Κρυμμένη δυναμική στον κλάδο της εστίασης

Τα στρατηγικά πλεονεκτήματα του κλάδου τροφίμων και την αναγκαιότητα σύνδεσης της αγροτικής παραγωγής με τη μεταποίηση υπογραμμίζει ο Αθ. Παπανικολάου, CEO της MIG, αντιπρόεδρος της Vivartia και πρόεδρος της ΕΠΟΕΣ.

Κρυμμένη δυναμική στον κλάδο της εστίασης
  • Συνέντευξη του κ. Αθανάσιου Παπανικολάου

Με στοχευμένα μέτρα στήριξης, η εστίαση μπορεί να μπει σε τάξη και να συνεισφέρει ακόμα περισσότερο στο ΑΕΠ της χώρας, επισημαίνει ο Αθανάσιος Παπανικολάου, CEO της MIG, Αντιπρόεδρος του Ομίλου Vivartia και Πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Επιχειρήσεων Οργανωμένης Εστίασης (ΕΠΟΕΣ). Παράλληλα, εξηγεί τα στρατηγικά πλεονεκτήματα του κλάδου τροφίμων και τονίζει την αναγκαιότητα σύνδεσης της αγροτικής παραγωγής με τη μεταποίηση για ποιοτικό άλμα.

Η πανδημία της Covid-19 έχει πλήξει καίρια τον κλάδο της εστίασης. Με την ιδιότητά σας του Προέδρου της Ελληνικής Ένωσης Επιχειρήσεων Οργανωμένης Εστίασης (ΕΠΟΕΣ), με ποια μέτρα πιστεύετε ότι μπορεί να στηριχθεί; Πιστεύετε ότι είναι θέμα επιβίωσης ή ότι θα πρέπει να υπάρχει κάποια απώτερη στόχευση; Και, αν ναι, ποια είναι αυτή;

Τα περιοριστικά μέτρα ήδη από την πρώτη φάση της πανδημίας, αν και απολύτως απαραίτητα για τον περιορισμό της υγειονομικής κρίσης, επέφεραν βαρύτατο πλήγμα στον κλάδο της εστίασης, όπως άλλωστε συνέβη (και ακόμα συμβαίνει) και παγκοσμίως, όπου είδαμε τεράστιες διεθνείς αλυσίδες να κλείνουν καταστήματα ή ακόμα και να βάζουν λουκέτα. Στην Ελλάδα, η μείωση του κύκλου εργασιών κατά το α’ εξάμηνο του έτους (στοιχεία για τις επιχειρήσεις-μέλη της ΕΠΟΕΣ) κινήθηκε μεσοσταθμικά γύρω στο 40%, ενώ μετά και το δεύτερο lockdown, η μείωση αυτή φαίνεται πως θα ξεπεράσει το 50% στο τέλος του έτους.

Ως ΕΠΟΕΣ έχουμε απευθυνθεί στον πρωθυπουργό και το οικονομικό επιτελείο ζητώντας μέτρα για τη μεσοπρόθεσμη στήριξη του κλάδου, και συγκεκριμένα:

  • Μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση στον χαμηλό συντελεστή 6% έως 31/12/2021, προκειμένου να υπάρξει ανάλογη μείωση στις τιμές καταναλωτή, ώστε να ενισχυθεί η καταναλωτική δύναμη των συμπολιτών μας που δοκιμάζονται. Την ίδια πρακτική έχουν ακολουθήσει οι περισσότερες χώρες-μέλη της Ε.Ε., πολλές εκ των οποίων μάλιστα έχουν μακράν χαμηλότερο συντελεστή ΦΠΑ στην εστίαση από την Ελλάδα.
  • Μείωση των ενοικίων κατά 40% σε όλα τα μισθωμένα σε επιχειρήσεις εστίασης ακίνητα για την περίοδο από την 1η Οκτωβρίου 2020 έως και την 31η Μαρτίου 2021, με ταυτόχρονη προστασία (πάγωμα εξώσεων, διαταγών πληρωμής και λοιπών απαιτήσεων ιδιοκτητών) των ενοικιαστών για όσο διάστημα οι επιχειρήσεις τους λειτουργούν με περιορισμένη δυναμικότητα ή και αναστέλλεται η λειτουργία τους.
  • Μείωση των ασφαλιστικών εισφορών (μη μισθολογικού κόστους) κατά 50% για τις επιχειρήσεις εστίασης έως και την 30ή Ιουνίου / 31η Δεκεμβρίου 2021 με στόχο να δοθεί κίνητρο στις επιχειρήσεις να περιορίσουν τον αριθμό των συμβάσεων εργασίας που έχουν θέσει σε αναστολή και να επιστρέψουν περισσότεροι εργαζόμενοι στην εργασία τους.

Σταθερή θέση μας είναι ότι η εστίαση δεν είναι μια εποχιακή δραστηριότητα, είναι δραστηριότητα 12 μηνών. Ως εκ τούτου δεν περιοριζόμαστε στο θέμα επιβίωσης, το οποίο προφανώς και πρέπει να διασφαλιστεί. Είναι σαφές ότι χρειάζεται απώτερη στόχευση. Γι’ αυτό πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στις επιχειρήσεις να κάνουν μεσο-μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, με τη λήψη μέτρων με προοπτική και όχι με μέτρα μήνα με τον μήνα, στη λογική «βλέποντας και κάνοντας». Διαφορετικά, η απουσία σχεδιασμού θα οδηγήσει στο άτακτο κλείσιμο των καταστημάτων, που κανείς δεν επιθυμεί.

Γενικά, ο κλάδος της εστίασης στην Ελλάδα θεωρείται μάλλον κορεσμένος. Συμφωνείτε με την άποψη αυτή; Τι θα μπορούσε να κάνει την ειδοποιό διαφορά για την πραγματική ανάπτυξή του;

Ο κλάδος της εστίασης, σε όλο το εύρος του, εισφέρει συνολικά ετησίως περί τα 6 δισ. ευρώ στην ελληνική οικονομία (περίπου 3% του ΑΕΠ). Εξίσου σημαντικό είναι ότι προσφέρει εργασία σε περίπου 600.000 συμπολίτες μας και διατηρεί περισσότερα από 100.000 σημεία πώλησης σε όλη τη χώρα. Πρόκειται για κλάδο άμεσα συνδεδεμένο με τον τουρισμό, τη «βαριά βιομηχανία» της χώρας. Και το γεγονός ότι η εστίαση στην Ελλάδα εξακολουθεί να προσελκύει το ενδιαφέρον ξένων επενδυτών, διεθνών αλυσίδων, αλλά και κορυφαίων προσωπικοτήτων του χώρου δείχνει ότι η δυναμική της συνεχίζει να υπάρχει.

Ο κορεσμός που αναφέρετε, αφορά στην άναρχη ανάπτυξη που παρατηρείται στον κλάδο, απόρροια της οικονομικής κρίσης, από ανθρώπους χωρίς προηγούμενη πείρα ή απαιτούμενη γνώση. Τα αποτελέσματα αυτού του φαινομένου γιγαντώνονται τώρα, εν μέσω της κρίσης που προκάλεσε η πανδημία.

Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι πρέπει να αφήσουμε να χαθεί η ευκαιρία ανάπτυξης που προκύπτει και για τον κλάδο μας μέσα από την επανατοποθέτηση και αναβάθμιση του brand name ΕΛΛΑΔΑ παγκοσμίως. Συχνοί και ενδελεχείς έλεγχοι, εφαρμογή ηλεκτρονικών συναλλαγών και μείωση του συντελεστή ΦΠΑ στην εστίαση μπορούν να κάνουν την ειδοποιό διαφορά στην πραγματική ανάπτυξη του κλάδου.

Αντίστοιχα, ποια είναι η κατάσταση στον κλάδο των τροφίμων; Κρίνετε ότι χρειάζονται και σε αυτόν μέτρα στήριξης και, αν ναι, σε ποια κατεύθυνση;

Η αλλαγή στον τρόπο λειτουργίας των επιχειρήσεων λόγω της πανδημίας έφερε στο προσκήνιο με βίαιο τρόπο χρόνια προβλήματα του κλάδου. Είναι βέβαιο ότι χρειάζονται μέτρα στήριξης για τις επιχειρήσεις που απευθύνονται στην αγορά του HORECA. Ας εκμεταλλευθούμε, λοιπόν, την κρίση και ας σχεδιάσουμε, πέρα από τα άμεσα μέτρα που έχουν ληφθεί για την αναγκαία στήριξη τώρα, παρεμβάσεις σε βάθος χρόνου ώστε ο κλάδος να λειτουργήσει αναπτυξιακά για την ελληνική οικονομία. Αυτή είναι μια πρόκληση στην οποία πρέπει να ανταποκριθούμε.

Ευρύτερα μιλώντας, θεωρείτε ότι ο κλάδος των τροφίμων μπορεί να προσφέρει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην ελληνική οικονομία; Έχοντας μπροστά μας το Ταμείο Ανάκαμψης της Ε.Ε. και ένα ευρύτερο σχέδιο ανάταξης της οικονομίας μας, ποιον ρόλο πιστεύετε ότι μπορεί να διαδραματίσει;

Σύμφωνα με την Έκθεση FoodDrinkEurope «Data & Trends 2020», η βιομηχανία τροφίμων και ποτών της Ε.Ε. απασχολεί 4,82 εκατ. άτομα, δημιουργεί κύκλο εργασιών 1,2 τρισ. ευρώ και 266 δισ. ευρώ σε προστιθέμενη αξία, καθιστώντας την τη μεγαλύτερη βιομηχανία παραγωγής στην Ε.Ε. Είναι προφανές ότι ο κλάδος τροφίμων προσφέρει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην ελληνική οικονομία, με την προϋπόθεση ότι υπάρχει στόχευση και συστράτευση δυνάμεων.

Έχουμε στρατηγικό πλεονέκτημα όσο επικεντρωνόμαστε στην ποιότητα του παραγόμενου προϊόντος. Έχουμε την πρώτη ύλη. Τη γη για να την παράγουμε, τους ανθρώπους που γνωρίζουν. Ο πρωτογενής τομέας και η αγροτική παραγωγή αποτελούν νευραλγικό κομμάτι της ελληνικής οικονομίας. Πρέπει να συνδέσουμε στρατηγικά τον πρωτογενή τομέα με τη μεταποίηση, έτσι ώστε όλοι να έχουν να κερδίσουν με την επένδυση στην ποιότητα, μια πρακτική που ο Όμιλος Vivartia έχει υιοθετήσει και εφαρμόζει εδώ και πολλά χρόνια μέσω των εταιριειών του ΜΠΑΡΜΠΑ ΣΤΑΘΗ και ΔΕΛΤΑ.

Σ’ αυτό το νέο περιβάλλον, ποια είναι η θέση του Ομίλου MIG και της Vivartia; Ποιες είναι οι προτεραιότητες και η ευρύτερη στρατηγική;

Η Ελλάδα, και μέσα στην πανδημία, παραμένει ένας ιδιαίτερα ελκυστικός επενδυτικός προορισμός. Είναι φυσικό, λοιπόν, η αγορά των τροφίμων να είναι στο επίκεντρο αυτών των πρωτοβουλιών. Οι νέες επενδύσεις που θα γίνουν στον χώρο δημιουργούν προοπτικές για όλη την αλυσίδα παραγωγής και εμπορίας. Πρόσφατα, δεχτήκαμε πρόταση εξαγοράς της Vivartia από τη CVC Capital Partners, έναν από τους μεγαλύτερους ξένους επενδυτές στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια. Η εν λόγω επένδυση, εφόσον περατωθεί, αποδεικνύει την πίστη ενός ισχυρού επενδυτικού οργανισμού, τόσο στον κλάδο των τροφίμων όσο και στην ελληνική αγορά και τις δυνατότητές της.

 

v