Η υγεία αποτελεί διαχρονικά μία από τις μεγαλύτερες αγωνίες και ταυτόχρονα προσδοκίες των πολιτών. Δεν είναι τυχαίο ότι βρίσκεται σταθερά στις πρώτες θέσεις των κοινωνικών ερευνών, ως κορυφαία προτεραιότητα. Το Εθνικό Σύστημα Υγείας, που αποτέλεσε μεταπολιτευτική κατάκτηση της ελληνικής κοινωνίας, βρίσκεται σήμερα στο επίκεντρο μιας μεγάλης πρόκλησης: να ανταποκριθεί στις σύγχρονες ανάγκες, να παραμείνει κοντά στον πολίτη και να προσφέρει ποιοτικές υπηρεσίες, χωρίς να αναπαράγει τις στρεβλώσεις και την οικονομική μη βιωσιμότητα του παρελθόντος.
Το ιδανικό «μείγμα» πολιτικής στον τομέα της Υγείας δεν μπορεί να είναι μονοδιάστατο. Απαιτεί έναν συνδυασμό μέτρων που αφενός θα ενισχύουν τον δημόσιο χαρακτήρα του ΕΣΥ, αφετέρου θα αξιοποιούν την καινοτομία, την τεχνολογία και τις συνεργασίες με τον ιδιωτικό τομέα εκεί όπου αυτό είναι παραγωγικό και ωφέλιμο για τον πολίτη. Ο στόχος μας είναι σαφής: ένα ΕΣΥ που να παραμένει δημόσιο, καθολικό και προσβάσιμο, αλλά ταυτόχρονα ευέλικτο, βιώσιμο και αποδοτικό.
Πρώτος πυλώνας αυτής της πολιτικής είναι η επένδυση στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας. Η διεθνής εμπειρία έχει δείξει ότι τα ισχυρά Συστήματα Υγείας είναι εκείνα που διαθέτουν οργανωμένη πρωτοβάθμια φροντίδα, όπου ο πολίτης βρίσκει άμεση πρόσβαση σε γιατρό, σε διαγνωστικές εξετάσεις και σε υπηρεσίες πρόληψης. Στη χώρα μας, το μεγάλο βάρος συχνά πέφτει στα νοσοκομεία, οδηγώντας σε συμφόρηση, λίστες αναμονής και σπατάλη πόρων. Η ενίσχυση των Τοπικών Μονάδων Υγείας, η στελέχωση με οικογενειακούς γιατρούς και η λειτουργία δικτύων πρωτοβάθμιας περίθαλψης σε κάθε περιφέρεια της χώρας, αποτελούν βασικό ζητούμενο. Ένα ισχυρό πρώτο «φίλτρο» Υγείας όχι μόνο βελτιώνει την ποιότητα των υπηρεσιών αλλά και μειώνει τις περιττές δαπάνες.
Δεύτερος πυλώνας είναι η ψηφιακή μετάβαση. Σήμερα διαθέτουμε τα εργαλεία για να οργανώσουμε καλύτερα το ΕΣΥ -με ηλεκτρονικό φάκελο ασθενούς, τηλεϊατρική, συστήματα παρακολούθησης χρόνιων παθήσεων και «έξυπνη» διαχείριση των ραντεβού και των εισαγωγών. Αυτές οι εφαρμογές δεν αποτελούν πολυτέλεια· είναι αναγκαιότητα για να περιοριστούν η γραφειοκρατία, οι άσκοπες εξετάσεις και οι διπλές δαπάνες. Ταυτόχρονα, δίνουν τη δυνατότητα στους γιατρούς να παρακολουθούν με ακρίβεια το ιστορικό του ασθενούς και στον πολίτη να έχει άμεση πληροφόρηση και πρόσβαση στο σύστημα.

«Η Υγεία απαιτεί μέτρα που θα ενισχύσουν το ΕΣΥ, αξιοποιώντας την καινοτομία, την τεχνολογία και τις συνεργασίες με τον ιδιωτικό τομέα, εκεί όπου αυτό είναι παραγωγικό και ωφέλιμο για τον πολίτη», επισημαίνει ο υπουργός Υγείας, Αδωνις Γεωργιάδης
Τρίτος πυλώνας είναι η επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό. Χωρίς γιατρούς, νοσηλευτές, επιστήμονες Υγείας και διοικητικό προσωπικό με αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και προοπτικές εξέλιξης, κανένα σύστημα δεν μπορεί να λειτουργήσει. Η διαρροή Ελλήνων επιστημόνων στο εξωτερικό αποτελεί πρόκληση που οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε με καλύτερες αμοιβές, κίνητρα επιστροφής και επαγγελματικές ευκαιρίες. Παράλληλα, απαιτείται συνεχής επιμόρφωση και αξιολόγηση, ώστε να εξασφαλίζεται η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Τέταρτος πυλώνας είναι η πρόληψη και η δημόσια υγεία. Ένα βιώσιμο σύστημα δεν μπορεί να στηρίζεται μόνο στη θεραπεία των ασθενειών. Οφείλουμε να επενδύσουμε στην πρόληψη, στον προσυμπτωματικό έλεγχο, στους εμβολιασμούς, στη διατροφή, στη φυσική άσκηση και στην προστασία του περιβάλλοντος. Το κόστος των χρόνιων νοσημάτων για το ΕΣΥ είναι τεράστιο και μπορεί να περιοριστεί, αν η πολιτεία επενδύσει συστηματικά σε προγράμματα αγωγής υγείας που ξεκινούν από τα σχολεία και φτάνουν σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Η υγεία είναι υπόθεση καθημερινής στάσης ζωής και όχι μόνο ιατρικής παρέμβασης.
Σε αυτό το πλαίσιο, η γήρανση του πληθυσμού αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της εποχής μας. Στη χώρα μας, όπως και σε ολόκληρη την Ευρώπη, το ποσοστό των ηλικιωμένων αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς. Αυτό σημαίνει περισσότερες ανάγκες για φροντίδα, για διαχείριση χρόνιων νοσημάτων, για υπηρεσίες αποκατάστασης και μακροχρόνιας περίθαλψης. Η γήρανση, αν δεν αντιμετωπιστεί με σχέδιο, μπορεί να οδηγήσει σε εκρηκτική αύξηση των δαπανών και σε κοινωνική πίεση.
Η απάντηση βρίσκεται σε ένα νέο μοντέλο ολοκληρωμένης φροντίδας για τους ηλικιωμένους: με κατ’ οίκον νοσηλεία, με κέντρα ημερήσιας φροντίδας, με δομές αποκατάστασης και με αξιοποίηση της τεχνολογίας για την απομακρυσμένη παρακολούθηση. Παράλληλα, απαιτείται συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση, με κοινωνικές υπηρεσίες και με την οικογένεια, ώστε να δημιουργηθεί ένα δίκτυο φροντίδας που να στηρίζει τον ηλικιωμένο πολίτη, χωρίς να τον απομονώνει.
Η Υγεία δεν είναι μόνο δαπάνη· είναι και επένδυση. Ένα υγιές εργατικό δυναμικό είναι παραγωγικό, μειώνει τις ημέρες απουσίας, ενισχύει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Η πρόληψη των ασθενειών και η βελτίωση της ποιότητας ζωής δεν προσφέρουν μόνο κοινωνικά οφέλη αλλά και οικονομικά. Η βιωσιμότητα του Συστήματος Υγείας εξαρτάται ακριβώς από αυτήν την ισορροπία: δημόσιο και καθολικό χαρακτήρα, αλλά με έξυπνη διαχείριση πόρων και έμφαση στην αποδοτικότητα. Η Υγεία δεν μπορεί να ιδωθεί μόνο ως κόστος ούτε μόνο ως υπηρεσία. Είναι δικαίωμα, είναι δημόσιο αγαθό, αλλά είναι και μοχλός ανάπτυξης. Με αυτό το πνεύμα εργαζόμαστε στο Υπουργείο Υγείας, ώστε το ΕΣΥ να παραμείνει κοντά στον πολίτη, αλλά και να προσαρμόζεται στις απαιτήσεις της εποχής, με σεβασμό στον άνθρωπο και με διορατικότητα για το μέλλον.
*Ο κ. Άδωνις Γεωργιάδης είναι Υπουργός Υγείας.