H σκανδιναβική οδός για τη Δημοκρατία

Η Σουηδία, η Νορβηγία, η Φινλανδία και η Δανία θεωρούνται πρότυπα πολιτευμάτων, γι’ αυτό και αναζητούνται τρόποι να αναπαραχθούν τα μοντέλα τους.

H σκανδιναβική οδός για τη Δημοκρατία
  • της Celestine Bohlen*

Πριν από περισσότερο από μια δεκαετία, μια ομάδα πολιτικών επιστημόνων προσπάθησε να βρει έναν καλύτερο τρόπο αξιολόγησης για να κατατάξει τις δημοκρατίες του κόσμου. «Ήμασταν απογοητευμένοι με τους τρόπους αξιολόγησης των δημοκρατικών πολιτευμάτων, με τα ελαττώματα και τις ανεπάρκειες στους υπάρχοντες δείκτες», δήλωσε ο Staffan I. Lindberg, διευθυντής του Ινστιτούτου V-Dem στη Στοκχόλμη. «Έτσι, ψάξαμε και βρήκαμε καλύτερους τρόπους μέτρησης, αλλά μόλις το κάναμε, ο κόσμος στράφηκε προς τον αυταρχισμό».

Όταν ο κ. Lindberg και οι συνάδελφοί του δοκίμασαν για πρώτη φορά τη μεθοδολογία τους το 2009 και το 2010, η δημοκρατία παγκοσμίως είχε ήδη αρχίσει να παραπαίει.

Μέχρι το 2021, ο αριθμός των φιλελεύθερων δημοκρατιών ήταν στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 10 ετών, αντιστοιχώντας στο (μόλις) 13% του παγκόσμιου πληθυσμού, σύμφωνα με την έκθεση της V-Dem το 2022. Ο βαθμός δημοκρατίας που απολαμβάνει ο μέσος πολίτης έπεσε στο επίπεδο του 1989, δηλαδή πριν αναδυθούν νέες δημοκρατίες μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, ανέφερε η έκθεση.

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, μια ομάδα χωρών επιτύγχανε σταθερά υψηλή βαθμολογία σε όλους τους δείκτες και έγινε παράδειγμα για άλλες χώρες που θέλουν να βελτιώσουν τις δημοκρατίες τους.

Τέσσερις σκανδιναβικές χώρες, η Σουηδία, η Νορβηγία, η Φινλανδία και η Δανία, έμειναν συνεπείς στο μοντέλο της δημοκρατικής σταθερότητας, την ίδια στιγμή που άλλες ώριμες δημοκρατίες στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική πληγώνονται χτυπημένες από τον λαϊκισμό και την πόλωση.

Χρόνο με τον χρόνο, οι δείκτες που αξιολογούν την εκλεγμένη κυβέρνηση, τα θεμελιώδη δικαιώματα, τις ελευθερίες, τη συμμετοχή των πολιτών στα κοινά, τον πλουραλισμό και άλλους παράγοντες, δείχνουν τις τέσσερις αυτές χώρες στην κορυφή των μετρήσεων.

Οι τέσσερις αυτές χώρες συχνά αλλάζουν θέσεις μεταξύ τους στην κατάταξη. Έτσι, η Δανία βρέθηκε στην κορυφή της λίστας στο Democracy Matrix του 2020, η Νορβηγία βγήκε πρώτη στον δείκτη Economist Democracy 2021, ενώ η Σουηδία κατέλαβε την πρώτη θέση σύμφωνα με την Έκθεση για τη Δημοκρατία του 2022 του Ινστιτούτου V-Dem.

Υπάρχουν θεσμικοί, πολιτιστικοί και ιστορικοί λόγοι πίσω από αυτή την επιτυχία. Πολλοί απ’ αυτούς αφορούν τις ιδιαιτερότητες των σκανδιναβικών χωρών όπως για παράδειγμα το ότι οι πληθυσμοί είναι σχετικά μικροί και, μέχρι πρόσφατα, πολιτιστικά ομοιογενείς. Αυτές οι ιδιαιτερότητες εξηγούν γιατί είναι δύσκολο να εξαχθεί το σκανδιναβικό μοντέλο.

«Είναι επικίνδυνο να πιστεύουμε ότι έχουμε ένα μοντέλο όπως ένα αυτοκίνητο, που μπορούμε να το εξάγουμε», είπε ο κ. Lindberg. «Δεν υπάρχει ένα πρότυπο που μπορούμε να προωθήσουμε».

Πρόσφατα, η σουηδική δημοκρατία δέχτηκε ισχυρό πλήγμα, όταν ένα δεξιό κόμμα κέρδισε οριακά στις εθνικές εκλογές, εκτοπίζοντας το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα και απειλώντας την κοινωνική του κληρονομιά, που έχει προσφέρει μια μέση οδό μεταξύ σοσιαλισμού και καπιταλισμού.

Μέχρι στιγμής, όμως, η άνοδος της Δεξιάς στη Σουηδία, η οποία τροφοδοτείται από την αύξηση της μετανάστευσης και της εγκληματικότητας, δεν έχει επηρεάσει σοβαρά τη δημοκρατική λειτουργία της χώρας.

Ο κ. Lindberg και άλλοι μελετητές θεωρούν ότι η διατήρηση του δημοκρατικού μοντέλου οφείλεται στην ποιότητα των σκανδιναβικών ιδρυμάτων, όπως π.χ. τα αυτόνομα εκλογικά όργανα, τα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης, η ανεξάρτητη δικαιοσύνη και μια ισχυρή κοινωνία πολιτών, που είναι ελεύθερη να αυτοοργανώνεται. «Έχουμε θεσμούς που είναι ισχυροί και καλά ανεπτυγμένοι», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Αυτή η κληρονομιά οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην υψηλή κοινωνική εμπιστοσύνη, που θεωρείται πολύτιμο αγαθό. «Η διαπροσωπική εμπιστοσύνη είναι από τις υψηλότερες στον κόσμο στη Σκανδιναβία», έγραψε ο Soren Holmberg, πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του Γκέτεμποργκ και συν-συγγραφέας μιας εργασίας για την κοινωνική εμπιστοσύνη το 2020. «Μια κοινωνία με υψηλή εμπιστοσύνη λειτουργεί καλύτερα επειδή κάνει ευκολότερη την αλληλεπίδραση σε κάθε επίπεδο, οπότε η σκανδιναβική εμπιστοσύνη είναι πραγματικά χρυσός».

Σε συνέντευξή του, ο κ. Holmberg απαρίθμησε τους ιστορικούς λόγους για την ισχυρή δημοκρατική παράδοση της Σουηδίας:

• Η χώρα δεν είχε ποτέ φεουδαρχικό σύστημα και δουλοπάροικους -οι αγρότες πάντα είχαν πολιτικό ρόλο.
• Ακομμάτιστη δημόσια διοίκηση, που χρονολογείται ήδη από το 1800.
• Πολιτικά κόμματα με παράδοση 250 ετών.
• Εκλογικό σύστημα βασισμένο στην αναλογική εκπροσώπηση.
• Οι χώρες ήταν προτεσταντικές, αποφεύγοντας την αυστηρή ιεραρχία του Καθολικισμού.
• Παράδοση ισότητας, που υποστηρίζεται από ένα γενναιόδωρο κράτος πρόνοιας.
• Προσανατολισμός προς την ισότητα των φύλων.
• Επιτυχημένη ελεύθερη οικονομία.
• Μακρά ιστορία υποχρεωτικής δημόσιας εκπαίδευσης.

Γείτονες στην περιοχή Rinkeby της Στοκχόλμης συζητούν. Στη χώρα έχουν αυξηθεί η βία από συμμορίες και οι θάνατοι από πυροβολισμούς, ένα θέμα που έχει γίνει πολιτικό.

«Στη δεκαετία του 1700, πριν θεσπιστεί η υποχρεωτική εκπαίδευση, σχεδόν το 70% των Σουηδών ήταν εγγράμματοι», είπε ο κ. Holmberg. «Ακόμη και οι φτωχοί Σκανδιναβοί ήταν αρκετά μορφωμένοι, άρα μπορούσαν να συμμετέχουν στη δημόσια ζωή».

Ο Jorgen Elklit, πολιτικός επιστήμονας και ομότιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Aarhus στη Δανία, τόνισε τη σημασία των εκλογών που βασίζονται στην αναλογική εκπροσώπηση, σε αντίθεση με το πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα που χρησιμοποιείται στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε πολλές άλλες χώρες. «Η αναλογική εκπροσώπηση κάνει τους περισσότερους ψηφοφόρους να αισθάνονται ότι οι ψήφοι τους έχουν σημασία», είπε.

Σε ένα λεγόμενο σύστημα «πλειοψηφίας», οι υποψήφιοι που συγκεντρώνουν τις περισσότερες ψήφους κερδίζουν, αφήνοντας χωρίς φωνή τους πολίτες που ψήφισαν τους ηττημένους. Σε ένα σύστημα αναλογικής εκπροσώπησης, ο αριθμός των κοινοβουλευτικών εδρών που κατανέμονται σε ένα κόμμα ή μια ομάδα είναι ανάλογος με τον αριθμό των ψήφων που έλαβε. Πρόκειται για ένα σύστημα που συχνά οδηγεί σε κυβερνήσεις μειοψηφίας και συνασπισμού.

Το αποτέλεσμα αυτό, αν και συχνά είναι περίπλοκο και ευαίσθητο, ιστορικά έχει αποδειχθεί αποδοτικό, είπε ο κ. Elklit. «Οι σκανδιναβικές χώρες έχουν μερικά από τα καλύτερα συστήματα πρόνοιας στον κόσμο και νομίζω ότι οι ψηφοφόροι το εκτιμούν αυτό», συμπλήρωσε.

Μετανάστρια σε τελετή για την Ημέρα της Σημαίας, την εθνική εορτή της Σουηδίας (6 Ιουνίου). Παρά τον υψηλό βαθμό ανεκτικότητας που χαρακτηρίζει τις κοινωνίες των σκανδιναβικών χωρών, οι προσπάθειες ενσωμάτωσης των προσφύγων δεν ήταν πάντοτε επιτυχείς και η μετανάστευση συνέβαλε στην άνοδο ακροδεξιών πολιτικών σχηματισμών.

Η επιτυχία της Σκανδιναβίας δεν περιορίζεται στη δημοκρατία. Η Φινλανδία και η Δανία κατέλαβαν την πρώτη και τη δεύτερη θέση στην κατάταξη της Παγκόσμιας Ευτυχίας το 2019-21 (η Σουηδία ήταν 7η και η Νορβηγία 8η).

Το 2019, η Σουηδία, η Δανία και η Νορβηγία βρίσκονταν ανάμεσα στις καλύτερες χώρες για τις γυναίκες. Το γενναιόδωρο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας σ’ αυτές τις χώρες υποστηρίζεται από υψηλούς φόρους εισοδήματος, μεγάλους φόρους κατανάλωσης, αλλά και από ευρεία λαϊκή συναίνεση.

Ο κ. Elklit ανέφερε ότι η επικρατούσα κουλτούρα συναίνεσης προέκυψε από μια μακρά ιστορία λαϊκών κινημάτων -αγροτικών και συνδικαλιστικών οργανώσεων και παραγωγικών συνεταιρισμών, που έπρεπε να συμβιβαστούν και να συνεργαστούν για να πετύχουν. «Η συνεργασία είναι στη νοοτροπία μας», είπε χαρακτηριστικά.

Τα τελευταία 20 χρόνια, η κοινωνική εμπιστοσύνη στη Σκανδιναβία καθώς και οι θεσμοί που υποστηρίζει, δοκιμάστηκαν από την απότομη αύξηση της μετανάστευσης. Ιδιαίτερα στη Σουηδία, το 2021, περίπου το 20% του πληθυσμού είχε γεννηθεί στο εξωτερικό -ποσοστό μεγαλύτερο από αυτό των πολιτειών των ΗΠΑ! Το 2015, όταν περισσότεροι από 1 εκατομμύριο Σύροι πρόσφυγες ξεχύθηκαν στην Ευρώπη, η Σουηδία δέχτηκε τους περισσότερους από κάθε άλλη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι προσπάθειες ενσωμάτωσης των προσφύγων (πολλοί από τη Μέση Ανατολή και την Αφρική) δεν ήταν πάντοτε επιτυχείς και η μετανάστευση βοήθησε στην άνοδο του ακροδεξιού κόμματος των Σουηδών Δημοκρατών, που σημείωσε 20,6% στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2022, δίνοντάς του κομβικό ρόλο στη νέα δεξιά κυβέρνηση μειοψηφίας.

Το ζήτημα είναι λιγότερο οξύ στη Δανία, όπου οι πολίτες που γεννήθηκαν στο εξωτερικό αποτελούν περίπου το 8%-10% του πληθυσμού, αλλά, σύμφωνα με τον κ. Elklit, τα πολιτικά κόμματα σε όλο το φάσμα υπόσχονται κι εκεί να περιορίσουν τη μετανάστευση.

Αυτό έχει επηρεάσει την πολιτική που βασίζεται στη συναίνεση. «Η σχετικά απότομη αύξηση των ξένων που γεννήθηκαν στη Σουηδία και τη Δανία (και σε πολύ μικρότερο βαθμό στη Νορβηγία και τη Φινλανδία) οδήγησε σε χαμηλότερο επίπεδο εμπιστοσύνης», είπε ο κ. Lindberg.

Ωστόσο, ο κ. Holmberg υποστηρίζει ότι η όλο και πιο έντονη πολυμορφία στον σουηδικό πληθυσμό δεν είχε σημαντικό αντίκτυπο στην κοινωνική εμπιστοσύνη. Παρ’ όλα αυτά, οι υποστηρικτές των ακροδεξιών Σουηδών Δημοκρατών τείνουν να εμπιστεύονται λιγότερο τους άλλους και τους θεσμούς. «Γι’ αυτό και υπάρχει κάποιος λόγος ανησυχίας», πρόσθεσε.

Στη Σκανδιναβία, όπως και στον υπόλοιπο κόσμο, σημειώνεται αύξηση των fake news, είτε εγχώριων είτε εισαγόμενων, τα οποία αποτελούν μια «τεράστια πρόκληση», τόνισε ο κ. Lindberg. «Παρ’ όλα αυτά, η δημοκρατία είναι ακόμα ανθεκτική κι αυτό μας κάνει χαρούμενους».

Ο κ. Elklit έχει μεγάλη πείρα στην προσπάθεια εξαγωγής των σκανδιναβικών μοντέλων δημοκρατίας. Ως σύμβουλος της κυβέρνησης της Δανίας, ταξίδεψε στην Αφρική και την Ασία για να προσφέρει συμβουλές σχετικά με τις εκλογικές διαδικασίες, αλλά χωρίς μεγάλη επιτυχία, όπως είπε. «Το εκλογικό σύστημα της Δανίας μπορεί να είναι λειτουργικό, αλλά χρειάστηκε πολλά χρόνια μέχρι να δημιουργηθεί -περίπου από το 1850 έως το 1920. Στις αναπτυσσόμενες χώρες, όμως, δεν θέλουν να περιμένουν 70 χρόνια. Θέλουν το σκανδιναβικό δημοκρατικό μοντέλο μέσα σε μια νύχτα, κάτι που είναι αδύνατο να συμβεί. Πρώτα πρέπει να αναπτύξουν ανάλογη πολιτική κουλτούρα».

Όταν η Σουηδία εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 1995, υπήρχαν ελπίδες ότι θα χρησιμοποιούσε τη νέα της ιδιότητα για να προωθήσει το μοντέλο της κοινωνικής πρόνοιας σε όλη την Ευρώπη, αλλά μέχρι στιγμής, όπως τόνισε ο κ. Holmberg, οι προσπάθειες δεν ήταν επιτυχημένες.

*H κα Celestine Bohlen είναι πρώην ανταποκρίτρια των «The New York Times» στη Βουδαπέστη, τη Ρώμη και τη Μόσχα

© 2022 The New York Times Company and Celestine Bohlen


v