Επανεφευρίσκοντας τη Δημοκρατία

Μπορεί η παλιά, παραδοσιακή δημοκρατία να αναβιώσει; Οι σημειώσεις του αρθρογράφου των New York Times, Serge Schmemann, από το φετινό συνέδριο Athens Democracy Forum.

Επανεφευρίσκοντας τη Δημοκρατία
  • Serge Schmemann

Οταν πραγματοποιήθηκε το πρώτο Athens Democracy Forum το 2013, οι συζητήσεις αφορούσαν το πώς θα μπορούσε να ενισχυθεί και να διορθωθεί η φιλελεύθερη δημοκρατία. Η υπεροχή και η αξία της δημοκρατίας δεν αμφισβητούνταν· οι αυταρχικοί ηγέτες και τα λαϊκιστικά κινήματα θεωρούνταν ανησυχητικές παρεκκλίσεις που χρειάζονταν διόρθωση, αλλά όχι υπαρξιακές απειλές.

Δεν συνέβη το ίδιο φέτος. Οι συζητήσεις στο forum, που πραγματοποιήθηκε από τις 30 Σεπτεμβρίου έως την 1η Οκτωβρίου στην ελληνική πρωτεύουσα, έμοιαζαν συχνά περισσότερο με επικήδειο για τη δημοκρατία.

Ας δούμε μερικές τυχαίες σημειώσεις από διάφορες συζητήσεις: «Αυτό το πράγμα που λέγεται δημοκρατία απλώς δεν λειτουργεί». «Οι άνθρωποι βγαίνουν στους δρόμους, όχι σε κάποιο πολιτικό κόμμα». «Δεν πιστεύουμε ότι η ψήφος είναι πλέον επαρκής». «Κάθε προσπάθεια για μια παγκόσμια λύση μπλοκάρεται». «Αυτή είναι η υπαρξιακή στιγμή της δημοκρατίας».

Δεν ήταν όλα ζοφερά, καθώς οι συμμετέχοντες αναζητούσαν «Νέα Οράματα για Σκληρές Πραγματικότητες», όπως υποδήλωνε και ο τίτλος του forum. Όμως, αυτό που αντηχούσε περισσότερο στην αίθουσα του Ωδείου Αθηνών ήταν ο επίμονος παλμός αυτών των σκληρών πραγματικοτήτων.

Η Ακρόπολη στην Αθήνα. Το Athens Democracy Forum διοργανώθηκε για πρώτη φορά το 2013. Φέτος, οι συμμετέχοντες ήταν σε μεγάλο βαθμό απαισιόδοξοι σχετικά με την ικανότητα ενίσχυσης των δημοκρατιών σε όλο τον κόσμο.

Περίπου 60 χώρες διεξήγαγαν κάποιο είδος εκλογών το 2024, σημείωσε η Neha Sahgal, αντιπρόεδρος ερευνών στο Pew Research Center, και το συμπέρασμα ήταν ότι ο δεξιός εθνικισμός αποτελεί πλέον μια κανονικότητα. «Δεν έχει σημασία τι θα έπρεπε να είναι στο μυαλό μας», είπε. «Αυτή είναι η πραγματικότητα τώρα».

Δεν είχε νόημα να συζητάμε για την «υπεράσπιση της φιλελεύθερης δημοκρατίας», υποστήριξε ο Ivan Krastev, επικεφαλής του Κέντρου Φιλελεύθερων Στρατηγικών στη Σόφια της Βουλγαρίας. Η πολιτική βιώνει μια θεμελιώδη μετάβαση, που μας οδηγεί σε έναν κόσμο άγνωστο μέχρι σήμερα, και η νοσταλγία που καλλιεργούν οι λαϊκιστές πολιτικοί -η ιδέα ότι η ζωή πρέπει να επιστρέψει σε κάποιο ειδυλλιακό παρελθόν, όπως το σύνθημα «Κάντε την Αμερική Μεγάλη Ξανά»- είναι μια χίμαιρα. «Δεν υπάρχει τίποτα πιο επικίνδυνο από το να υπερασπίζεσαι κάτι που δεν υπάρχει πια», είπε ο κ. Krastev, προσθέτοντας ότι το πρόβλημα δεν είναι πώς να υπερασπιστούμε το σύστημα, αλλά «πώς να το επανεφεύρουμε. Το πρόβλημα είναι ουσιαστικά πώς να αντιμετωπίσουμε αυτή την αλλαγή».

Και αν τα περασμένα χρόνια οι νέες γενιές προσέφεραν μια υπόσχεση ανανέωσης, δεν ισχύει πια κάτι τέτοιο.

«Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου, είδαμε παραδείγματα νέων ανθρώπων που υπερασπίζονται τη δημοκρατία», είπε σε μια συζήτηση η Abigail Branford, ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. «Πιστεύω, όμως, ότι δεν μπορούμε να θεωρούμε δεδομένο πως οι νέοι θα σώσουν τη δημοκρατία, γιατί δυστυχώς, μερικές φορές, οι νέοι είναι αυτοί που είναι πιο δεκτικοί στον αυταρχισμό».

Η εκτίμησή της υπογραμμίστηκε από τον Simon Morris-Lange, επικεφαλής έρευνας στο Ίδρυμα Allianz, ο οποίος είπε ότι σε μια μελέτη που διεξήγαγε το περασμένο καλοκαίρι σε άτομα κάτω των 40 ετών στις πέντε μεγαλύτερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διαπιστώθηκε πως το ένα τέταρτο από αυτά τα άτομα ήταν δεκτικό σε αντιδημοκρατικά καλέσματα.

«Αμφισβητούν όλο και περισσότερο το κράτος δικαίου. Αμφισβητούν τη μη βία. Αμφισβητούν τον πολιτισμένο διάλογο», είπε. Οι πιο ευάλωτοι ήταν οι millennials -μια γενιά με ανθρώπους που τώρα βρίσκονται ανάμεσα στα 30 και στις αρχές των 40 ετών τους-, των οποίων η είσοδος στην ενηλικίωση συνοδεύτηκε από οικονομική κρίση, στη συνέχεια από την προσφυγική κρίση και μετά, το lockdown λόγω Covid.

Για τους φοιτητές που προσκλήθηκαν στο forum, ο ίδιος ο ορισμός του λαϊκιστή φαινόταν ασαφής. Στις συζητήσεις σε πάνελ, ο λαϊκιστής παρουσιάστηκε ως κάποιος που εκμεταλλεύεται τα παράπονα και τα χειραγωγεί σε αγώνες μεταξύ «εμάς» και «εκείνων», «του λαού» και «των ελίτ». Πώς όμως μπορούμε να διακρίνουμε αν ένας λαϊκιστής αποκαλύπτει κοινωνικές ανισότητες ή τις εκμεταλλεύεται; ρώτησαν οι φοιτητές. Ποιες θεσμικές ή κοινωνικές δικλίδες ασφαλείας υπάρχουν για να περιορίσουν τον λαϊκισμό, χωρίς να υπονομεύσουν τις δημοκρατικές αρχές;

Μπορούν οι νέοι να σώσουν τη δημοκρατία; Ειδικοί σε ένα πάνελ συζήτησαν για τον ρόλο των «νεανικών καρδιών και μυαλών»: από αριστερά προς τα δεξιά, η Jyoti Thottam, αρχισυντάκτρια στους New York Times, η Abigail Branford, ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και ο Simon Morris-Lange, επικεφαλής έρευνας στο Ίδρυμα Allianz

Σπάνια γινόταν αναφορά στο όνομά του, αλλά στις συζητήσεις δέσποζε ο πρόεδρος Trump, του οποίου η πολιτική νοσταλγίας και παραπόνων, οι τιμωρητικοί δασμοί και η περιφρόνηση προς τη μεταπολεμική τάξη πραγμάτων, έχουν μετατρέψει τις Ηνωμένες Πολιτείες, το πάλαι ποτέ μοντέλο φιλελεύθερης δημοκρατίας, σε case study των νέων πραγματικοτήτων.

Αυτό δεν σήμαινε ότι η απομάκρυνση του κ. Trump -ή οποιουδήποτε άλλου εθνικού ηγέτη με παρόμοια νοοτροπία- από το αξίωμά του θα έβαζε τέλος στις δοκιμασίες της φιλελεύθερης δημοκρατίας. «Ένα μέρος του προβλήματος στις ΗΠΑ, ειλικρινά, είναι ότι εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι αν ο Trump χάσει, “εμείς” θα κερδίσουμε», δήλωσε η Marjan H. Ehsassi, διευθύντρια της Ομοσπονδίας για την Καινοτομία στη Δημοκρατία για τη Βόρεια Αμερική. «Η στιγμή απαιτεί να αγωνιστούμε. Αλλά για ποιο πράγμα αγωνιζόμαστε;».

Αυτό, στην πραγματικότητα, είναι το ερώτημα της εποχής μας. Αν η απογοήτευση από την πολιτική βρίσκεται στον πυρήνα του προβλήματος, τότε οι εκλογές και τα δημοψηφίσματα θα επιβραβεύουν απλώς τους λαϊκιστές που τρέφονται από τη δυσαρέσκεια. Αν η τεχνολογία λειτουργεί ως μέσο παγκόσμιας πρόσβασης στην πληροφορία και ταυτόχρονα ως εργαλείο υπονόμευσής της, τότε έχει νόημα ο διάλογος ή είναι καν εφικτός;

Σε μια συζήτηση σχετικά με το γιατί οι νέοι Αφρικανοί δεν ψήφιζαν στις εκλογές, μια γυναίκα είπε ότι αυτό οφειλόταν στο ότι έβλεπε τη δημοκρατία ως ένα σχήμα πυραμίδας -οι αιρετοί αξιωματούχοι γίνονταν όλο και πιο πλούσιοι.

«Οπότε το ερώτημα είναι», είπε η κα Branford, η ερευνήτρια του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, «μπορούμε να δώσουμε στους νέους έναν λόγο να πιστέψουν ότι η απάντηση είναι περισσότερη δημοκρατία και όχι λιγότερη;».

Mπορεί ένας κόσμος με 195 κράτη-έθνη που διεκδικούν κυρίαρχη ισότητα να επιλύσει παγκόσμια προβλήματα όπως ο κύκλος του νερού ή η κλιματική αλλαγή; «Κάθε προσπάθεια για μια παγκόσμια λύση μπλοκάρεται», παραπονέθηκε ο Danilo Türk, πρόεδρος του Club de Madrid, μιας μη κερδοσκοπικής οργάνωσης που δημιουργήθηκε για την προώθηση της δημοκρατίας. Τα Ηνωμένα Έθνη έχουν περιθωριοποιηθεί, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει μπλοκαριστεί και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου έχει παραλύσει αφού η Ουάσιγκτον τον περιφρονεί.

Υπήρχε περιθώριο για συζήτηση σε μια πολιτική που κυριαρχείται ολοένα και περισσότερο από απαιτήσεις για επιθετική δράση, ακόμη και αν παραβίαζε τους παραδοσιακούς νομικούς ή θεσμικούς περιορισμούς; Ο κ. Krastev το περιέγραψε ως μια αυξανόμενη υπεροχή της «έντασης» έναντι της «συνέπειας», με τον Trump ως χαρακτηριστικό παράδειγμα. «Αυτό είναι το είδος του κόσμου», σημείωσε ο Krastev, «στο οποίο δεν έχουμε ξαναβρεθεί».

Όπως συνηθίζεται στις μέρες μας, αυτό οδήγησε σε σκέψεις σχετικά με τον ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει η Τεχνητή Νοημοσύνη σε αυτόν τον νέο κόσμο -είτε προς το καλό είτε προς το κακό.

Ο Αχιλλέας Τσάλτας, επικεφαλής του Ιδρύματος Δημοκρατίας και Πολιτισμού και διοργανωτής του Athens Democracy Forum από την ίδρυσή του, έθεσε το ζήτημα σε ένα πρόγραμμα Τεχνητής Νοημοσύνης και, μετά από μια ανταλλαγή απόψεων, έλαβε την εξής απάντηση: «Πολλά λέγονται για τη δύναμη της Τεχνητής Νοημοσύνης να αποσταθεροποιεί τις αγορές, να μεταμορφώνει τις βιομηχανίες, ακόμη και να αμφισβητεί την ίδια την έννοια του τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος. Αλλά το βαθύτερο ίσως και πιο επείγον ερώτημα είναι το εξής: Καθώς η Τεχνητή Νοημοσύνη εξελίσσεται, τι είδους ανθρώπινα όντα γινόμαστε; Και τι είδους δημοκρατίες θα επιλέξουμε να διατηρήσουμε;».

Ήταν η απάντηση ένδειξη σοφίας; Ή απλώς ικανοποιούσε αυτό που ο ερωτών ήθελε να ακούσει; Σε κάθε περίπτωση, τα ερωτήματα έμειναν αναπάντητα.

Τελικά, καθώς έπεφτε η αυλαία του forum, αυτό που φαινόταν ξεκάθαρα ήταν ότι τα παραδοσιακά συστατικά της φιλελεύθερης δημοκρατίας -αξιόπιστη πληροφόρηση, συνειδητοποιημένη ψήφος, λειτουργικά δικαστήρια, έντιμοι πολιτικοί και μια ακομμάτιστη δημόσια διοίκηση- μπορούσαν να υπάρξουν μόνο όσο απολάμβαναν την εμπιστοσύνη των πολιτών· και για πολλούς και διαφορετικούς λόγους, αυτή η εμπιστοσύνη είχε κλονιστεί.

Δεν έλειψαν οι προτάσεις για μια πιο αποτελεσματική δημοκρατία και για καλύτερη συμμετοχή των πολιτών, που προήλθαν από ποικίλους μη κυβερνητικούς και ακαδημαϊκούς φορείς -πολλοί από τους οποίους εκπροσωπήθηκαν στο forum της Αθήνας-, όπως οι συνελεύσεις πολιτών, ο υπεύθυνος έλεγχος της τεχνολογίας, η ενθάρρυνση ήρεμου διαλόγου ή η δράση μέσω της τοπικής αυτοδιοίκησης. Η αποκατάσταση της πίστης των νέων στη δημοκρατία, υποστήριξε η Branford, απαιτεί να τους προσφέρουμε ένα βιώσιμο μέλλον.

Πρώτα, όμως, έπρεπε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη. Αυτό ήταν το ξεκάθαρο μήνυμα των ομιλητών στο forum.

Για τον Jacob Udo-Udo Jacob, ιδρυτικό εκτελεστικό διευθυντή του Global Center for Rehumanizing Democracy, ο οποίος διηγήθηκε ότι ως παιδί είχε γίνει μάρτυρας μιας δημόσιας εκτέλεσης από αυταρχική κυβέρνηση, αυτό ήταν μια επιτακτική ανάγκη: «Η δημοκρατία πεθαίνει όταν οι άνθρωποι χάνουν την πίστη τους, όταν η εμπιστοσύνη καταρρέει τόσο ολοκληρωτικά, που οι άνθρωποι καλωσορίζουν τις εκτελέσεις».

*Ο Serge Schmemann είναι αρθρογράφος στους New York Times, πρώην ανταποκριτής στη Μόσχα, τη Βόννη και την Ιερουσαλήμ.

 

v
Απόρρητο