξει δημοκρατία χωρίς κοινό έδαφος για διάλογο. Και ποιο είναι το αποτέλεσμα του πολιτικού διαλόγου; Μια πλειοψηφία ανθρώπων να συγκεντρώνεται γύρω από κοινές αλήθειες, κοινές παρατηρήσεις και κοινές διαγνώσεις. Όμως, στην ψηφιακή επανάσταση δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο».

Τα κοινωνικά δίκτυα είναι ένα «διαφορετικό νοητικό σύμπαν» και δεν έχει «μοναδική αλήθεια», αν και «στον πυρήνα της δημοκρατίας βρίσκεται η διάκριση μεταξύ αλήθειας και ψέματος», ανέφερε. Είναι το βασικό πολιτικό ερώτημα σήμερα, επειδή οι φιλελεύθερες δημοκρατίες μας ολοφάνερα υπονομεύονται από την ψηφιακή επανάσταση και από την εξατομίκευση της κοινωνίας».

Ο Bernard Spitz, δικηγόρος και σύμβουλος στη MEDEF, τη μεγαλύτερη ένωση εργοδοτών της Γαλλίας, συμφώνησε ότι η παγκοσμιοποίηση και η ψηφιοποίηση έχουν αλλάξει τις δημοκρατικές κοινωνίες «και, όπως όλες οι επαναστάσεις, μπορούν να φέρουν το καλύτερο και το χειρότερο», συμπεριλαμβανομένων των αμφιβολιών για τη δημοκρατία και τη σταθερότητα, πιο ενεργό εξτρεμισμό και «απομάγευση του δημοκρατικού οράματος».

Συσχετισμένη με τον νέο ψηφιακό κόσμο των social media είναι μια άλλη αναδυόμενη πρόκληση για τη δημοκρατία, η οποία σχετίζεται με τη γενιά. Οι νέοι νοιάζονται περισσότερο για την κλιματική αλλαγή, την οποία θεωρούν υπαρξιακό ζήτημα, και λιγότερο για τη φιλελεύθερη δημοκρατία, τόνισε ο κ. Le Maire. «Για τις νεότερες γενιές, το κλίμα είναι το βασικό θέμα, η πολιτική τους συνειδητοποίηση έχει στο επίκεντρο την κλιματική αλλαγή».

Η δημοκρατία είναι σκληρή δουλειά και «θέλει καθημερινή φροντίδα», σημείωσε η κ. Gonzalez, η πρώην Ισπανίδα υπουργός Εξωτερικών. Ο πραγματικός κίνδυνος τώρα δεν είναι ο φασισμός, ανέφερε ο κ. Riotta. «Ο πραγματικός κίνδυνος είναι η κόπωση της δημοκρατίας».

*O Steven Erlanger είναι επικεφαλής διπλωματικός ανταποκριτής των «New York Times» στην Ευρώπη, με έδρα τις Βρυξέλλες. Έχει διατελέσει ανταποκριτής στο Λονδίνο, στο Παρίσι, στην Ιερουσαλήμ, στο Βερολίνο, στην Πράγα, στη Μόσχα και στην Μπανγκόκ.

© 2022 The New York Times Company and Steven Erlanger

v