Στην καρδιά της ελληνικής οικονομίας, η φαρμακευτική βιομηχανία ξεχωρίζει ως ένας δυναμικός και στρατηγικός πυλώνας, ικανός να συνδυάσει την επιχειρηματική ανάπτυξη με την κοινωνική ευημερία. Η συμβολή του κλάδου δεν περιορίζεται στην απασχόληση ή στην παραγωγή φαρμάκων· επεκτείνεται στην ενίσχυση των εξαγωγών, στην προσέλκυση επενδύσεων και στην ανάπτυξη καινοτομίας, όπως καταδεικνύει πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ.
Παρά τις γενικότερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική μεταποίηση, η εγχώρια φαρμακοβιομηχανία διατηρεί αξιοσημείωτη παρουσία στην Ευρώπη. Σήμερα, οι ελληνικές μονάδες παράγουν πάνω από το 10% των off-patent φαρμάκων στην ΕΕ, σε μια ήπειρο με περίπου 400 τέτοιες μονάδες, ενώ ο ελληνικός πληθυσμός αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 3% του συνολικού ευρωπαϊκού. Το ύψος των επενδύσεων ξεπερνά το 1,2 δισ. ευρώ, και η προστιθέμενη αξία του κλάδου στο ελληνικό σύστημα υγείας και στην οικονομία γενικότερα αναγνωρίζεται ευρέως από ειδικούς και αναλυτές.
Η στρατηγική σημασία της βιομηχανίας γίνεται ακόμη πιο εμφανής, αν αναλογιστεί κανείς τη σημασία των κινήτρων που έχουν θεσπιστεί τα τελευταία χρόνια, όπως το επενδυτικό clawback και άλλα χρηματοδοτικά εργαλεία. Αυτά τα μέτρα δεν περιορίζονται στη στήριξη της παραγωγής· δημιουργούν νέες και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας, προσελκύουν περαιτέρω επενδύσεις και ενισχύουν την εξωστρέφεια των ελληνικών φαρμακευτικών επιχειρήσεων.
Σε αυτό το πλαίσιο, η DEMO αναδεικνύεται ως πρωτοπόρος, υλοποιώντας το μεγαλύτερο επενδυτικό πρόγραμμα στον κλάδο. Το πρόγραμμα εστιάζει σε τομείς με υψηλή αναπτυξιακή δυναμική, όπως η παραγωγή φαρμάκων και δραστικών πρώτων υλών κρίσιμης σημασίας, η ανάπτυξη νέων συστημάτων χορήγησης ενέσιμων φαρμάκων και η παραγωγή βιοφαρμακευτικών προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων μονοκλωνικών αντισωμάτων. Μέσα από αυτές τις δράσεις, η εταιρεία συμβάλλει ουσιαστικά στη διασφάλιση της επάρκειας κρίσιμων φαρμάκων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, υποστηρίζοντας την επίτευξη της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης στον τομέα της υγείας.

Η πρόσβαση σε κρίσιμα φάρμακα αποτελεί μείζον ζήτημα για την Ε.Ε., δεδομένου ότι η έλλειψή τους θέτει σε άμεσο κίνδυνο την υγεία των ασθενών. Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί έχουν ήδη κινηθεί προς τη δημιουργία ενός ευρέος πλέγματος μέτρων, βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων, για την αντιμετώπιση των ελλείψεων.
Σημαντικότερο μέτρο αποτελεί η πρόταση νομοθετικής πράξης για τα φάρμακα κρίσιμης σημασίας (EU Critical Medicines Act), η οποία περιλαμβάνει εργαλεία βιομηχανικής πολιτικής και κίνητρα για ενίσχυση της παραγωγής στην Ε.Ε., ενώ παράλληλα στοχεύει στην ενδυνάμωση των αλυσίδων εφοδιασμού, ώστε να γίνουν πιο ανθεκτικές και αποτελεσματικές. Η νομοθεσία αυτή καθιστά την Ευρώπη μια πιο ελκυστική αγορά για την παραγωγή κρίσιμων φαρμάκων και διευκολύνει τις επενδύσεις εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον συγκεκριμένο τομέα.
Η ελληνική φαρμακοβιομηχανία βρίσκεται σε κομβικό σημείο, όπου οι κοινωνικές και οικονομικές προκλήσεις μπορούν να μετατραπούν σε ευκαιρίες. Η χώρα διαθέτει τα μέσα και την τεχνογνωσία να αναδειχθεί σε κέντρο παραγωγής φαρμάκων για ολόκληρη την Ευρώπη, επωφελούμενη από τα υπάρχοντα κίνητρα και τις στρατηγικές επενδύσεις. Αυτή η δυναμική ενισχύει όχι μόνο την οικονομία, αλλά και την κοινωνική συνοχή, αφού η διασφάλιση της διαθεσιμότητας των φαρμάκων κρίσιμης σημασίας αποτελεί βασική προτεραιότητα για την προστασία των ασθενών.

Η στρατηγική ανάπτυξη του κλάδου εξαρτάται από τη διατήρηση της επενδυτικής σταθερότητας, την ενίσχυση της καινοτομίας και την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών εργαλείων που υποστηρίζουν την παραγωγή κρίσιμων φαρμάκων. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η φαρμακοβιομηχανία αναδεικνύεται ως μοχλός βιώσιμης ανάπτυξης, καινοτομίας και διεθνούς συνεργασίας.
Με τις κατάλληλες πολιτικές, τις στρατηγικές επενδύσεις και την τεχνογνωσία των ελληνικών επιχειρήσεων, η χώρα έχει τη δυνατότητα να παίξει ηγετικό ρόλο στον ευρωπαϊκό φαρμακευτικό τομέα. Η Ελλάδα μπορεί να μετατραπεί σε κόμβο παραγωγής φαρμάκων κρίσιμης σημασίας, αποδεικνύοντας ότι ακόμη και σε περιβάλλον προκλήσεων, η χώρα διαθέτει τα εφόδια να συνδυάσει επιχειρηματική ανάπτυξη με δημόσιο συμφέρον, ενισχύοντας την ασφάλεια των Ευρωπαίων ασθενών και την ευρωπαϊκή αυτονομία στον χώρο της υγείας.