Oι ανακοινώσεις για το Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, λίγο πριν τις τελευταίες ευρωεκλογές, αποτέλεσαν ευκαιρία για προεκλογικούς πανηγυρισμούς των πρωθυπουργών που το υιοθέτησαν.
Ακριβώς μετά τις εκλογές διαπιστώθηκε πως οι πανηγυρισμοί ήταν ένα προεκλογικό τρικ, η συμφωνία ήταν προϊόν συμβιβασμού με «νικητές στα σημεία» τα κράτη προορισμού των δευτερογενών ροών, πολλούς ηττημένους και χωρίς πραγματική δέσμευση για την υλοποίησή της.
Η κυβέρνηση της ΝΔ αναλώθηκε σε κορώνες περί αυστηρής φύλαξης των συνόρων ενώ αναφέρθηκε διεκπεραιωτικά στον αναλογικό επιμερισμό των αιτούντων άσυλο. Για πολλά χρόνια, ο αναλογικός επιμερισμός ήταν το σημείο που τέμνονταν οι θέσεις των ελληνικών κομμάτων, δηλαδή η εθνική γραμμή. Όμως, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας λειτούργησε περισσότερο ως μέλος του ΕΛΚ που πιστεύει πως τα ζητήματα που προκύπτουν θα λυθούν, μονοδιάστατα, στα σύνορα, με τη μείωση των παράτυπων εισόδων.
Το νέο Σύμφωνο θα ξεκινήσει να εφαρμόζεται τον Ιούλιο του 2026.
Στο σύστημα που καταργείται, η παράτυπη αποχώρηση από τη χώρα χιλιάδων μεταναστών και προσφύγων κάθε έτος, υπό μία έννοια, αποκαθιστούσε την αδικία ενός μηχανισμού που, αν είχε εφαρμοστεί πλήρως, τα κράτη των συνόρων θα περιέθαλπαν το σύνολο σχεδόν των προσφύγων στην ΕΕ. Το σύστημα που καταργείται δεν εφαρμοζόταν. Οι δευτερογενείς ροές, αν σε πρώτο επίπεδο αποκαθιστούσαν την αδικία, σε δεύτερο επίπεδο, καθιστούσαν «πολιτικά ασύμφορο» για τις κυβερνήσεις των κρατών των συνόρων να χαράξουν συνεκτικές πολιτικές ένταξης προσφύγων και μεταναστών.
Το νέο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο αφορά τη μία πλευρά της ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής. Αυτή που, στην εκκίνησή της, πολίτες τρίτων χωρών εισέρχονται χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις, για να κριθεί στη συνέχεια αν δικαιούνται προστασία και διαμονή στο ευρωπαϊκό έδαφος.
Η άλλη πλευρά αφορά τις ανάγκες μιας Ε.Ε. που γερνά, σε ανθρώπινες ενισχύσεις. Ανάγκες που αποδέχονται όλες οι κυβερνήσεις, αν και υπάρχει δισταγμός όταν οι πιθανές ενισχύσεις συνδέονται με το δημογραφικό ζήτημα.
Η ελληνική κυβέρνηση (όπως και άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις) διακηρύσσει πως δεν θα αποφασίζουν οι διακινητές ποιοι αλλοδαποί θα εισέρχονται και θα παραμένουν στη χώρα.
Υπό συνθήκες πλήρους εφαρμογής του Συμφώνου, πρόσφυγες (με δικαιώματα εργασίας και ίσης μεταχείρισης) και παράτυποι μετανάστες (χωρίς ή με περιορισμένα δικαιώματα) θα εγκλωβίζονται σε κράτη των συνόρων όπως η Ελλάδα. Η ελληνική εξαγγελία θα αφορά αποκλειστικά τα κράτη της ευρωπαϊκής ενδοχώρας. Αυτά θα έχουν, αυθεντικά, το δικαίωμα να επιλέξουν εργαζόμενους, είτε από το «απόθεμα» των εγκλωβισμένων στα σύνορα είτε απευθείας από τις χώρες προέλευσής τους.

Ομάδες προσφύγων και μεταναστών φτάνουν με φουσκωτές βάρκες στη Λέσβο από την Τουρκία. «Υπό συνθήκες πλήρους εφαρμογής του νέου Συμφώνου, πρόσφυγες με δικαιώματα εργασίας και ίσης μεταχείρισης και παράτυποι μετανάστες, χωρίς ή με περιορισμένα δικαιώματα, θα εγκλωβίζονται σε κράτη των συνόρων όπως η Ελλάδα», λέει ο γραμματέας του τομέα μεταναστευτικής πολιτικής του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, Β. Χρονόπουλος
Από το καλοκαίρι του 2025, φιλοκυβερνητικά δημοσιεύματα αναφέρουν πως η κυβέρνηση υπολογίζει 20.000 δικαιούχους ασύλου κάθε έτος, που θα καλύπτουν μέρος των αναγκών σε εργατικό δυναμικό. Προφανώς, η κυβερνητική ειλικρίνεια σχετίζεται με τα διαφαινόμενα αδιέξοδα του νέου Συμφώνου και τη διαχείρισή τους. Με τη διαχείριση του πολιτικού κόστους.
Θα είναι οι εγκλωβισμένοι το μεγαλύτερο μέρος του νέου εργατικού δυναμικού της χώρας;
Αν και το περίπλοκο νομικό πλαίσιο του Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο είναι ήδη αποφασισμένο, παραμένει σε εκκρεμότητα το σχέδιο εφαρμογής του. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαβουλεύεται με, μάλλον προκλητική, μυστικότητα με τις κυβερνήσεις των κρατών, τα εθνικά σχέδια που θα συναποτελέσουν το κοινό ευρωπαϊκό σχέδιο εφαρμογής του Συμφώνου. Αυτό που παρουσιάζεται ως τεχνική συζήτηση μεταξύ ειδικών κρύβει σημαντικές πολιτικές αποφάσεις. Για παράδειγμα, η μη πρόβλεψη διαδικασιών και δομών για τη μετεγκατάσταση, που αποτελούν προνόμιο διακριτικής ευχέρειας για την πλειονότητα των κρατών-μελών.
Ο Ιούλιος του 2026 πλησιάζει. Αυτά που σήμερα είναι απόρρητα, θα αποκαλύπτονται και θα πρέπει να εφαρμοστούν.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται ένα κοινό Σύστημα Ασύλου και Μετανάστευσης. Εφαρμόσιμο και βιώσιμο.
Η βιωσιμότητα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το πόσο δίκαιο θα είναι για τα κράτη-μέλη των συνόρων αλλά και για τους ίδιους τους πρόσφυγες.
Η βιωσιμότητα, πλέον, είναι στα χέρια όσων κρατών-μελών, κυρίως των πιο ισχυρών οικονομικά, αποφασίσουν να διορθώσουν εθελοντικά και σε σταθερή βάση τα προβλήματα έλλειψης αναλογικότητας στον επιμερισμό του νεοεισερχόμενου πληθυσμού.
Αλλιώς, το νέο σύστημα, νομοτελειακά, θα καταρρεύσει. Είτε γιατί τα κράτη-μέλη των συνόρων θα αδιαφορήσουν για τη νομική τους υποχρέωση να γίνουν η buffer zone της μεταναστευτικής πολιτικής της Ένωσης, είτε γιατί η «νομιμοφροσύνη» τους θα δημιουργήσει κοινωνικά και νομικά ζητήματα που θα υπερβαίνουν την τυπική ισχύ των Κανονισμών της Ε.Ε.
Η ρευστότητα της συγκυρίας και οι προβληματισμοί που δημιουργεί δεν πρέπει να οδηγήσουν στην υποτίμηση του επείγοντος των αναγκών της ελληνικής οικονομίας σε ανθρώπινο δυναμικό.
Η προσπάθεια για την οργάνωση ενός αποτελεσματικού συστήματος προσέλκυσης, επιστροφής αλλά και παραμονής του δυναμικού που χρειάζεται η οικονομία γίνεται μέσα σε ένα πλαίσιο σκληρού ευρωπαϊκού ανταγωνισμού. Σε αυτόν τον ανταγωνισμό, η Ελλάδα, που δεν μπορεί σήμερα να υποσχεθεί θελκτικές αμοιβές, θα πρέπει να αποφασίσει με ρεαλισμό και σοβαρότητα τι είναι αυτό που μπορεί να υποσχεθεί σε πολίτες τρίτων χωρών, για να αποφασίσουν να συνδέσουν τη δική τους τύχη με την τύχη της χώρας. Πρακτικά, αφού δεν μπορεί να δώσει χρήματα, να υποσχεθεί ελπίδα, ασφάλεια και δικαιώματα. Για τη σημερινή κυβέρνηση της χώρας, η τελευταία λέξη είναι σχεδόν απαγορευμένη.
*O κ. Βασίλης Χρονόπουλος είναι Γραμματέας Τομέα Μεταναστευτικής Πολιτικής ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής.