Παχυσαρκία, μία «σιωπηλή επιδημία»

Μια νόσος με σημαντικές υγειονομικές, κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες, που καθιστά αναγκαία την ύπαρξη εθνικής στρατηγικής για την αντιμετώπισή της.

Παχυσαρκία, μία «σιωπηλή επιδημία»
  • Σπύρος Φιλιώτης

Η παχυσαρκία αποτελεί τη «σιωπηλή επιδημία» του 21ου αιώνα, λόγω της αυξανόμενης συχνότητάς της και της συσχέτισής της με σοβαρά προβλήματα υγείας. Ετησίως 1,6 εκατομμύρια πρόωροι θάνατοι από μη μεταδοτικές ασθένειες όπως ο διαβήτης, ο καρκίνος, οι καρδιακές παθήσεις και τα εγκεφαλικά επεισόδια προκαλούνται από την παχυσαρκία, σύμφωνα με στοιχεία του worldobesity.org.

Η παχυσαρκία συνδέεται με σημαντικότατες οικονομικές επιπτώσεις καθώς:

Αυξάνει το κόστος υγειονομικής περίθαλψης, αφού αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου εμφάνισης χρόνιων ασθενειών, όπως οι καρδιαγγειακές παθήσεις, ο διαβήτης τύπου 2, ορισμένοι τύποι καρκίνου και μυοσκελετικές παθήσεις.

Μειώνει την παραγωγικότητα. Οι εργαζόμενοι που πάσχουν από παχυσαρκία μπορεί να παρουσιάσουν αυξημένη απουσία από την εργασία, μειωμένη παραγωγικότητα και πρόωρη συνταξιοδότηση, οδηγώντας σε οικονομικές απώλειες για τους εργοδότες και την οικονομία γενικότερα.

• Τα άτομα με παχυσαρκία μπορεί να έχουν χαμηλότερο εισόδημα και λιγότερες ευκαιρίες απασχόλησης λόγω διακρίσεων.

Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι το κόστος της αδράνειας είναι μεγάλο. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η παχυσαρκία και οι παθήσεις που σχετίζονται με αυτήν απορροφούν πάνω από το 2% του ΑΕΠ.

Επιπλέον, η παχυσαρκία συνδέεται με στίγμα, κοινωνικές διακρίσεις και ψυχολογικές επιπτώσεις:

• Τα άτομα με παχυσαρκία συχνά αντιμετωπίζουν στίγμα, διακρίσεις και αίσθημα ντροπής, γεγονός που επηρεάζει την κοινωνική τους ζωή, τις σχέσεις και την ευημερία τους.

• Η παχυσαρκία είναι στενά συνδεδεμένη με ψυχολογικά προβλήματα όπως η κατάθλιψη, το άγχος και η χαμηλή αυτοεκτίμηση.

Για δεκαετίες, η παχυσαρκία ήταν απλώς ένα αισθητικό ζήτημα και οι κοινωνίες την αντιμετώπιζαν ως «ατομική ευθύνη».

Όμως πλέον, πρέπει να αλλάξει ριζικά ο τρόπος που την προσεγγίζουμε. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) έχει αναγνωρίσει την παχυσαρκία ως νόσο και ως ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα δημόσιας υγείας του αιώνα μας. Η παχυσαρκία δεν είναι επιλογή, αλλά σύνθετη χρόνια ασθένεια. Η αναγνώρισή της ως τέτοιας από όλους είναι κομβική.

Εάν δεν υπάρξουν παρεμβάσεις με χάραξη εθνικής στρατηγικής των κρατών για την αντιμετώπισή της, οι επιπτώσεις στην υγεία των πολιτών θα είναι δραματικές και το κόστος διαχείρισης των επιπλοκών προβλέπεται να φτάσει παγκοσμίως τα 3 τρισεκατομμύρια δολάρια ετησίως έως το 2030 και να ξεπεράσει τα 18 τρισεκατομμύρια δολάρια έως το 2060.

«Η ενσωμάτωση της πρόληψης, της έγκαιρης διάγνωσης και της θεραπείας της παχυσαρκίας στην πρωτοβάθμια περίθαλψη αποτελεί εξαιρετικά σημαντική παρέμβαση», τονίζει ο κ. Φιλιώτης, γενικός διευθυντής της Φαρμασέρβ-Λίλλυ

Οι αποτελεσματικές στρατηγικές πολιτικής για τη διαχείριση της παχυσαρκίας θα πρέπει να υπερβαίνουν την ατομική συμπεριφορά και να αντιμετωπίζουν κοινωνικούς, περιβαλλοντικούς και συστημικούς παράγοντες.

Τέτοιες στρατηγικές είναι η ενθάρρυνση του μητρικού θηλασμού, ο περιορισμός εμπορίας ανθυγιεινών τροφίμων σε παιδιά, η προώθηση της υγιεινής διατροφής στα σχολεία, η παροχή επιδοτήσεων σε υγιεινά τρόφιμα, η βελτίωση της επισήμανσης στα τρόφιμα ώστε να βοηθηθούν οι καταναλωτές να κάνουν πιο ενημερωμένες επιλογές, η προώθηση ενεργού τρόπου ζωής, καθώς και περιβαλλοντικές παρεμβάσεις όπως ασφαλή και προσβάσιμα πάρκα, πεζόδρομοι και ποδηλατόδρομοι για την ενθάρρυνση της σωματικής δραστηριότητας.

Εξαιρετικά σημαντική παρέμβαση, ωστόσο, είναι η ενσωμάτωση της πρόληψης, της έγκαιρης διάγνωσης και της θεραπείας της παχυσαρκίας στην πρωτοβάθμια περίθαλψη. Θα πρέπει να γίνεται τακτική παρακολούθηση του βάρους, του δείκτη μάζας σώματος (ΒMI) και της περιφέρειας μέσης από τους επιστήμονες υγείας καθώς και έναρξη συζητήσεων για την αξία της αντιμετώπισης της παχυσαρκίας.

Η διαχείριση της παχυσαρκίας απαιτεί πολύπλευρη προσέγγιση, που περιλαμβάνει αλλαγές στον τρόπο ζωής και εάν αυτές δεν επαρκούν, τη διασφάλιση της ισότιμης πρόσβασης σε εγκεκριμένες φαρμακευτικές θεραπείες για την παχυσαρκία καθώς και την εκπαίδευση των παρόχων υγειονομικής περίθαλψης για παροχή φροντίδας χωρίς στιγματισμό και με επίκεντρο τον άνθρωπο.

Στην Ελλάδα, όπου ένα στα τρία παιδιά και σχεδόν το 60% των ενηλίκων έχουν υπερβάλλον βάρος ή παχυσαρκία, το φαινόμενο έχει πολιτισμικές, κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις. Η διατροφή, η φυσική δραστηριότητα, οι συνθήκες διαβίωσης, η πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας διαμορφώνουν ένα περιβάλλον που ενισχύει τις ανισότητες. Οι πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες έχουν συχνά περιορισμένη πρόσβαση σε ποιοτική διατροφή, σε προληπτικούς ελέγχους και σε σύγχρονες θεραπείες. Αυτό μεταφράζεται τελικά σε ακόμα βαρύτερο φορτίο για το σύστημα υγείας.

Η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας από την Πολιτεία δεν είναι πολυτέλεια. Είναι επένδυση με μετρήσιμο κοινωνικό και οικονομικό αντίκτυπο. Κάθε ευρώ που επενδύεται σε προγράμματα αντιμετώπισής της, επιστρέφει πολλαπλάσια αξία, από σοβαρά προβλήματα υγείας που προλαμβάνονται, από νοσηλείες που αποφεύγονται, από εργατοώρες που ανακτώνται. Το όφελος για το ΑΕΠ, την απασχόληση και τη δημοσιονομική ισορροπία είναι πραγματικό και διαρκές. Η Πολιτεία οφείλει να δει τη θεραπεία όχι ως κόστος αλλά ως εργαλείο βελτίωσης της υγείας του πληθυσμού και ταυτόχρονα αναπτυξιακής πολιτικής. Είναι σημαντικό να επενδύσουμε στο «ανθρώπινο κεφάλαιο», σε πιο υγιείς, ενεργούς πολίτες που μπορούν να συμμετέχουν στην οικονομία.

Στη χώρα μας, με το Εθνικό Πρόγραμμα κατά της παιδικής παχυσαρκίας έχει γίνει ένα πρώτο βήμα. Αναμένουμε την έναρξη του Προγράμματος για τη διαχείριση της παχυσαρκίας ενηλίκων, που έχει ανακοινωθεί.

Η Ελλάδα μπορεί να γίνει παράδειγμα στην Ευρώπη, εφόσον υιοθετήσει μία ολοκληρωμένη στρατηγική -με δημόσιες καμπάνιες ενημέρωσης, κίνητρα για υγιεινή διατροφή και άσκηση και κάλυψη των εγκεκριμένων θεραπειών για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, όπου απαιτείται.

Η παχυσαρκία είναι ένα μείζον ιατρικό και κοινωνικό ζήτημα και για να αντιμετωπιστεί, χρειάζεται πολιτική βούληση, συνεργασία και μακρόπνοη σκέψη. Η επένδυση στην αντιμετώπισή της είναι στην πραγματικότητα επένδυση στο ίδιο το μέλλον της χώρας μας.

*Ο κ. Σπύρος Φιλιώτης είναι Αντιπρόεδρος & Γενικός Διευθυντής Φαρμασέρβ-Λίλλυ.

 

v
Απόρρητο